Συνέντευξη της δημιουργού Ελένης Παπανδρέου στην Ελένη Γκίκα και το Fractal, για το λεύκωμά της «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία» (εκδόσεις Ιωλκός, 2023).
✔ Ελένη Παπανδρέου: «Όλα τα βήματα οδηγούν στην πολυπόθητη κάθαρση. Αυτή για μένα είναι η δημιουργική διαδικασία»
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //
«Συναντώ τις ιστορίες μου αναπόφευκτα και μοιραία. Σχεδόν πέφτω επάνω τους. Δεν μπορώ να τις αποφύγω. Δεν υπάρχει τίποτα συνειδητό ή λογικό, στην όλη διαδικασία. Είναι σαν να μπαίνω σε έναν δρόμο όπου το μόνο που πρέπει να κάνω είναι να παρατηρώ τους ήρωές μου με όλα τα φώτα της ψυχής αναμμένα»
Η Ελένη Παπανδρέου στο καινούργιο της βιβλίο «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες από την Συρία» κυριολεκτικά υπερέβην εαυτόν. Εξαιρετική ποιήτρια τώρα μας αποδεικνύει και το πόσο σπουδαία είναι στη φωτογραφία, στη παραμυθία και στην αλληγορία.
«Εννοείται, πως πηγή έμπνευσης του βιβλίου ήταν το ταξίδι μου στη Συρία. Τελικά, όμως, ο τόπος λειτούργησε ως ένα δυνητικό ερέθισμα, αφού στην ουσία του το βιβλίο αφορά στο εύθραυστο της ζωής και στο θάνατο ως μια μορφή μετουσίωσης. Οι ιστορίες της Συρίας δεν έχουν ένα αυστηρό γεωγραφικό και ιστορικό πλαίσιο. Αν αφαιρέσει κάποιος τις φωτογραφίες, αλλάξει τα ονόματα προσώπων και φαγητών και αντικαταστήσει τον πόλεμο με μια αρρώστια, ένα ατύχημα ή μια φυσική καταστροφή, θα δει ότι οι ιστορίες θα μπορούσαν να αφορούν οποιαδήποτε χώρα και οποιονδήποτε άνθρωπο», θα μας πει η Ελένη Παπανδρέου και στην κουβέντα που ακολουθεί θα διαβάσετε τα πάντα για τη λογοτεχνία, το ταξίδι, τα τιμαλφή της ζωής, την απώλεια, κάθε μορφή μετουσίωσης, τη μνήμη του τόπου, τη Συρία που υπήρξε και θα υπάρχει πάντα στον αιώνιο χρόνο, στην ιστορία και τη φωτογραφία.
-Κυρία Παπανδρέου, τι έχει το ταξίδι σας στη Συρία που δεν το έχει κανένα άλλο ταξίδι σας;
Το ταξίδι, γενικά, έχει κάτι μυστηριακό. Γίνεσαι κοινωνός μιας πραγματικότητας που ωριμάζει εσωτερικά σε ένα μετέπειτα χρόνο, ενώ έχεις πια απομακρυνθεί, αλλά όχι αποκοπεί, από αυτό. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού το ζητούμενο είναι να βρίσκεται κανείς στο αέναο παρόν του τόπου, το οποίο συμπεριλαμβάνει όλους τους χρόνους, δηλαδή το παρελθόν αλλά και το μέλλον ως στοιχείο μετασχηματισμού. Αυτό το τελευταίο κομμάτι είναι ένα χαρτί που παραμένει κλειστό στο τραπέζι της ζωής, μέχρι εσύ να το επιλέξεις.
Η Συρία είναι ένας σαγηνευτικός προορισμός. Σε κερδίζει η ιστορία που κυλάει στις φλέβες του τοπίου και η ευγένεια των ανθρώπων που αντανακλά τη σοφία των αιώνων. Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, επέστρεφα συχνά στα πρόσωπα που συνάντησα εκεί με μια επίγευση τέλους. Σαν να ήμασταν όλοι εκεί κι όμως απόντες από τη συνέχεια της ζωής που μοιραστήκαμε. Αυτό ισχύει γενικότερα. Στη ροή της ζωής είναι σαν να συνυπάρχουμε όλοι μαζί, σε μια συνεχή κατάσταση αναχώρησης. Νομίζω ότι η Συρία μου έδωσε, ως απότοκο, αυτή τη συνειδητοποίηση.
