Ποιήματα 1874-1910

6,00 4,80

978-960-426-612-8

6,00 4,80

Σε απόθεμα

Διαθέσιμο επίσης στους παρακάτω ιστότοπους:

Ως γνωστόν, ο Παπαδιαμάντης έγραψε ελάχιστα ποιήματα. Κάποια από αυτά παρεμβάλλονται μέσα στα διηγήματά του σαν παλιοί λησμονημένοι στίχοι. Και κάποια άλλα, όπως τα υμνογραφικά, είναι ελεύθερες αποδόσεις από ψαλμούς και εκκλησιαστικούς ύμνους. Τα περισσότερα, όμως, είναι εμπνευσμένα από πανηγύρια και μοναστηριακά κτίσματα της Σκιάθου.

Αν και ο ίδιος ποτέ δε θεώρησε τον εαυτό του ποιητή, εντούτοις αυτές οι ποιητικές του δοκιμές, που συγκεντρώνονται στην έκδοση «Ποιήματα 1874-1910» (εκδόσεις Ιωλκός, 2011, επιμέλεια: Γιάννης Κορίδης), θεωρούνται ακρογωνιαίοι λίθοι της θρησκευτικής μας ποίησης. Αποτελούν δέσμες φωτεινές στα πολλά σκοτάδια της ζωής. Παράλληλα αποκαλύπτουν μια βασανισμένη μυστικοπάθεια και ένα μουσικό κραδασμό που τροφοδοτούσε τις κρυφές αγωνίες του Παπαδιαμάντη. Είναι ποιήματα μακράς πνοής.

***


ΣΕΡΕΝΑΤΑ

Τὸ σῶμα αὐτὸ τὸ αἰθέριο στὴ γῆ νὰ μὴ λυγίσει
καὶ τὸ χαμόγελο ποτὲ στὰ χείλη νὰ μὴ σβύσει·
νὰ μὴ φανῆ τὸ κάλλος σου πὼς εἶν᾿ ἀπὸ τὸ χῶμα.
Ὤ, χαῖρε τοῦ θανάτου, ποὺ μ᾿ ἐπότισες τὸ πόμα.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γεννήθηκε στη Σκιάθο στις 3 Μαρτίου του 1851 και ήταν γιος του ιερέα Αδαμάντιου Εμμανουήλ και της Αγγελικής κόρης Αλεξ. Μωραϊτίδη. Τελείωσε το δημοτικό και τις δύο πρώτες τάξεις του ελληνικού σχολείου στη Σκιάθο. Φοίτησε σε σχολείο της Σκοπέλου, του Πειραιά και τελικά πήρε απολυτήριο Γυμνασίου από το Βαρβάκειο το 1874. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου, γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου όμως ποτέ δεν αποφοίτησε, ενώ γράφει το πρώτο λυρικό του ποίημα για τη μητέρα του.

Έμαθε αγγλικά και γαλλικά μόνος του. Για να ζήσει έκανε ιδιαίτερα μαθήματα και δημοσίευε κείμενα και μεταφράσεις στις εφημερίδες. Τον Ιούλιο του 1872 ακολούθησε το μοναχό Νήφωνα στο Άγιο Όρος, όπου έμεινε μερικούς μήνες, αλλά διαπίστωσε ότι δεν του ταίριαζε το μοναχικό σχήμα. Ωστόσο, δεν έλειπε ποτέ από τον κυριακάτικο εκκλησιασμό στον Άγιο Ελισσαίο στο Μοναστηράκι, όπου έψελνε ως δεξιός ψάλτης. Το 1879 δημοσιεύει το μυθιστόρημα η «Μετανάστις» στην εφημερίδα Νεόλογος. Το 1882 άρχισε να δημοσιεύει το μυθιστόρημά του «Οι έμποροι των Εθνών» στην εφημερίδα Μη χάνεσαι. Το 1884 άρχισε να δημοσιεύει στην Ακρόπολη το μυθιστόρημά του «Γυφτοπούλα», όπου από το 1892 ως το 1897 εργάζεται ως τακτικός συνεργάτης. Από το 1902 ως το 1904 μένει στη Σκιάθο απ’ όπου δημοσιεύει τη «Φόνισσα».

Το έργο του περιλαμβάνει περίπου 180 διηγήματα και νουβέλες που αναφέρονται στις φτωχές τάξεις της Αθήνας και της Σκιάθου και ελάχιστα ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Στις 13 Μαρτίου 1908 γιορτάζεται στον Παρνασσό η 25ετηρίδα του στα ελληνικά γράμματα, υπό την προστασία της πριγκίπισσας Μαρίας Βοναπάρτη. Αμέσως μετά επιστρέφει στην πατρίδα του όπου και μένει ως το τέλος της ζωής του. Πεθαίνει το ξημέρωμα της 3ης Ιανουαρίου του 1911 από πνευμονία.