Κωνσταντίνος Γεωργίου | Συνέντευξη | Υδράνη e-movie magazine

Ο Κωνσταντίνος Γεωργίου συζητά με τη Μαρία Λίτσα για τις ποιητικές του συλλογές «Σε πτώση δοτική» (εκδόσεις Ιωλκός, 2023), και «Σε πρώτο πληθυντικό» (εκδόσεις Ιωλκός, 2020), στο 16ο τεύχος του περιοδικού Υδράνη e-movie magazine.

 
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΛΙΤΣΑ
Μ.Λ.: Κύριε Γεωργίου, σας καλωσορίζουμε στο περιοδικό μας και σας ευχαριστούμε πολύ που αποδεχτήκατε την πρόσκλησή μας.
«Στις ακυβέρνητες πολιτείες
το κρασί των δειλών έχει χρώμα κόκκινο
σαν το ζεστό αίμα των σκοτωμένων ονείρων»
Κύριε Γεωργίου, είστε Φιλόλογος και Ποιητής. Καθημερινά οι μαθητές σας διαπιστώνουν την αγάπη σας για τα αρχαιοελληνικά κείμενα (αφού χρησιμοποιείτε το τελικό -ν στην αιτιατική ενικού των άρθρων και το πολυτονικό σύστημα, αν και ως μαθητής δεν το προλάβατε) και την αγάπη σας για την Ποίηση. Θα θέλατε να μεταγγίσετε στις ψυχές τους αγάπη από τις αγάπες  σας;

Κ.Γ.: Αγαπητή κυρία Λίτσα, θα ήθελα πρώτα απ’ όλα να σας ευχαριστήσω για την φιλοξενία, την χαρά της συνάντησής μας και της τιμητικής σας πρόσκλησης να έχουμε αυτήν την συνομιλία. Σχετικά με το ερώτημά σας θα ήθελα να επισημάνω ότι τα κείμενα, είτε της αρχαίας ελληνικής γραμματείας είτε της νέας, είναι, πράγματι, ένας βασικός τόπος συνάντησης σε επίπεδο καθημερινότητας με τους μαθητές μου, αφού σ’ αυτά εδράζεται όλη η σοφία και η ευαισθησία, προγενέστερων και σύγχρονων, που τα σμίλευσαν με την τέχνη τους και την πνοή τους. Αυτήν την πνοή, αυτήν την ανάσα των ανθρώπων και των έργων τους, την ακούει κανείς ακόμα και σήμερα, καθάρια, σαν τον θρό των φύλλων ενός γιγάντιου δέντρου, που κουδουνίζουν μελωδίες αιώνων στα πέρατα του απείρου, μόνο όταν ο ίδιος είναι αγάπη. Αυτό νομίζω ότι είναι και το ιερό χρέος του δασκάλου. Και σαν είναι αγάπη ο δάσκαλος, τότε με έναν τρόπο ανεξήγητα μαγικό, μυστηριακό, την αντικρίζει και στα βλέμματα των παιδιών του να σιγοκαίει τον πόθο τους για δημιουργία και φως, αλήθεια και ομορφιά, γνώση και απλωσιά. Και δεν υπάρχει τότε, πιστέψτε με, μεγαλύτερη χαρά, μεγαλύτερη ανταμοιβή για τον δάσκαλο από τούτο το φως στα μάτια των παιδιών του και το χαμόγελό τους.

Μ.Λ.:
Ο ΕΚΠΕΠΤΩΚΩΣ 
Άνθρωπε,
εσένα καλώ,
σ’ εσένα φωνάζω.
Μ’ ακούς;
Την μόνη
πτώση
που σου αναγνωρίζω
είναι αυτή,
σε πτώση δοτική.
Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πτώση δοτική»

«Σε πρώτο πληθυντικό», ο τίτλος της πρώτης Ποιητικής σας Συλλογής, «Σε πτώση δοτική», ο τίτλος της δεύτερης και  σίγουρα δεν είναι τυχαίος. Η εξύμνηση της αξίας της προσφοράς, κυρίως της προσφοράς της Αγάπης,  σηματοδοτεί και τη στάση της ζωής σας;

Κ.Γ.: Όπως πολύ εύστοχα διαπιστώσατε και σεις, ο τίτλος του δεύτερου ποιητικού μου έργου, «Σε πτώση δοτική», συνδέεται άρρηκτα με τον τίτλο του πρώτου μου έργου, «Σε πρώτο πληθυντικό», όχι μόνο μορφικά, αισθητικά, γραμματικά και συντακτικά, αλλά και εννοιολογικά. Τίποτα δεν αφήνεται στην τύχη του. Αν εστιάσει κανείς την προσοχή του σ’ αυτούς, θα διακρίνει ότι και στις δύο περιπτώσεις ο τίτλος εκφράζεται εμπρόθετα, με τρεις λέξεις, όσες και οι ενότητες των βιβλίων, δηλώνοντας την σαφή πρόθεση του δημιουργού να φιλοτεχνήσει ποιητικά τους συνταγματικούς άξονες της ποιητικής του μυθοπλασίας και της ιδεολογικής του ταυτότητας. Πρόκειται για δυο έργα αναφοράς, για μια ποίηση αρχών, θα την ονόμαζα «καταστατική», που θεμελιώνει την ποιητική μου κοσμολογία και διακλαδώνεται στην εξέλιξή της συνθετικά, ορίζοντας την μυθική κοσμογονία της ποιητικής μου δημιουργίας, στην οποία η πρώτη αρχή είναι η αγάπη σε όλες της τις εκφάνσεις, η αγάπη εκδηλούμενη όχι μόνο ως ψυχικό πάθος, ως συναίσθημα, αλλά και ως ενσυνείδητη βιωμένη εμπειρία υπέρβασης τής στενόχωρα οριοθετημένης στον εαυτό της ατομικότητας και του αυτάρεσκα τιμαριθμοποιημένου μονοκρατορικού ορθολογισμού, μέσα από το πνεύμα της ανυποχώρητης δοτικότητας και της θυσιαστικής προσφοράς στο Εσύ, η αγάπη ως στάση ζωής, ως τρόπος ζωής, ως αντίληψη με κοινωνικές και πολιτικές σαφώς προεκτάσεις, που συγκροτεί και νοηματοδοτεί την ύπαρξη στην φυσική διάταξη της συλλογικής της πορείας και του κοινωνικού της προορισμού. Αν το πρώτο μου ποιητικό έργο είναι το εποικοδόμημα της ποιητικής μου σκέψης, το δεύτερο αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της, στην συντελεσμένη πραγμάτωση των εφαρμοστικών της κανόνων.