-Και πώς προέκυψε το βιβλίο σας «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία»;
Αφετηρία ήταν οι φωτογραφίες. Υπάρχει κάτι αδυσώπητο στο τέλος της ζωής, στην καταστροφή της μορφής που τόσο επίμονα, εμείς οι φωτογράφοι, προσπαθούμε να αιχμαλωτίσουμε, ως επιβεβαίωση της ύπαρξης. Επέστρεφα συχνά στις φωτογραφίες με μια εσωτερική αγωνία, αλλά και με μία διερευνητική διάθεση. Στο θάνατο της χώρας συναντούσα πάντα τους δικούς μου θανάτους. Για να τους ξορκίσω, έπρεπε να κατέβω βαθιά στα σωθικά του κακού. Έτσι, κατέληξα σε αυτές τις ιστορίες, ως ένα αναγνωριστικό ταξίδι προς τη σκοτεινή πλευρά. Κι όπως γίνεται συχνά στην τέχνη, όσο πιο πολύ βυθιζόμουν μέσα στο σκοτάδι, τόσο περισσότερο ανακάλυπτα τη ζωή, την ομορφιά και το φως. Αυτά, τελικά, νομίζω είναι και τα συστατικά των ιστοριών της Συρίας.
-Από τον «Μάταιο Αύγουστο» μέχρι «Τα όνειρα της καμήλας» ήταν μακρύς ο δρόμος; Τι άλλαξε, τι έμεινε αναλλοίωτο και στη γραφή σας και στη ζωή σας (και στη ζωή μας, εδώ που τα λέμε).
Ταξίδι ήταν κι αυτός ο δρόμος. ‘Ένα γλυκό, όσο και απρόβλεπτο, ταξίδι που είχε τ’ αμπάρια του γεμάτα από ιστορίες και πρόσωπα. Είτε πρόκειται για ποίηση, είτε για πεζό λόγο με σώζουν πάντα τα πρόσωπα. Διευρύνονται για να με χωρέσουν. Στην αρχή μου αποκαλύπτονται με απαλά βήματα, μετά οι προβολές τους ισχυροποιούνται, απαιτώντας ένα δικό τους χώρο ύπαρξης και συνείδησης. Τότε ξεκινά ένας δαιμονικός χορός που, ενώ εμπεριέχει τα τύμπανα της δημιουργίας, ταυτόχρονα περικλείεται από τη σιωπή του παρατηρητή. Όλα τα βήματα οδηγούν στην πολυπόθητη κάθαρση. Αυτή για μένα είναι η δημιουργική διαδικασία, η οποία μέσα στο χρόνο παραμένει αναλλοίωτη στην ουσία της, ενώ ταυτόχρονα εξελίσσεται αντανακλώντας τις δικές μου εσωτερικές αλλαγές. «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία» εγκαινιάζουν για μένα μια πιο προσωπική γραφή, με επιρροές από το μαγικό ρεαλισμό και τα παραμύθια. Διατηρώ τον παλμό της γλώσσας και την ονειρική εικονοποίηση που χαρακτηρίζει την ποίηση, αλλά ταυτόχρονα προχωράω σε μια πιο ολοκληρωμένη αφήγηση με έντονη χρήση της αλληγορίας και του συμβολισμού.
