Έριχ Μαρία Ρεμάρκ

22/6/1898: Γεννήθηκε ο συγγραφέας Έριχ Μαρία Ρεμάρκ. Στο «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» ο Ρεμάρκ δίνει μια ζωηρή περιγραφή για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε κλάσματα του δευτερολέπτου…

 

***

 

«Αν ξεκινήσεις να βάζεις έναν άνθρωπο να σκοτώνει, δεν μπορείς μετά να τον σταματήσεις, όπως σβήνεις μια μηχανή». Ένας βετεράνος του Σομ θυμήθηκε ότι σκότωσε Γερμανούς που παραδίδονταν σχεδόν σαν αντανακλαστική αντίδραση: «Κάποιοι από τους Γερμανούς έβγαιναν από τα χαρακώματά τους με τα χέρια ψηλά σε ένδειξη ότι παραδίνονταν. Άλλοι έτρεχαν πίσω στα εφεδρικά χαρακώματα. Για εμάς έπρεπε να εξοντωθούν». Με το ίδιο πνεύμα το Τάγμα Όταγκο από τη Νέα Ζηλανδία δεν έπιασε αιχμάλωτους όταν έκανε έφοδο στο Κρεστ Τρεντς. Όταν κάτι τέτοιο δε συνέβαινε, γινόταν αντικείμενο σχολιασμού. Ένας Ιρλανδός υπολοχαγός της 16ης Μεραρχίας στο Γκενσί, το Σεπτέμβριο του 1916, είχε εντυπωσιαστεί που «ούτε ένας» από τους 200 «Ούννους» που είχε «απασχοληθεί με τη σφαγή των ανδρών μας δε σκοτώθηκε μέχρι την τελευταία στιγμή», αφού είχε παραδοθεί. «Δεν είδα ούτε έναν αιχμάλωτο να πυροβολείται ή να λογχίζεται», πρόσθεσε. «Όταν θυμάσαι ότι οι άνδρες μας βρίσκονταν μέσα σε μια ξέφρενη υπερένταση, αυτή η υπέρτατη πράξη ελέους προς τον εχθρό τους θα είναι σίγουρα για πάντα προς τιμή τους». Το ότι το γεγονός αυτό του είχε κάνει τόση εντύπωση, υποδεικνύει ότι ήταν μάλλον η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.

Θα ήταν εύκολο να κάνουμε έναν κατάλογο με παρόμοια περιστατικά, τυπικά «ανάρμοστης» βίας, τα οποία ωστόσο κάποιες φορές είναι σίγουρο ότι συμβαίνουν σε μάχες εκ του συστάδην. Πιθανώς ένας αριθμός των περιπτώσεων που αναφέρει ο Γκάλινγκερ να έμοιαζαν περισσότερο με τέτοια περιστατικά, όπως προκύπτει από τα όσα υπονοούν οι διηγήσεις του. Στο «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» ο Ρεμάρκ δίνει μια ζωηρή περιγραφή για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε κλάσματα του δευτερολέπτου, τα οποία καθόριζαν τις τύχες των ανδρών που παραδίνονταν:

«Έχουμε χάσει κάθε συναίσθημα αλληλεγγύης, μόλις που αναγνωρίζουμε ο ένας τον άλλο όταν βλεπόμαστε, έτσι αναστατωμένοι που είμαστε. Είμαστε νεκροί, χωρίς συναισθήματα, που χάρη σ’ ένα μυστηριώδες κόλπο καταφέρνουν να στέκονται στα πόδια τους και να σκοτώνουν.

Ένας νεαρός Γάλλος μένει πίσω, τον φτάνουμε, σηκώνει ψηλά τα χέρια του, στο ένα κρατάει ακόμα το περίστροφό του – δεν ξέρουμε αν σκέφτεται να πυροβολήσει ή να παραδοθεί. Ένα κτύπημα με το πτυοσκάπανο και το κεφάλι του ανοίγει στα δύο. Ένας άλλος το βλέπει και προσπαθεί να το σκάσει. Μια ξιφολόγχη σφυρίζει στον αέρα και χώνεται στην πλάτη του. Τινάζεται πάνω, απλώνει τα χέρια του, βάζει τις φωνές με το στόμα του ορθάνοιχτο, προχωρά τρεκλίζοντας με την ξιφολόγχη καρφωμένη στην πλάτη του. Ένας τρίτος πετάει μακριά το όπλο του και ζαρώνει στο χώμα, σκεπάζοντας τα μάτια με τα χέρια του. Τον αφήνουμε πίσω μαζί με μερικούς ακόμα αιχμάλωτους για να βοηθήσει στη μεταφορά των τραυματιών».

Niall Ferguson, «Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 680-681

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.