 

Μ.Λ.: Η πρώτη ενότητα των ποιημάτων της πρώτης σας Συλλογής έχει τον τίτλο: «Εκμυστηρεύσεις σε μια ανεμώνη». Γιατί εκμυστηρεύσεις στην ανεμώνη,  κύριε Γεωργίου; Επειδή η ανεμώνη συμβολίζει το τέλος του Χειμώνα και τον ερχομό τής Άνοιξης ή επειδή η ανεμώνη, σύμφωνα με τη Μυθολογία, φύτρωσε από τα δάκρυα τής Αφροδίτης και ως εκ τούτου διαθέτει μεγαλύτερη ευαισθησία;

Κ.Γ.: Κυρία Λίτσα, νομίζω ότι η κρίση σας δεν λαθεύει, ίσα ίσα, είναι επικεντρωμένα πολύ εύστοχη όσον αφορά την νοηματοδότηση του τίτλου της πρώτης ενότητας του πρώτου μου βιβλίου, «Σε πρώτο πληθυντικό». Αυτά τα πρώτα ποιήματα αποτελούν ουσιαστικά μιαν εξομολόγηση του ερωτικού μυστηρίου της δημιουργίας, απευθύνονται στην θηλύτητα, που κυοφορεί τον σπερματικό λόγο του δημιουργού μέχρι να βλαστήσει σε μέρη απόμερα, απόκρημνα, ηλιόφωτα, ελεύθερα, εκεί που δεν λογιάζει πόδι τυράννου, και ν’ ανθοβολήσει τα πολύχρωμα μύρα της αειφόρου εμπνεύσεως, προικονομώντας το τέλος του Χειμώνα και την επερχόμενη Άνοιξη, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Θέλω να πω δηλαδή ότι, επειδή τα ποιήματα αυτά γράφτηκαν τέτοια εποχή, ο τίτλος αποτελεί και μια έμμεση χρονολόγηση της πρώτης εγγραφής τους. Η ανεμώνη, λοιπόν, ανάγεται σε σύμβολο, σύμβολο λατρευτικό της ιερότητας του αρχέγονου ερωτικού συναισθήματος, του εν φύσει και εν ποιήσει, σύμβολο ελευθερίας, σύμβολο της παμμήτορος γης και των ανανεούμενων ζωογόνων δυνάμεών της και, επομένως, και της φυσιολατρικής διάθεσης του δημιουργού της. Εξάλλου, η εκμυστήρευση προϋποθέτει το στοιχείο της εμπιστοσύνης, της βαθιάς αγαπητικής σχέσης και της δοτικότητας. Είναι μια συνομιλία, μια συνάντηση, μια πρώτη σύζευξη του υποκειμένου με την ενσαρκωμένη μορφή της αθανάτου θεϊκής υποστάσεως, της θηλύτητας, και της επενέργειάς της, εκπληρώνοντας το πρώτο δυαδικό σχήμα, το Εμείς, την επαγγελλόμενη πρώτη συλλογικότητα που γράφει το όνομά της σε πρώτο πληθυντικό.

 

Μ.Λ.:
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΝΥΧΤΕΣ
 Τις ημέρες
όταν με γυρεύεις,
θα με βρίσκεις
στην ζεστασιά μιας ηλιαχτίδας
και στην δροσιά ενός ίσκιου
που θα σ’ ακολουθεί.
Τις νύχτες
όταν αισθανθείς την ανάγκη
να μου μιλήσεις,
σήκωσε το βλέμμα σου στον ουρανό
και θα δεις το πιο φωτεινό αστέρι
να σου χαμογελά.
Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πρώτο πληθυντικό»
«…Τότε που τυλίγαμε την αγάπη μας μέσα στα χαρτιά
για να σιγουρέψουμε ότι δεν θα φύγει ποτέ.
Τότε που διπλώναμε την αγάπη  μας οχτώ φορές
για να χωρέσει στην τσέπη τού φεγγαριού….»
Στίχοι από το ποίημα ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ, από την Ποιητική Συλλογή «Σε πρώτο πληθυντικό».
Ροή συναισθημάτων που εκφράζουν την αγάπη για τη Ζωή αντίθετα με τις επιταγές τού Ορθολογισμού. Πιστεύετε ότι η Ποίηση παραβλέπει τις «αμαρτίες» και επικεντρώνεται μόνο στο θαύμα τής Ζωής;