-Είναι αλληγορικά κείμενα που ακροβατούν ανάμεσα στο πεζό και στην ποίηση, στην ποίησή σας και στα πεζά, το ίδιο είναι το ζητούμενο; Μπορούμε να πούμε και ποιο είναι αυτό το ζητούμενο;
Νομίζω τελικά ότι, είτε πρόκειται για πεζό, είτε για ποίηση, η γλώσσα για έναν συγγραφέα είναι κοινή κι εξυπηρετεί τις ανάγκες της γραφής του. Η συγγραφή είναι ένα εσωτερικό μονοπάτι αναζήτησης με προορισμό την ομορφιά και την αλήθεια, ως εκφάνσεις ενός στοχαστικού γίγνεσθαι. Με αυτή την έννοια επιθυμώ οι λέξεις να πάλλονται, να έχουν ροή, μια λυρική πορεία προς το βαθύ συναίσθημα με στόχο να οδηγήσουν τον αναγνώστη σε ένα ξάφνιασμα. Αυτά είναι τα στοιχεία που δανείζομαι από την ποίηση. Από τον πεζό λόγο χρειάζομαι την αφήγηση για να σφυρηλατήσω μια σχέση αναδυόμενη, όσο και απελευθερωτική, με τους ήρωες του βιβλίου. Είτε πρόκειται για ποίηση, είτε για πεζό λόγο νιώθω την ανάγκη να διηγηθώ, πρώτα στον εαυτό μου και μετά στους άλλους, μια ιστορία. Αυτό με τρέφει σε ένα ασυνείδητο επίπεδο και με απελευθερώνει από τη στεγνή σύνδεση με το λογικό και το αναμενόμενο. Η γραφή είναι μια περιπέτεια της ύπαρξης, μια καταβύθιση στον εαυτό στην οποία οφείλει κάποιος να επιλέξει ακριβώς τα εργαλεία που χρειάζεται για να φτάσει σε έναν οργασμό που θα κυοφορήσει το καινούργιο.
-Τι διασώζει η φωτογραφία που διαφεύγει απ’ τις λέξεις, από τις ιστορίες και το αντίθετο, κυρία Παπανδρέου;
Υπάρχει μια δόση ματαιοδοξίας στη φωτογραφία. Ο φωτογράφος είναι ένας μανιακός συλλέκτης. Απαιτεί να αιχμαλωτίσει κατά πρώτο λόγο τον χρόνο και κατά δεύτερο μια αλήθεια μέσα από τη σχέση του με το τοπίο και τον άνθρωπο. Αυτό φυσικά δεν αφορά τη φωτογραφία στη διαφήμιση ή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου εκεί η φωτογραφία έχει ως στόχο τη διαστρέβλωση της αλήθειας προς όφελος της «εικόνας».
Αγαπώ τη φωτογραφία δρόμου γιατί δεν λέει ποτέ ψέματα. Ο φωτογράφος καλείται να αφηγηθεί μια ιστορία ή να αποκαλύψει μια σχέση μέσα από ένα μόνο καρέ. Οφείλει να συναντήσει αυτό που ονομάζουμε «αποφασιστική στιγμή», δηλαδή τη στιγμή που το αντικείμενο της φωτογραφίας αποκαλύπτεται, δημιουργώντας μια λεπτή σύνδεση με το ασυνείδητο του φωτογράφου. Ακριβώς επειδή δεν υπάρχει πρότερη γνωριμία, σχεδιασμός, ούτε συμβατική σχέση στη φωτογραφία δρόμου, το ασυνείδητο αναδύεται με έναν αποκαλυπτικό τρόπο, οδηγώντας τον φωτογράφο σε μια δική του προβολή στον εξωτερικό κόσμο. Φωτογραφίζουμε πάντα αυτό που είμαστε. Πρόκειται για μια μυστηριακή συνάντηση, στην οποία ο φωτογράφος οφείλει να είναι παρών αναγνωρίζοντας αυτή τη σύνδεση, εμβαθύνοντας στη σχέση με το αντικείμενο της φωτογραφίας και οργανώνοντας τα συνθετικά στοιχεία ενός κάδρου. Αφορά την αποθέωση της στιγμής, η οποία δυνητικά αποκτά μια μορφή αθανασίας, στο βαθμό που εμπεριέχει αλήθεια, μια αλήθεια που μπορεί εύκολα να γίνει απτή και προσβάσιμη στο κοινό. Αυτή είναι και η δύναμη της φωτογραφίας. Στην περίπτωση του κειμένου η αποκάλυψη της αλήθειας απαιτεί μια άλλη προσήλωση και επεξεργασία από τον αναγνώστη. Ταυτόχρονα, όμως, πλεονεκτεί στην απεικόνιση λεπτότερων και πολυπλοκότερων πτυχών της αλήθειας.
