Αντόν Τσέχωφ

15/7/1904: Φεύγει από τη ζωή ο Αντόν Τσέχωφ.

 

«Αν φοβάσαι τη μοναξιά, μην παντρευτείς».

 

«Ανθολόγιο Ιδεών» (επιμ.: Ι. Ευαγγέλου, Μ. Κώνστα), εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 62.

***

Γεννημένος στις 29 Ιανουαρίου (17/1 με το παλαιό ημερολόγιο) του 1860, ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της οικογενείας του με παππού δουλοπάροικο που εξαγόρασε την ελευθερία του. Ο πατέρας του δούλευε σαν λογιστής και διατηρούσε παράλληλα τυροκομείο, ήταν τυραννικός, αλκοολικός, θρησκόληπτος και ήταν αδύνατον να καλύψει τις ανάγκες της οικογένειάς του. Με την πτώχευση της οικογένειας τα δυο μεγαλύτερα αδέρφια του Τσέχωφ έφυγαν αντιδρώντας στο αυταρχικό περιβάλλον του πατέρα τους ενώ ο Αντόν δεν ακολούθησε την οικογένεια που εγκαταστάθηκε στη Μόσχα για να αποφύγουν τη δικαστική δίωξη των δανειστών. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στην προπαρασκευαστική τάξη του ενοριακού ελληνικού σχολείου του Ταγκανρόγκ της θάλασσας του Αζόφ και στη συνέχεια φοίτησε στο κλασικό γυμνάσιο της πόλης. Από την 6η τάξη του γυμνασίου αναγκάστηκε μόνος του να βγάζει το ψωμί του παραδίδοντας μαθήματα κατ’ οίκον.

Η γέννηση αυτού του ανεπανάληπτου συγγραφέα συντελέστηκε όταν σαν φοιτητής στο Ιατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Μόσχας, από όπου αποφοίτησε το 1884, άρχισε να γράφει σαν χιουμορίστας ευθυμογραφήματα για τα περιοδικά προκειμένου να συμπληρώνει το εισόδημά του. Το πρώτο ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε ήταν «Αντόσια Τσεχοντέ». Το 1884 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο διηγημάτων, «Τα παραμύθια της Μελπομένης» και το 1885 τις «Φανταχτερές Ιστορίες».

Παράλληλα με το επάγγελμα του ιατρού, αναπτύσσει μεγάλη και σημαντική συγγραφική δραστηριότητα. Το 1886 γράφει το πρώτο του μονόπρακτο με τίτλο «Κύκνειο άσμα». Το 1888 του απονέμεται το Βραβείο Πούσκιν.

Το 1895, όπως γράφει ο Ανρί Τρουαγιά στη βιογραφία του Τσέχωφ, ολοκληρώνει το έργο «Ο Γλάρος». «Το τελείωσα… Δεν είναι τίποτε ιδιαίτερο. Θα έλεγα τελικά πως είμαι μέτριος δραματουργός», έγραφε στη συγγραφέα Έλενα Σαβρόβα. Το πρώτο ανέβασμα, το 1896, στο θέατρο Αλεξαντρίνσκι, ήταν μια τραγική αποτυχία.

Όταν παρουσιάστηκαν τα πρώτα σημάδια της φυματίωσης, είχε ήδη αρχίσει να δημοσιεύει τα πρώτα του διηγήματα στο περιοδικό «Νέοι Καιροί». Το εξάμηνο στη νήσο Σαχαλίνη (Μάιος – Δεκέμβριος 1890) και η έντονη δραστηριότητά του σε εκείνο το «κολαστήριο», όπως το χαρακτήρισε, επηρέασαν την κυβέρνηση, η οποία και αναγκάστηκε να λάβει μέτρα για τις εκεί συνθήκες διαβίωσης.

Στις 17 Ιανουαρίου 1904 ο Στανισλάφσκι ανέβασε τον «Βυσσινόκηπο» στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας. Όπως ο Τσέχωφ ομολογεί, αυτό το έργο τον δυσκόλεψε πολύ. Η υγεία του είχε ήδη κλονισθεί και ο ίδιος το έπιανε και το άφηνε για καιρό. Ωστόσο τον Ιούλιο του 1903 αποφάσισε να πιέσει τον εαυτό του και να το τελειώσει ώστε να είναι έτοιμο για την καινούργια θεατρική σεζόν. «Το έργο δεν είναι έτοιμο, προοδεύει με κόπο, πράγμα που οφείλεται στην τεμπελιά μου, στο κρύο και στη δυσκολία του θέματος», έγραφε στον Στανισλάφκσι. Η αλήθεια ήταν όμως πιο σκληρή. Η κατάσταση της υγείας του είχε επηρεάσει τη δημιουργική του ικανότητα. Τον Σεπτέμβριο του 1903 το ολοκλήρωσε και το έστειλε στη Μόσχα με τη σύζυγό του: «Δεν είναι δράμα αλλά κωμωδία και μάλιστα σε ορισμένα μέρη φάρσα». Αν και μεσολάβησαν πολλές περιπέτειες, η πρεμιέρα δόθηκε και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.

Ξημερώματα 2ας Ιουλίου 1904, σε ηλικία 44 χρόνων, ο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ άφηνε την τελευταία του πνοή στη λουτρόπολη Μπάντεβαϊλερ. Στο πλάι του βρισκόταν η σύζυγός του, η ηθοποιός Ολγα Κνίπερ. Το χιούμορ με το οποίο αντιμετώπιζε τη ζωή θα τον συνοδέψει και στο θάνατό του. Η σορός του μεταφέρεται σ’ ένα βαγόνι με στρείδια. Από λάθος οι παριστάμενοι ακολουθούν έναν άλλο νεκρό στρατιωτικό με τη συνοδεία μπάντας. Θάφτηκε στο κοιμητήριο Νοβοντέβιτσι και πάνω από τον τάφο του γέρνουν τα κλαριά μιας κερασιάς.

Πηγή: ελculture

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.