Κ.Γ.: Δυστυχώς, στις μέρες μας, κυρία Λίτσα, πορευόμαστε ανερμάτιστοι. Βιώνουμε μια γενικευμένη σύγχυση, η οποία μάς αποπροσανατολίζει από τον ευγενή σκοπό μας και μάς οδηγεί σταθερά σε έναν φαύλο κύκλο αυταπάτης με παντιέρα την ματαιοδοξία της παντοδυναμίας μας, όπως προέκυψε τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την τελειοποίηση των τεχνολογικών μέσων, την επανάσταση της ψηφιακής πραγματικότητας και την άνευ ηθικών φραγμών επιστημονική εξέλιξη. Το αντίτιμο αυτής της επιβαλλόμενης νέας κουλτούρας, είναι η εργαλειοποίηση της ανθρώπινης συνείδησης και των ζωών μας στον βωμό τής με κάθε κόστος ανθρωποβόρας «ανάπτυξης», μιας ανάπτυξης, κυρίως, σε επίπεδο υλικών ανέσεων και διευκολύνσεων, μεγέθυνσης των οικονομικών δεικτών, εις βάρος, όμως, του φυσικού περιβάλλοντος, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της πνευματικής μας και ψυχικής μας ακεραιότητας. Ο ορθός λόγος, έτσι όπως ορίζεται και νοείται σήμερα, ευθυγραμμιζόμενος πλήρως με την ρηχή, άκαμπτη σκέψη της ποσοτικοποίησης, του υπολογισμού και του ανέραστου ανακλαστικού μηχανικού αυτοματισμού, απογύμνωσε τον άνθρωπο από την εκστατική ιερότητα του προσώπου, αφαίρεσε από την φύση το βάθος της πνευματικότητας του θρησκευτικού μυστηρίου της ζωής, ακρωτηρίασε τον βίο από την επενέργεια της έκλαμψης της ενόρασης και του θαύματος και κατεκρήμνισε την συνείδηση στα τάρταρα της ηδονικής της αυτοϊκανοποίησης. Η ποίηση, λοιπόν, υπόσχεται την επάνοδο του ανθρώπου στην εδεμική του καταγωγή, στην ευγένεια της αθωότητας του προσώπου και της γνησιότητας του συναισθήματος, διακηρύσσοντας την αδιαίρετη ενότητα και την ιερότητα της παγκόσμιας ψυχής, διατρανώνοντας την επάνοδο των εκπατρισμένων θεών, του Απόλλωνος και του Διονύσου, στην γενέθλια γη και την ενθρόνισή τους, τελικά, στην ψυχή των ανθρώπων και του σύμπαντος κόσμου.

 

Μ.Λ.:
ΤΟ ΙΣΤΙΟΦΟΡΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Η αγάπη είναι ένα ιστιοφόρο.
Παλιό και γέρικο το σκαρί,
τεντωμένα τα ξάρτια,
ξετύλικτοι οι φλόκοι,
φουσκωμένα τα πανιά
ωσάν λευκά στήθη περιστεριού
στους μεταξωτούς γλαυκούς χιτώνες
τής ευδίας.
Άλλοτε πλέει σε άγριους ωκεανούς
κι άλλοτε σε ήρεμες θάλασσες.
Στο ταξίδι αυτό μοναδικός επιβάτης
είσαι Εσύ.
Πλέει το ποντοπόρο
χωρίς προορισμό, χωρίς κυβερνήτη
και κινείται πάντα χάρη στην δύναμη
της πνοής ενός Άλλου.

Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πτώση δοτική»

Αγάπη και Έρωτας συνυπάρχουν και συμπλέουν στο συγκεκριμένο ποίημα που θα μπορούσε να είναι κι ένας πίνακας Ζωγραφικής. Πιστεύετε ότι ο Έρωτας είναι πηγή δημιουργίας;

Κ.Γ.: Ο έρωτας είναι η σπουδή του ανθρώπου στην αθανασία. Διακαής πόθος για ένωση με το αρχέτυπο της αιώνιας ομορφιάς και η μετουσίωσή του σε δημιουργία σύμφωνα με τα μέτρα του φωτός, η υπόμνηση ότι ζούμε στην γη αλλά ότι ανήκουμε στον ουρανό.

 

Μ.Λ.:
«…Κι όταν έφευγα με δάκρυα στα μάτια
μου ‘λεγες ότι τώρα πλέον ξέρω πού μένεις και να σε επισκέπτομαι πιο συχνά
γιατί η μοναξιά δεν αντέχεται ούτε από τον Θεό.»
Στίχοι από το ποίημα ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΓΗΣ, από την Ποιητική Συλλογή «Σε πρώτο πληθυντικό».
Θεωρείτε ότι ο Θεός, ο δημιουργός τού κόσμου και εκφραστής τής Αγάπης, έχει ανάγκη από την ανθρώπινη αγάπη;