-Και τι σημαίνει για σας Φωτογραφία, Ιστορίες, Ποίηση αλλά Ταξίδι…
Ας πούμε, πρώτα απ’ όλα, ότι τόσο η φωτογραφία όσο και η συγγραφή συνιστούν ένα εσωτερικό ταξίδι. Στην περίπτωση της φωτογραφίας ο δημιουργός περιπλανιέται στον χρόνο και τον τόπο αναζητώντας στους άλλους έναν δικό του αντικατοπτρισμό. Δηλαδή η εσωτερική κίνηση ξεκινάει από το αντικείμενο της φωτογραφίας και καταλήγει στον ίδιο τον εαυτό. Η συγγραφή είναι ο ίδιος δρόμος σε αντίστροφη πορεία. Ο συγγραφέας ξεκινάει από τον εαυτό του για να συναντήσει τον χρόνο και τα πρόσωπα μέσα στα συστατικά στοιχεία του έργου. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει η ίδια ματιά και ανάγκη να πορευτεί κανείς μέσα από το ατομικό στο συλλογικό και αντίστροφα. Τα έργα τέχνης απελευθερώνονται από το εγώ του καλλιτέχνη στο βαθμό που συμπεριλαμβάνουν και τους άλλους.
-Πώς μπήκε στη ζωή σας η Φωτογραφία και πώς το Ταξίδι;
Τα παιδικά μου χρόνια είναι γεμάτα από την παρουσία μιας σπάνιας γυναίκας, που έφερνε στο σπίτι μας συζητήσεις για τις μεγάλες θρησκείες και τα θαύματα του κόσμου. Με σαγηνευτικές διηγήσεις από τα ταξίδια της με προσκαλούσε να μεθύσω από την ομορφιά της διαφορετικότητας και το μυστήριο της ύπαρξης. Αυτή μου άνοιξε την πόρτα στο ταξίδι κι εγώ δεκαετίες μετά ακολούθησα τα βήματά της στις γειτονιές του κόσμου.
Όσον αφορά τη φωτογραφία, στην αρχή απλά κυριαρχούσε η ματαιότητα της διατήρησης της μνήμης, δηλαδή τραβούσα κυρίως αναμνηστικές φωτογραφίες. Ήταν εκείνη η περίοδος της ζωής που όλα τα δικά σου φαίνονται μεγάλα και σημαντικά. Σιγά σιγά όμως οι υποσχέσεις της μνήμης ξεφτίζουν, καθώς κανείς συνειδητοποιεί τη δική του θνητότητα. Ταξιδεύοντας συστηματικά πια, άρχισε να αναδύεται μια αντανακλαστική σχέση με ό,τι φωτογραφίζω, ώσπου έγινα όλα τα τοπία και τα πρόσωπα. Τώρα πια από το κλικ της μηχανής, αποζητώ μόνο αυτή την ασυνείδητη όσο και μαγική συνάντηση.
-Επιστρέφουμε αλλιώς μετά από κάθε ταξίδι;
Επιστρέφω πάντα με την κούραση και τον ενθουσιασμό ενός μικρού παιδιού που πέρασε όλη τη μέρα στο λούνα παρκ. Μετά από δύο μέρες το ταξίδι μοιάζει ήδη μακρινό, αλλά, όπως προανέφερα, έχω αρχίσει πια να ζω στο αέναο παρόν του. Κάθε ταξίδι είναι ένας καινούργιος εαυτός, μέσα στον οποίο ζουν οι εικόνες και οι σκέψεις που συνάντησες. Μικραίνεις καθώς διαστέλλεσαι στο άπειρο μιας ύπαρξης συλλογικής, αναγνωρίζοντας πως είσαι απλά μια ψηφίδα στον κόσμο των θαυμάτων.
