30/3/1896: Φεύγει από τη ζωή ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες πολιτικούς και αναμορφωτής της ελληνικής πολιτικής σκηνής, ο Χαρίλαος Τρικούπης.
***
Από τις αρχές του 1893 οι γαλλόφιλοι Κωνσταντόπουλος και Καραπάνος δε δίσταζαν να υποστηρίξουν στη Βουλή πως μόνη λύση ήταν πλέον η πτώχευση. Όταν ο Τρικούπης εξασφάλισε νέο δάνειο από την Αγγλία, ο Συγγρός έπεισε το βασιλιά να μην το επικυρώσει, εξαναγκάζοντας τον Τρικούπη σε παραίτηση. Η νέα κυβέρνηση, υπό το Σ. Σωτηρόπουλο (και με πολιτικούς οι οποίοι, κατά το Δηλιγιάννη, δέχονται να μεταβληθώσιν εις σταυλίτας των ανακτόρων διότι νομίζουσιν ότι ούτω θέλουσι δυνηθεί να σταδιοδρομήσωσι), προχώρησε σε μια έμμεση πτώχευση συνάπτοντας δάνειο κεφαλαιοποίησης για να πληρώσει τα τοκομερίδια. Όταν το Νοέμβριο του 1893 ο Τρικούπης επανήλθε στην κυβέρνηση, ακύρωσε το δάνειο αυτό, που κλόνιζε τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, αλλά δεν μπόρεσε να συνάψει νέο. Έτσι, στις 10 Δεκεμβρίου 1893 θα ομολογήσει ρητά από το βήμα της Βουλής ότι δυστυχώς επτωχεύσαμεν. Οργισμένοι οι ξένοι δανειστές ζητούσαν επιβολή διεθνούς ελέγχου στην ελληνική οικονομία, ενώ βάναυση ήταν η αντίδραση Γερμανών και Γάλλων κατόχων των εκμηδενισμένων πια ελληνικών χρεογράφων στα διεθνή χρηματιστήρια.
Σύσσωμη η αντιπολίτευση, το Παλάτι και οι κεφαλαιούχοι ενώθηκαν κατά του Τρικούπη, ενώ ο χρηματιστής Α. Βλαστός διηύθυνε την ανθελληνική εκστρατεία από το Παρίσι. Διαδηλώσεις στην επαρχία, όπου περιόδευε ο Δηλιγιάννης, ή στην Αθήνα, όπου κυριαρχούσε ο Δ. Ράλλης, παρέλυαν καθημερινά τη ζωή της χώρας. Σε μια από αυτές (σε συλλαλητήριο ιδιοκτητών ακινήτων, στις 8 Ιανουαρίου 1895) εμφανίστηκε και υπερασπίστηκε προσωπικά τους διαδηλωτές ο ίδιος ο διάδοχος Κωνσταντίνος, γεγονός που οδήγησε τον Τρικούπη σε παραίτηση. Οι εκλογές που ακολούθησαν, στις 16 Απριλίου 1895, αποτέλεσαν πανωλεθρία για τον Τρικούπη, που δεν εξελέγη καν βουλευτής. Έφυγε και πέθανε το επόμενο έτος στις Κάννες της Γαλλίας, με την πικρία ότι ο ελληνικός λαός, παρασυρμένος από δημοκόπους και κερδοσκόπους, δεν είχε κατανοήσει τη σημασία της εθνικής ανορθωτικής προσπάθειάς του.
Κώστας Χατζηαντωνίου, «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας», εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 271-272.