Κ.Γ.: Νομίζω, κυρία Λίτσα, ότι όσο ερχόμαστε σε διάσταση με την φύση μας, συνηθίζουμε σιγά σιγά σε μια διαστροφή που το αποτέλεσμά της θα είναι ολέθριο για τον άνθρωπο. Αναζητούμε τον Θεό στον ουρανό και δεν έχουμε καταλάβει ότι ο Θεός είναι γύρω μας σε τούτον εδώ τον κόσμο, ότι κατοικεί κοντά μας, ότι ζει μέσα μας, στον κάθε άνθρωπο, στο κάθε λουλούδι, στο κάθε ζωντανό πλάσμα, στην ίδια την φύση. Και θέλουμε να πιστεύουμε ότι είναι κάτι άλλο από μας, ένα ον ξέχωρο, που ζει κάπου μακριά, ένα ον που δεν μπορούμε να δούμε, να αγγίξουμε. Ίσως, να είναι πλέον βολικό να πιστεύουμε κάτι τέτοιο, να ζούμε δηλαδή με την ασφάλεια της απόστασης απ’ αυτόν, με την μικρόνοια ότι αυτός ούτε μας βλέπει ούτε μας ακούει από τόσο μακριά που βρίσκεται. Δεν βλέπει τα ανομήματά μας, δεν ακούει τις άναρθρες κραυγές μας, δεν οσμίζεται τα ραδιενεργά κατάλοιπά μας, δεν γεύεται τα σιχαμερά απόβλητά μας, δεν αγγίζει τον σκληρόπετσο εγωισμό μας. Είναι βολικό, γιατί αναγνωρίζουμε πλέον ότι ξεστρατίσαμε, ότι ο τρόπος ζωής μας είναι πολύ ξένος στην ίδια μας την φύση κι ότι παραδοθήκαμε ολοσχερώς σε απολαύσεις υλιστικές που δεν μας επιτρέπουν να αναπτύξουμε την πνευματικότητά μας και να κατακτήσουμε την αυτοσυνειδησία μας. Η δική μας αποξένωση, λοιπόν, είναι και η μόνωση του Θεού, ο θάνατος του Θεού μαζί με τον δικό μας. Αν θέλουμε να αναστηθούμε, πρέπει να αναστήσουμε πρώτα τον Θεό μέσα μας, να τον αγαπήσουμε ξανά, να ανοίξουμε τις καρδιές μας, να επιστρέψει στα πατρογονικά του. Και αγάπη στον Θεό, σημαίνει αγάπη στον Άνθρωπο, στον κάθε άνθρωπο, χωρίς διακρίσεις. Γιατί η απόσταση που χωρίζει την ατέλεια από την τελειότητα διανύεται μόνο με την αγάπη.

 

Μ.Λ.:
ΠΟΙΗΤΙΚΟΝ ΠΑΘΟΣ
 Καρφιά αιχμηρά
οι λέξεις
μπήγονται δυνατά
με το χτύπημα
του σφυριού,
κατάσαρκα
στο Σώμα
το Ποιητικόν,
το Άχραντον.
Πίδακες το αίμα
επί τας κεφαλάς
ημών,
ξέπνοες οι φλέβες.
Όσον μεγαλυτέραν
η ωδίνη
τόσον βαθείαν
η λύτρωσις.
Πληγές ανεπούλωτες.
Στίχοι τραυματισμένοι.
Ποίησις
η φέρουσα τον
Σταυρόν,
η αίρουσα τας
αμαρτίας.
Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πρώτο πληθυντικό»
Πιστεύετε ότι η Ποίηση σταυρώνεται και ανασταίνεται για χάρη της ίασης τής ψυχής του ανθρώπου, ο οποίος, καθημερινά, αγωνίζεται, αγωνιά, πληγώνεται;

Κ.Γ.: Το εσταυρωμένον Ποιητικόν Σώμα, κατά την κρίση μου, κυρία Λίτσα, συμπυκνώνει όλη την Θεολογία του αίματος της δημιουργίας που αποκηρύσσει τον θάνατο διά του θανάτου, επαγγελλόμενο την απολύτρωση του ανθρώπου και την σωτηρία του διά της τέχνης, της τέχνης που τίκτει τον ίδιο τον άνθρωπο ως αυτοκαθοριζόμενη οντότητα στην αγωνιώδη υπερβατική πορεία της ανατάσεώς του και της αναστάσεώς του. Σε τούτην την Θεολογία, η κοινωνία του αίματος και του σώματος αποτελεί μια ιεροπραξία με τους δικούς της συμβολισμούς, είναι η πνευματική τέλεση του μεγάλου μυστηρίου της ανεπαναλήπτου βεβαιώσεως του ανθρωπίνου δράματος, που συντίθεται υπό το βάρος του αισθήματος της ματαιότητας και της φθοράς, του πόνου και της οδύνης, αλλά και της πίστης ταυτόχρονα στις ζωοφόρες δυνάμεις του πνεύματος, που εμβαπτίζουν την ύλη στο φως της αθανασίας και της αειτρόπου γενέσεως, στην επαναλαμβανόμενη κυκλοτερώς και αενάως έμμηνο ρύση του σύμπαντος κόσμου. Η Ποίηση, επομένως, είναι το θνητό σώμα της αθανασίας μας ή η αθάνατη ψυχή της θνήσκουσας ύπαρξης.

 

Μ.Λ.: Στα εξώφυλλα και των δύο Ποιητικών Συλλογών, τα οποία,  ομολογουμένως, είναι πολύ  καλαίσθητα, υπάρχει το κόκκινο χρώμα. Γιατί το κόκκινο; Συμβολίζει κάτι;

Κ.Γ.: Πράγματι, η καλαισθησία και η αρτιότητα τόσο του εξωφύλλου όσο και της γενικότερης επιμέλειας της έκδοσης των βιβλίων είναι βασικό χαρακτηριστικό των εκδόσεων Ιωλκός. Κι είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος που ανήκω σ’ αυτήν την οικογένεια. Όσον αφορά το ερώτημά σας, νομίζω ότι δεν θα μπορούσε να είναι άλλο το χρώμα παρά μόνον το κόκκινο, το κόκκινο της καρδιάς, το κόκκινο των πληγών και των λαβωμένων ονείρων, αλλά και του ανένδοτου αγώνα, των θυσιών, των ελπίδων και των μεγάλων οραμάτων, το κόκκινο της φωτιάς και της αγάπης. Είναι ο κύκλος του κοινού μας αίματος που δένει τους ανθρώπους με αδελφοσύνη, είναι η ανοιχτή πληγή της ανυποχώρητης δοτικότητας  στην συλλογική μας προσπάθεια, είναι «το κόκκινο που μας πνίγει», για να θυμηθώ ένα από τα ποιήματα του έργου μου «σε πτώση δοτική». Αυτό το κόκκινο δεν θα στερέψει ποτέ, όσο υπάρχουν άνθρωποι που συνεχίζουν να αγωνίζονται και να ονειρεύονται έναν κόσμο καλύτερο.