-Και ποιο ήταν εκείνο το ταξίδι σας που σας άλλαξε περισσότερο; Εδώ τίθεται ένα ευρύτερο ερώτημα. Τι είναι τελικά το ταξίδι;
Το ταξίδι εμπεριέχει τις έννοιες της μετακίνησης, της διαμονής και του προορισμού. Απαντώντας με την στενή έννοια του όρου η καρδιά μου θα χτυπά πάντα στην Ανατολή, εκεί που γεννήθηκαν οι μεγάλες θρησκείες. Με την ευρύτερη έννοια του όρου το σημαντικότερο ταξίδι είναι οι άνθρωποι που μου χάρισαν την αγάπη τους και μου επέτρεψαν να μετοικήσω μέσα τους. Τα σημαντικότερα ταξίδια είναι εκείνα της καρδιάς και το ανώτερο όλων είναι η γνώση του εαυτού.
-Οι ιστορίες σας είναι τρομακτικές και αναστάσιμες ταυτοχρόνως, είναι ταξίδια και συνάμα επιστροφές, ώρες ώρες μου θυμίζατε Άντερσεν και άλλοτε Μπόρχες, τι δυνατότητες μας παρέχει το όνειρο και το παραμύθι που μας στερεί η καθημερινότητα;
Όνειρα και παραμύθια μας προσφέρουν πρόσβαση στο ασυνείδητο και υπέρβαση πραγματικότητας και χρόνου, δημιουργώντας ένα δίχτυ ασφαλείας, μέσα στο οποίο μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας αλλά και τις μεγάλες πανανθρώπινες αλήθειες. Τα παραμύθια, όπως και η ποίηση, διακρίνονται από μια καλπάζουσα ελευθερία που οδηγούν δημιουργό και αναγνώστη σε ένα φαντασιακό ταξίδι εσωτερικής κάθαρσης. Είναι σχεδόν μαγικό που τα σκηνικά των παραμυθιών ξεπερνούν τη συμβατική ζωή, την ίδια στιγμή που την καθρεφτίζουν, ενώ οι ήρωες τους, αν και τόσο διαφορετικοί από εμάς, γίνονται αποκαλυπτικοί για τα ανθρώπινα πάθη και τους νόμους την ύπαρξης. Επίσης, η έντονη χρήση της αλληγορίας και των συμβόλων -άλλο ένα κοινό στοιχείο με την ποίηση- χαρίζει πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας, συνδέοντας συγγραφέα και αναγνώστη με ασυνείδητους τρόπους. Έτσι, δημιουργείται ένα εκρηκτικό πλαίσιο δράσης, μέσα στο οποίο οι ήρωες βιώνουν το όνειρο που συνδέει όλους εμάς με την αληθινή ζωή.
-Στα «Όνειρα της καμήλας» είχατε εκπλήξεις; Ποια από τις ιστορίες σας, σάς φύλαγε την μεγαλύτερη έκπληξη;
Νομίζω, πως όλο το βιβλίο ήταν μια έκπληξη. Αγαπώ και γιορτάζω μέσα μου την κάθε ιστορία για διαφορετικούς λόγους, αλλά πάντα με ιδιαίτερη συγκίνηση για τη σύνδεση που μου πρόσφερε με το βαθύ συναίσθημα και τον εσωτερικό ρυθμό της γραφής. Υπήρχε ένα μόνιμο ξάφνιασμα από τις συνεχείς εναλλαγές ανάτασης και θλίψης, σαν να ζούσα από την αρχή την περιπέτεια της ύπαρξης, καταδικασμένη σε ένα μελαγχολικό τέλος κι όμως αναγεννημένη μέσα από τις στάχτες της ιστορίας και των προσώπων.
