Απέλαση 12.000 Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη | 1966

3/2/1966: Η Τουρκία απευλαύνει οριστικά 12.000 Έλληνες –κατοίκους– Κωνσταντινούπολης. Η απέλαση γίνεται ρεβανσιστικά έναντι του Κυπριακού…

 

***

 

Με τον Παντελή τον ένωνε μια πολύ δυνατή φιλία. Μια φιλία που σφυρηλατήθηκε σε τόπους εξορίας και εκτοπισμού, που άρχισε το 1914, όταν οι Τσέτες τούς ανάγκασαν ν’ αφήσουν τα σπίτια τους, τα χωράφια τους, τους κόπους μιας ζωής και να τραπούν σε άτακτη φυγή.

Η κακιά στιγμή

«Καλλιρρόη, οι Τσέτες είναι στην πλατεία, θέλουν να μαζευτούμε όλοι εκεί, μικροί και μεγάλοι!» ακούει ακόμη στ’ αυτιά του την έντρομη φωνή της Παναγούλας, γυναίκας του ξαδέλφου του Νίκου Τρα. Η κακιά στιγμή, λοιπόν, που φοβόνταν όλοι είχε φτάσει. Το κακό προαίσθημα, η έντονη ανησυχία, τα αβέβαια μελλούμενα είχαν πλέον συγκεκριμένη ταμπέλα κι όνομα. Διωγμός, εξορία, αφανισμός, εγκατάλειψη της γης που μεγάλωσαν αυτοί κι οι πρόγονοί τους από εκατοντάδες χρόνια.

Ότι ερχόταν το κακό το έβλεπες. Το αφουγκραζόσουν, διαπερνούσε σαν κάτι χειροπιαστό ανάμεσα στους χριστιανούς, στις εκκλησίες, στα καφενεία, στους αγρούς, τα παζάρια, στους μαχαλάδες όλων των χωριών της Προποντίδας, από την Κίο έως την Τρίγλια στα παράλια, από το Παλλαδάρι, τη Μυσόπολη, την Αγία Παρασκευή και την Προύσα στο εσωτερικό. Το ξόρκιζαν φωναχτά οι γυναίκες στις προσευχές τους, οι γριές το καταριόνταν. Οι άντρες προσπαθούσαν να το διώξουν ντουμανιάζοντας το κεφάλι τους με τον καπνό του ναργιλέ και μια κούπα κρασί. Με τους Τούρκους στα χωριά τους μια χαρά τα πήγαιναν. Τα μοιράζονταν όλα… Τις χαρές, τις λύπες, τα πανηγύρια, τις ομορφιές και τις αναποδιές της ζωής. Ακόμη και στις θρησκευτικές γιορτές συμμετείχαν οι μουσουλμάνοι. Δεν ξεχνούσαν πού και πού ν’ ανάβουν και κανένα κεράκι στον Άγιο Αβέρκιο – άλλοι μυστικά, άλλοι φανερά.

Ο Νικολάκης έβλεπε κάθε χρόνο, στις 29 Αυγούστου, του Αϊ-Γιάννη του Πρόδρομου όλο και κάποια οικογένεια Τούρκων να τους ακολουθεί στη Μυσόπολη, στην πανήγυρη που διαρκούσε τέσσερις μέρες. Πήγαιναν δύο μέρες πριν κι έφευγαν δύο μέρες μετά. Οι περισσότεροι φιλοξενούνταν σε φιλικά σπίτια. Σε πολλά χωριά ο μουχτάρης που διοικούσε το χωριό ήταν χριστιανός και στους δύο ή τρεις αζάδες υπήρχε και κάποιος μουσουλμάνος.

 

Νίκος Καζατζόπουλος, Το «Νιλουφέρ», εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 20-21

 

***

 

Το «Νιλουφέρ»

Το «Νιλουφέρ» ήταν το ατμόπλοιο που μετέφερε τους κατοίκους από τα παράλια της Προποντίδας και της ΒιθυνίαςΚίος, Τρίγλια, Ελιγμοί, Μουδανιά– και το μόχθο τους –λάδι, σταφύλια, σύκα, μεταξωτά– στην αρχόντισσα Πόλη.

Ήταν, όμως και το καΐκι που έμελλε να σεργιανίσει τα ξεριζωμένα σώματά τους στις νέες –αφιλόξενες γι’ αυτούς– πατρίδες μετά την Καταστροφή. Τις ψυχές τους τις είχαν θυμίαμα και καντήλι που σιγόκαιγε φωτίζοντας τα άγια χώματα των χαμένων πατρίδων.

Είναι το πλοίο που εκτίθεται μισοβουλιαγμένο και τσακισμένο σ’ έναν όρμο του Κορινθιακού Κόλπου, για να πιστοποιεί και ν’ αποτελεί το αποδεικτικό στοιχείο της εξιστόρησης μιας συγκλονιστικής διαδρομής 100 και πλέον χρόνων των πρωταγωνιστών και των απογόνων τους, που με ανυπέρβλητες δυσκολίες, αλλά με χαμόγελο και ρυθμό σμυρναίικο, ύφαιναν μια νέα ζωή.

Αδέλφια, που χάθηκαν, ξανασμίγουν μες στη θύελλα του Εμφυλίου Πολέμου. Αξέχαστοι έρωτες ολοκληρώνονται στην Πόλη των Σεπτεμβριανών, σκονισμένες από τη λήθη ψυχές αναζητούνται μετά από πολλά χρόνια στις παλιές, αλησμόνητες πατρίδες.

 

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.