 

Μ.Λ.: Στο ποίημα ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ υπάρχουν δέκα εντολές :
«Εντολή 1η: Η πιο ωραία πρόθεσις είναι η πρόθεσις συν
Εντολή 2η: Το πιο ωραίο επίρρημα είναι το επίρρημα μαζί
Εντολή 3η: Το πιο ωραίο ουσιαστικό είναι το ουσιαστικό όνειρο – το άλλο όνομα τής  ομορφιάς –
Εντολή 4η: Το πιο ωραίο επιφώνημα είναι το επιφώνημα μάτια μου!
Εντολή 5η: Η πιο ωραία αντωνυμία είναι η αντωνυμία εσύ
Εντολή 6η: Το πιο ωραίο επίθετο είναι το επίθετο ερωτικός
Εντολή 7η: Το πιο ωραίο άρθρο είναι το άρθρο θηλυκού γένους
Εντολή 8η: Ο πιο ωραίος σύνδεσμος είναι ο σύνδεσμος να
Εντολή 9η: Η πιο ωραία μετοχή είναι η μετοχή αγαπώντας
Εντολή 10η: Το πιο ωραίο ρήμα είναι το ρήμα ζω»
Δέκα εντολές που αντιστοιχούν στα δέκα μέρη του λόγου και εκφράζουν τις αξίες της ζωής. Κύριε Γεωργίου, θεωρείτε ότι αυτές οι αξίες αποκτούν υπόσταση μόνο,  όταν εννοούνται σε πρώτο πληθυντικό;

Κ.Γ.: Ναι, δέκα εντολές, ανθρωπογέννητες, ομοούσιες του προσώπου, συντασσόμενες της αιτίας και του σκοπού. Ας φανταστούμε, κυρία Λίτσα, έναν υπέρλαμπρο ήλιο στο μεσουράνημά του, που καταυγάζει με τις αχτίδες του όλη την οικουμένη. Αυτός ο ήλιος είναι, ας πούμε, ο θερμοδυναμικός πυρήνας της συντροφικής σχέσης των ανθρώπων, που στο κυκλικό του σχήμα εμπερικλείει —σε υψηλότατες μάλιστα θερμοκρασίες— το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της κοινής μας πορείας, και οι αχτίδες του είναι οι δέκα εντολές, που θωπεύουν και ζεσταίνουν τις καρδιές των ανθρώπων, δημιουργώντας οριζόντιες και κάθετες ανακλαστικές σχέσεις αλληλεξάρτησης και αλληλοπεριχώρησης, οι οποίες συνδέουν αρμονικά τόσο τα πρόσωπα μεταξύ τους όσο και κάθε πρόσωπο με την πηγή της αιτίας και του σκοπού. Οι τριγωνικές προβολές, που δημιουργούνται, μορφοποιούν την τριαδικότητα της ιερής έκλαμψης. Θέλω να πω δηλαδή με όλα αυτά ότι δεν μπορούν να υπάρχουν οι αχτίδες του ήλιου χωρίς τον ήλιο, ούτε ο ήλιος χωρίς τις αχτίδες του. Με τούτες τις εντολές θέλησα να εκφράσω την πλατιά μου πεποίθηση ότι ο ατομικός και συλλογικός μας βίος θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί στην βάση μιας άλλης ιεράρχησης στην οποία θα δεσπόζουν οι αναγεννημένες στο φως αξίες του Ανθρώπου.

 

Μ.Λ.:
ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
 Πέντε είναι τα πρωταρχικά στοιχεία της ζωής:
Χώμα και Νερό,
Αέρας και Φωτιά,
Εσύ.
Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πρώτο πληθυντικό»
«Εσύ»: δεύτερο ενικό. Αλήθεια, κύριε Γεωργίου, πίσω από αυτό το «Εσύ» που είναι ένα από  στοιχεία για τα οποία αξίζει να υπάρχουμε, δηλαδή το στοιχείο της Αγάπης,  δεν κρύβεται και πάλι το «Εμείς»;

Κ.Γ.: Έτσι είναι ακριβώς, όπως το λέτε, κυρία Λίτσα. Αν τα τέσσερα φυσικά στοιχεία, χώμα και νερό, αέρας και φωτιά, είναι κατά τον Εμπεδοκλή οι πρωταρχικές ουσίες της δημιουργίας του φυσικού μας κόσμου, τα λεγόμενα ριζώματα, το πέμπτο στοιχείο, το «Εσύ», αποτελεί την πεμπτουσία της δημιουργίας του κοινωνικού μας βίου και, επομένως, και του πολιτισμού μας, αναγορεύοντας τον Άνθρωπο και την ερωτική του διάθεση σε πρώτη αρχή, σε συστατικό στοιχείο της ζωής. Είναι, λοιπόν, περισσότερο από βέβαιο ότι το «Εσύ», ως φυσική δύναμη αρχής και προορισμού, συνδιαλέγεται με την συνείδηση της υποκειμενικότητας και συνδιαμορφώνει μαζί της έναν χώρο αλληλοπροσδιορισμού, αλληλεξάρτησης και αγαπητικής αλληλοπεριχώρησης, που συγκροτεί με αυτοτέλεια το φυσικό μέγεθος της αναγκαιότητας της κοινής μας συνείδησης και της συλλογικής μας πορείας.