-Κυρία Παπανδρέου, τα ταξίδια μας, τελικά, είναι επιστροφές στην αφετηρία;
Το ταξίδι δεν έχει κανένα άλλο δεδομένο, πέρα από την επιστροφή. Οφείλεις να επιστρέψεις στις ρίζες σου, αποδεχόμενος πως ποτέ δεν θα είσαι ίδιος με τον άνθρωπο που έφυγε. Ταυτόχρονα, σε ένα πιο στοχαστικό επίπεδο, στην αφετηρία της ύπαρξης υπάρχει η ενότητα και άρα εκεί οφείλεις να επιστρέψεις. Ταξιδεύεις με διάθεση να ενωθείς με τη φύση, τις εικόνες, τους ανθρώπους, τις γεύσεις, τα αρώματα, τους ήχους. Αυτό από μόνο του χαρίζει στον ταξιδιώτη μια μορφή πληρότητας. Ο άνθρωπος ευτυχεί όταν συνδέεται και όχι όταν αποκόπτεται, παρ’ όλο που μας διδάσκουν το αντίθετο.
Επίσης, σε πολλά ταξίδια, κυρίως σε υπανάπτυκτες χώρες που διατηρούν ακόμα ανέγγιχτη τη σύνδεση με τη φύση, μπορεί κάποιος να εμπειραθεί την αρχέγονη όσο και επιβλητική παρουσία της γης σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, καθώς και να διδαχτεί από την ιερότητα που της αποδίδουν αυτοί οι πολιτισμοί. Αυτό από μόνο του οδηγεί στις απαρχές της ύπαρξης του ανθρώπου πάνω στον πλανήτη.
-Λέτε «πάντα συναντάμε αυτό που είμαστε», και γιατί το αντιλαμβανόμαστε όταν απομακρυνόμαστε και όχι στην καθημερινότητα;
Το ταξίδι έχει μια αντίφαση. Ενώ ταξιδεύεις για να γνωρίσεις άλλες χώρες και πολιτισμούς, τελικά πάντα προβάλλεις τον εαυτό σου σε αυτούς. Έτσι, δημιουργείται μια αμφίδρομη σχέση μέσα στην οποία αναγκαστικά διαστέλλεσαι, αναγνωρίζοντας τους άλλους μέσα από σένα. Υπάρχει μια εσωτερικότητα σε αυτή την κίνηση, που ως διαδικασία μοιάζει με τη συγγραφή, με την έννοια ότι χρειάζεσαι τους άλλους για να επαναπροσδιορίσεις το ποιος είσαι.
Το ταξίδι δημιουργεί ψυχικές και πνευματικές συνθήκες που εκλείπουν από την καθημερινότητα. Πρώτα απ’ όλα αφήνεσαι σε μια πρωτόγνωρη αίσθηση ελευθερίας. Οι προσωπικές σου συμβάσεις καταλύονται, καθώς μεταμορφώνεσαι σε έναν μικρό εξερευνητή, ανοιχτό στο πιθανό και στο θαυμαστό. Όλα είναι δικά σου και ανήκεις σε όλα. Επίσης, η συνεχής επαφή με τη φύση, την τέχνη, την ιστορία, τη φιλοσοφία σου χαρίζει ψυχική ανάταση και ευφορία. Χωράς το διαφορετικό γιατί κι εκείνο σε χωράει, σε μία ένωση ανυπέρβλητης ομορφιάς και γνώσης. Όχι γνώση με την έννοια των πληροφοριών, αλλά με την έννοια της βαθιάς παρατήρησης και αποδοχής, μέσα από την οποία προκύπτει η σύγκλιση.
