Γεώργιος Βιζυηνός | Μοσκώβ-Σελήμ

28/4/1895: Ο Γεώργιος Βιζυηνός, στο Δρομοκαΐτειο, όπου και νοσηλεύεται, γράφει το τελευταίο του διήγημα «Μοσκώβ-Σελήμ».

***

Ποιητής και συγγραφέας εξαίρετων διηγημάτων. Ταλάντευση ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο. Γεννημένος στην πόλη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης, εξού και το επώνυμό του. Ορφάνεψε πολύ μικρός και είχε δύσκολα παιδικά χρόνια: υπηρέτης στην Κύπρο κοντά στο Δεσπότη και στην Κωνσταντινούπολη. Τελικά εκεί, μετά τα πρώτα του ποιήματα, επισύρει την υποστήριξη του πλούσιου Έλληνα Γ. Ζαρίφη με έξοδα του οποίου σπουδάζει στα Πανεπιστήμια της Αθήνας και της Γερμανίας (Φιλοσοφία-Αισθητική). Τότε γράφει στίχους που προκαλούν αίσθηση – ποιητικό βραβείο στην Αθήνα. Αρχίζει να γράφει διηγήματα. Ο θάνατος του Γ. Ζαρίφη του στερεί την οικονομική υποστήριξη, ενώ συγχρόνως αποτυγχάνει να γίνει Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, παρά τα σημαντικά προσόντα του.

Όλες αυτές οι απογοητεύσεις και ένας άτυχος έρωτας θα προκαλέσουν ψυχολογικές διαταραχές, που τελικά θα τον οδηγήσουν στο άσυλο όπου και θα πεθάνει. Ο Γεώργιος Βιζυηνός είναι θερμός, ειλικρινής, αναμφισβήτητα ταλαντούχος. Άφησε θαυμάσια διηγήματα για τη δομή, τη γλώσσα (κοινή Kαθαρεύουσα – Δημοτική) και την ψυχολογική διεισδυτικότητα, με έξοχες περιγραφές των ηρώων του. Οι δε στίχοι του αποκαλύπτουν μεγάλη ευαισθησία, ισχυρή συγκίνηση, κυρίως στο τέλος της ζωής του, λόγω της ψυχολογικής ανισορροπίας του.

Έργα: Ποιητικά πρωτόλεια – Ο Κόδρος, δράμα – Βοσπορίδες αύραι, έργο βραβευθέν, δεν εξεδόθη – Ατθίδες αύραι – Ποιήματα – Το αμάρτημα της μητρός μου, ένα από τα πιο σπουδαία του διηγήματα – Μοσκώβ-Σελήμ

***

ΣΤΙΧΟΙ ΓΡΑΜΜΕΝΟΙ ΣΤΟ ΦΡΕΝΟΚΟΜΕΙΟ

 

Μες στα στήθια η συμφορά
σαν το κύμα πλημμυρά.
Σέρνω το βαρύ μου βήμα
σ’ ένα μνήμα!

Σαν μ’ αρπάχθηκε η χαρά
που εχαιρόμουν μια φορά,
έτσι σε μιαν ώρα…
μες σ’ αυτήν τη χώρα
όλα αλλάξαν τώρα!

Και από τότε που θρηνώ
το ξανθό και γαλανό
και ουράνιο φως μου,
μετεβλήθη εντός μου
κι ο ρυθμός του κόσμου!

Νιοι και νιες που περπατούν
και φαιδρά με χαιρετούν,
η φαιδρότης των θα λείψη,
άμα ιδούνε να προκύψη
η ιδική μου θλίψη.

Ως και τα μικρά παιδιά
που έχουν εύθυμη καρδιά,
κάμνουν πρόσωπο θλιμμένο,
σα με βλέπουν να διαβαίνω
τον ορφανεμένο!

Μες στα στήθια η συμφορά
σαν το κύμα πλημμυρά.
Σέρνω το βαρύ μου βήμα
σ’ ένα μνήμα…

Ελένη Β. Πίππα, «Παγκόσμια Ποίηση» (Τόμος Β’), εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 44-46.

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.