 

Μ.Λ.: Στο ποίημα ΙΚΕΤΗΣ ΛΟΓΟΣ προσωποποιείτε την Ποίηση, η οποία έχει πολύ συχνά παρουσία στα ποιήματά σας. Μπορείτε να φανταστείτε τη ζωή σας χωρίς Ποίηση, χωρίς τη δυνατότητα να συνομιλείτε μαζί της;

Κ.Γ.: Δεν μπορώ να φανταστώ την ζωή μου χωρίς Αγάπη. Και η ποίηση εγκιβωτίζει όλη μου την αγάπη, την αγάπη που πήρα και την αγάπη που δίνω.

 

Μ.Λ.: Θεωρείτε ότι η Ποίηση απευθύνεται σε λίγους, όπως υποστηρίζουν πολλοί;

Κ.Γ.: Θεωρώ ότι η τέχνη δεν θα πρέπει να λογίζεται ως ακριβοθώρητο είδος πολυτελείας, που θα παράγεται και θα αναπαράγεται πίσω από θύρες  κλειστές, σε κάποιες σκοτεινές λέσχες αυτοϊκανοποίησης ειδημόνων ή σε κάποια περίεργα εκκολαπτήρια αυτοαποκαλούμενων διανοουμένων, ούτε πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προϊόν συσκευασμένο αεροστεγώς και απολύτως στεγανοποιημένο, απροσπέλαστο για τους πολλούς. Νομίζω ότι ο ελιτίστικος τρόπος αντιμετώπισης της ποίησης την οδηγεί σε εσωστρέφεια, σε αδιέξοδο, σε απομόνωση από το κοινωνιογενές περιβάλλον εντός του οποίου γεννιέται, απευθύνεται και προορίζεται να ζήσει. Η ποίηση είναι από την φύση της δημώδης, λειτουργείται μόνο ως κοινωνία, ως πράξη επικύρωσης της συλλογικής μας συνείδησης, της κοινοτικής μας συμβίωσης και της κοινής μας πορείας. Ακόμα και η ετυμολογία της λέξης «δημιουργός» δηλώνει αυτό ακριβώς, τον άνθρωπο δηλαδή που παράγει έργο ωφέλιμο για τον δήμο, για τον λαό, για τους πολίτες, συνεισφέροντας στην ισχυροποίηση των κοινωνικών τους δεσμών. Αυτό δεν συνέβαινε και στην αρχαιότητα; Ο ποιητικός λόγος γέμιζε τα θέατρα, αντηχούσε στους δημόσιους χώρους, ο ποιητικός λόγος ήταν μέρος της καθημερινότητας όλων των πολιτών, γιατί εδίδασκε, εμόρφωνε και εξύψωνε τους πολίτες. Κατά την γνώμη μου, επιβάλλεται η ομορφιά, το υψηλό και το ευγενές, να διαχυθεί παντού, σε όλους, κατά την ώρα της εργασίας, την ώρα της ψυχαγωγίας, την ώρα της σχόλης και της περισυλλογής, στους δρόμους, στις πλατείες, στα σχολειά μας, στα χωριά και στις πόλεις, παντού… Να γίνει τρόπος ζωής, να εσωτερικευτεί ως στάση ζωής, να καταστεί ανάγκη ζωτική της καθημερινότητάς μας, όπως ακριβώς είναι εντελώς απαραίτητο το οξυγόνο για την βιολογική μας υπόσταση. Μια τέχνη περιχαρακωμένη στον εαυτό της, που αγνοεί τον κοινωνικοποιητικό της ρόλο, είναι μια τέχνη χωρίς ζωή, και μια τέχνη χωρίς ζωή είναι μια τέχνη νεκρή.

 

Μ.Λ.:
ΜΙΣΕΜΟΣ
Κι είναι τα όνειρα πουλιά, που μισεύουνε
γεμάτα θλίψη στα μάτια.
Ένα καυτό δάκρυ
στην γη των παγωμένων στεναγμών
και των ατελείωτων μελαγχολικών ταξιδιών.
Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πρώτο πληθυντικό»
Στη δύσκολη εποχή που ζούμε, πιστεύετε ότι η Ποίηση μπορεί να μας βοηθήσει «να ανεβούμε λίγο ψηλότερα»;