-Με συγκλόνισε «Η ιστορία μιας κολόνας». Πάντα ήταν γη. Ακόμα κι όταν απέμειναν τα κομμάτια της. Να πούμε πώς γράφτηκε;
Στα ταξίδια υπάρχουν κάποιες μέρες που μέσα σου συντελείται μια συγκλονιστική αποκάλυψη του τοπίου. Μια τέτοια εμπειρία μου επιφύλασσε και ο αρχαιολογικός χώρος της Παλμύρας, οπότε καταλαβαίνετε τη συντριβή μου όταν έμαθα για την καταστροφή των μνημείων. Ήθελα λοιπόν να γράψω κάτι για το τέλος της μορφής. Ταυτόχρονα, όμως, «Η ιστορία μιας κολόνας» μου επέτρεψε αφηγηματικά να συνδεθώ με τη Μάνα Γη, ως γενεσιουργός αρχή αλλά και σύμβολο ενότητας. Μέσα στη Γη όλα είναι ένα. Δεν υπάρχει ατομική συνείδηση. Στην ιστορία μου, λοιπόν, συναντώ μια πέτρα που ονειρεύεται να γίνει κολώνα. Από αυτή την απόφαση έπονται τα βάσανα του βίου της, δίνοντας μου έτσι την ευκαιρία να μιλήσω για τον πόνο της απόσχισης που προέρχεται από την ανάπτυξη του εγώ.
-Και η «Ζωή σαν παραμύθι» είναι όλες οι ζωές και όλα τα παραμύθια μαζί. Κυρία Παπανδρέου, να τολμήσω μια ερώτηση; Μας επιλέγουν, τελικά, οι ιστορίες;
Συναντώ τις ιστορίες μου αναπόφευκτα και μοιραία. Σχεδόν πέφτω επάνω τους. Δεν μπορώ να τις αποφύγω. Δεν υπάρχει τίποτα συνειδητό ή λογικό, στην όλη διαδικασία. Είναι σαν να μπαίνω σε έναν δρόμο όπου το μόνο που πρέπει να κάνω είναι να παρατηρώ τους ήρωές μου με όλα τα φώτα της ψυχής αναμμένα.
-Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Για μένα, η σχέση με τον ήρωα προηγείται της ιστορίας. Το κάλεσμα έρχεται από τα πρόσωπα του βιβλίου και το βιβλίο εμπεριέχει, από πλευράς μου, τη μυστική υπόσχεση πως θα εξιστορήσω τα πάθη τους με αλήθεια και καθαρότητα. Το πρώτο βήμα για να γράψω «Τα όνειρα της καμήλας» ήταν να επιλέξω τις έξι φωτογραφίες που φαντασιακά θα απεικόνιζαν τους ήρωες των αντίστοιχων ιστοριών. Αν και είχα πενήντα τουλάχιστον καλές φωτογραφίες στη διάθεσή μου, τα πρόσωπα μου μίλησαν από την πρώτη στιγμή και δεν πισωστράτησα ποτέ.
-Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να τον, την θελήσετε ήρωά σας, ηρωίδα σας;
Να είναι πλάσματα της γης φτιαγμένα από ουρανό. Να έχουν το βλέμμα τους στραμμένο στο φως κι ας είναι περικυκλωμένα με όλο το σκοτάδι του κόσμου. Να απαντούν σε ένα μεγάλο ερώτημα με την ίδια τους την ύπαρξη.
-Οι τόποι, αφηγούνται ιστορίες; Αν δεν είχατε κάνει αυτό το ταξίδι, θα είχατε γράψει αυτές τις ιστορίες;
Εννοείται, πως πηγή έμπνευσης του βιβλίου ήταν το ταξίδι μου στη Συρία. Τελικά, όμως, ο τόπος λειτούργησε ως ένα δυνητικό ερέθισμα, αφού στην ουσία του το βιβλίο αφορά στο εύθραυστο της ζωής και στο θάνατο ως μια μορφή μετουσίωσης. Οι ιστορίες της Συρίας δεν έχουν ένα αυστηρό γεωγραφικό και ιστορικό πλαίσιο. Αν αφαιρέσει κάποιος τις φωτογραφίες, αλλάξει τα ονόματα προσώπων και φαγητών και αντικαταστήσει τον πόλεμο με μια αρρώστια, ένα ατύχημα ή μια φυσική καταστροφή, θα δει ότι οι ιστορίες θα μπορούσαν να αφορούν οποιαδήποτε χώρα και οποιονδήποτε άνθρωπο.
Σας ευχαριστώ για την εμβάθυνση στο βιβλίο μου και τη δυνατότητα που μου δώσατε να μιλήσω για αυτό.
Πηγή: Fractal