Κ.Γ.: Είναι γεγονός, αγαπητή μου κυρία Λίτσα, ότι η εποχή μας είναι εξαιρετικά δύσκολη από κάθε άποψη. Και δεν εννοώ μόνο οικονομικά. Κατά την γνώμη μου, βιώνουμε τα πέτρινα χρόνια μιας γενικότερης προσπάθειας καθυπόταξης της βούλησης και του ελεύθερου φρονήματος του ανθρώπου από τους πάσης φύσεως, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο, εξουσιαστικούς μηχανισμούς ελέγχου, που επιθυμούν διακαώς την χειραγώγηση της ανθρώπινης σκέψης σε μια «κανονικότητα, η οποία, όμως, παρά τις μεγαλόστομες θεωρητικές διακηρύξεις, λειτουργεί συντριπτικά σε βάρος των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των λαϊκών συμφερόντων. Δεν είναι τυχαίο ότι φράσεις, όπως «λαϊκή κυριαρχία», «εθνική ανεξαρτησία», «κοινωνική δικαιοσύνη», έχουν εξοστρακιστεί από το γλωσσικό μας πεδίο και είναι διωκόμενες, σχεδόν απαγορευμένες, από το συστημικό υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας. Αυτό είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα, η οποία παγιώνεται, με όλο και πιο γρήγορα βήματα, με την βοήθεια τόσο των ΜΜΕ και των ευτελών, αγοραίων προτύπων που προβάλλουν ή την παραπληροφόρηση που ασκούν, όσο και με την χρήση των νέων τεχνολογιών της ψηφιακής πραγματικότητας που μας οδηγούν στην αποχαύνωση, στην ηδονική αμεριμνησία και στον αυτοματοποιημένο τρόπο σκέψης, τον τυποποιημένο και ανέραστο βίο. Ουσιαστικά μιλάμε για μια εθελοδουλεία, που κατακερματίζει τον κοινωνικό ιστό και αποθεώνει την ατομικότητα, την ανταγωνιστική της φύση και την μοναχική της πορεία, γιατί έτσι εξασφαλίζεται από το σύστημα και ο ασφαλέστερος τρόπος εξανδραποδισμού της. Η ποίηση, λοιπόν, θεωρώ ότι στις μέρες μας, και γενικότερα η τέχνη, θα πρέπει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αφύπνιση των συνειδήσεων και των μαζών, στην επανασυσπείρωσή τους σε κινηματική συλλογική πολιτική βάση επαναστατικής ορμής, προκειμένου να αντιταχθούν με σθένος στο πολυόμματο τέρας της επιβαλλόμενης καθεστωτικής οικονομικής ολιγαρχίας και να την ανατρέψουν. Είναι ζήτημα αξιοπρέπειας και ελευθερίας. Η ποίηση νομίζω ότι οφείλει να εμπνεύσει, να στρατευθεί σε τούτον τον αγώνα και να αποτελέσει τον συνεκτικό δεσμό της κοινής μας πορείας, να επαναφέρει στο προσκήνιο την αξία της συλλογικότητας και των οραμάτων για την οικοδόμηση ενός καινούργιου κόσμου στην βάση των ανθρωπιστικών ιδεωδών.

 

Μ.Λ.: Η Ποίηση έχει τη δύναμη να απελευθερώνει τον άνθρωπο από το Εγώ του;

Κ.Γ.: Θεωρώ πως ναι. Φυσικά τον απελευθερώνει από το Εγώ του, γιατί η ποίηση, ως δύναμη κυρίαρχη και αυτεξούσια, αλώνει το Εγώ του, κατακρημνίζοντας τα τείχη του απομονωτισμού και της φιλαυτίας. Η ποίηση, λοιπόν, ως ύψιστη μορφή τέχνης, αποτελεί μια ομολογία πίστεως στην προαιώνια αλήθεια όχι μόνον της ομορφιάς, της ωραιότητας και της μυθικής μας καταγωγής, αλλά και της κοινωνικής μας συνεπαγωγής. Μοιάζει να είναι η προσπάθεια του ανθρώπου που τείνει αγαπητικά και συντροφικά το χέρι του, για να σφίξει στην ζεστή του παλάμη το χέρι όλων των ανθρώπων της γης.

 

Μ.Λ.:
ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΘΟΣΙΩΣΕΩΣ
Το ακριβότερο αμάρτημα
ότι σε νήστεψα
ημέρες τεσσαράκοντα.
Και συ όλο με συγχωρούσες
και συ όλο με αγαπούσες
εις τους αιώνας των αιώνων.

Από την Ποιητική Συλλογή: «Σε πτώση δοτική»

«Πέτρες σημαδεμένες από τον χρόνο,
σκυθρωπά έδρανα χαραγμένων αιώνων
στο τρύπιο πορτοφόλι τού ήλιου.
Το πρόσωπό τους κρέμασε
από το βάρος τής ένοχης ακινησίας,
ρυτίδιασαν οι σκέψεις από τον καημό,
ξεθώριασαν τα όνειρα από την βροχή.
Πέτρες, μεγάλες πέτρες,  γκρίζες πέτρες
αγκαλιασμένες η μία δίπλα στην άλλη,
ριζωμένες βαθιά  στην τροφοδότρα γη…»
Στίχοι από το ποίημά σας ΠΕΤΡΕΣ από την Ποιητική Συλλογή «Σε πρώτο πληθυντικό». Πέτρες, φαινομενικά άψυχα αντικείμενα που η παρουσία τους έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς οι αιώνες περνούν, αφού επιζούν, έστω κι αν έχουν υποστεί κάποιες αλλοιώσεις, και μας μεταφέρουν την Ιστορία. Πόσο σας συγκινούν οι πέτρες που  συμβολίζουν τη δύναμη, το άφθαρτο;

Κ.Γ.: Στο ποιητικό μου σύμπαν οι πέτρες, ειδικά οι μεγάλες πέτρες, οι βράχοι, το πετρώδες έδαφος, έχουν, πράγματι, μια ιδιαίτερη συμβολική, καθώς αποτελούσαν πάντα δηλαδή ένα φυσικό στοιχείο που με εντυπωσίαζε από μικρό παιδί. Είναι συνδεδεμένες στην νόηση μου με την μητέρα-γη, την εστία και την τροφό, την έννοια της στερεότητας και της αμεταβλητότητας, της πατρίδας και της καταγωγής. Παρατηρώντας κανείς, για παράδειγμα, με προσοχή τα κυκλώπεια τείχη και τον δομικό τους σχηματισμό, τον επιβλητικό τους όγκο αλλά και την τεχνική τους λείανση, καταλαμβάνεται από αισθήματα θαυμασμού και αμηχανίας, δέους και συγκίνησης μπροστά στο ιδιότυπο αυτό χρονολόγιο της ιστορικότητας της ανθρώπινης παρουσίας στην γη. Εξάλλου, τα πρώτα εργαλεία, με την  είσοδο του ανθρώπου στην περίοδο του πολιτισμού, ήταν λίθινα. Ήταν το πρώτο υλικό που επεξεργάστηκε ο άνθρωπος για να προστατευτεί, να εξασφαλίσει την επιβίωσή του και την αυτοσυντήρησή του, να ικανοποιήσει λατρευτικές και άλλες ανώτερες πνευματικές του ανάγκες. Μην ξεχνάμε ότι τα σπήλαια, δηλαδή οι φυσικές κοιλότητες μέσα στην πέτρα, ήταν οι πρώτες κατοικίες του ανθρώπινου γένους. Ακόμα και στην μυθική μας παράδοση, η πέτρα έχει στενή σχέση με την καταγωγή του ανθρώπου. Μετά τον κατακλυσμό και την σωτηρία του Δευκαλίωνος και της Πύρρας, αφού εξήλθαν της Κιβωτού και καθώς προχωρούσαν, έπαιρναν λιθάρια από τη γη και τα πετούσαν πίσω τους δίχως να κοιτούν. Από τις πέτρες του Δευκαλίωνα φύτρωναν άνδρες, ενώ από της Πύρρας γυναίκες. Έτσι, εγκαινιάστηκε το νέο ανθρώπινο γένος. Στο δικό μου φαντασιακό υποσυνείδητο είναι πλάσματα με ζωή, έχουν ενέργεια κι ας είναι ακίνητα, μοιάζουν με παντεπόπτες μάρτυρες της δικής μας προσωρινότητας επιδεικνύοντας μια αξιοθαύμαστη στωική διάθεση, μοιάζουν με αθόρυβους καταγραφείς της παγκόσμιας συλλογικής μνήμης, που ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, κλιματικών μεταβολών και γεωγραφικών περιοχών, υπενθυμίζουν σε όλους μας το μεγάλο ταξίδι της γης και του κύκλου της ζωής. Είναι ο σκληρός δίσκος της ανθρωπότητας στον οποίο έχει αποθηκευτεί το συλλογικό μας ασυνείδητο, είναι ο οστέινος σκελετός των μικρών μας και μεγάλων μας επιτευγμάτων στο διάβα του χρόνου. Και φυσικά αισθάνομαι ότι η δύναμή τους είναι ανυπέρβλητη, μια δύναμη ηθική κυρίως, η δύναμη της αντίστασης της βούλησης του έμφρονος ανθρώπου και της αρραγούς συνείδησής του, η οποία αισθητοποιείται τόσο υπέροχα στον σολωμικό στίχο «Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος».

 

Μ.Λ.: «Τότε ο χώρος ανοίγει τα χέρια του διάπλατα έτοιμος να μας αγκαλιάσει». Στίχος από το ποίημα ΣΥΝΑΞΙΣ από την Ποιητική Συλλογή σε πρώτο πληθυντικό. Προσωποποίηση, τολμηρή εικόνα που διεγείρει τη σκέψη και τη φαντασία. Πιστεύετε ότι τα καλολογικά στοιχεία κάνουν πιο θελκτική την Ποίηση;

Κ.Γ.: Όχι απαραίτητα. Δεν είχα, δεν έχω κι ούτε θέλω να έχω παρωπίδες στην ποιητική μου έκφραση προσαρμόζοντάς την σε τυπολογικούς κανόνες, που λειτουργούν πάντα περιοριστικά και σε αντίθεση με τα αληθινά μέτρα της ποίησης. Πιστεύω ότι, ανάλογα με το θέμα, οι ροές της συνείδησης, ο ρυθμός τους και η ένταση του ενεργειακού τους κάθε φορά φορτίου καθορίζουν και σχηματοποιούν στο επίπεδο του λόγου, της μορφής, και την επιλογή της ποιητικής έκφρασης και της απόδοσής της. Η ποίηση άλλοτε γίνεται θελκτική με την απλότητα, την συμπύκνωση, τον λακωνικό, κρυπτικό και λιτό λόγο, σαν έναν πειθαρχημένο στρατιώτη σε παράταξη, που περιμένει το παράγγελμα για να σκοπεύσει, κι άλλοτε σαγηνεύει, όταν φορά τα λαμπερά φανταχτερά της κοσμήματα και τα πλουμιστά της μακρόσυρτα πολύχρωμα φορέματα, σαν μια γυναίκα εξωτικής ομορφιάς, που λικνίζεται με χάρη μπροστά σου, σε καλεί και σε παρασύρει ερωτικά στον χορό των αισθήσεων και των λέξεων. Η κάθε περίπτωση έχει την γοητεία του ανεξερεύνητου και του απροσδιόριστου.

 

Μ.Λ.: Ετοιμάζετε κάτι αυτήν την περίοδο;

Κ.Γ: Η αλήθεια είναι, κυρία Λίτσα, ότι ποτέ δεν σταμάτησα να γράφω. Νομίζω, όμως, ότι είναι πολύ νωρίς για κάτι καινούργιο. Προς το παρόν σκέπτομαι, μετά την επιτυχημένη εκδήλωση παρουσίασης του τελευταίου μου έργου, «σε πτώση δοτική», στην Αθήνα, και την πραγματοποίηση μιας αντίστοιχης εκδήλωσης και στην γενέτειρά μου, στο Αγρίνιο. Αυτό που μπορώ να σας αποκαλύψω είναι ότι σχεδιάζω στο απώτερο μέλλον την έκδοση ενός ποιητικού έργου που θα αποτελέσει την αιχμή του δόρατος των δύο προηγούμενων, θα είναι κατά κάποιο τρόπο το επιστέγασμά τους, και θα συγκροτούν όλα μαζί μια ποιητική τριλογία, η οποία θα εκφράζει ολοκληρωμένα την φιλοσοφία της δικής μου ποιητικής κοσμοαντίληψης.

 

Πηγή: Υδράνη e-movie magazine

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.