Μαρτίνου, Σοφία Αθ.
Η Σοφία Αθ. Μαρτίνου είναι αρχιτέκτων και εικαστικός.
Γεννήθηκα στην Αθήνα, στην γειτονιά της Ακρόπολης. Η Προπυλαίων ήταν χωματόδρομος και το παιχνίδι μας ανεμπόδιστο. Το θέατρο του Διονύσου, η σπηλιά από πάνω με το αγίασμα, τα Προπύλαια, αλλά και ο Παρθενώνας· το ίδιο ελεύθερα και ανοιχτά κι αυτά, τότε τόποι παιχνιδιού, χωρίς διαχωριστικές γραμμές. Χαϊδεύαμε τα ζεστά μάρμαρα, ο Άτλας του προσκηνίου, με το μεγάλο κεφάλι ήτανε η «τούκα» στο κρυφτό και στο κυνηγητό. Στο σπίτι δεν είχα αφήσει τοίχο χωρίς σχέδια και σκίτσα, και οι γονείς μου, όχι, δεν τα έσβηναν… Όσο ψήλωνα εγώ, ανέβαινε και η ζώνη σχεδίων. Όταν έβρεχε, καθόμουν μέσα και διάβαζα με τις ώρες «Κλασσικά Eικονογραφημένα», «Ελληνόπουλο – ο Θησαυρός των Παιδιών», «Μικρός Ήρως», Ιούλιο Βερν, «Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου» (όλα τα λήμματα με την σειρά). Στην Πλάκα, δίπλα στο σχολείο, το Τμήμα Μεταγωγών, κάθε μέρα τα καμιόνια άδειαζαν πολιτικούς κρατούμενους. Τα καλοκαίρια, σύσσωμη η γειτονιά σκαρφαλωμένη σε φορτηγά Τζέημς εξορμούσε στα πέριξ. Τραγούδι στην διαπασών σ’ όλο τον δρόμο· «Κορόιδο Μουσολίνι», «Γιούπι γιάγια», «Κι όλο κλαίνε τα καβουράκια». Αν βρίσκαμε κάτω κομμάτι ψωμί, το σταυρώναμε και το βάζαμε κάπου ψηλά.
Μαρτίνου, Σοφία Αθ.
Η Σοφία Αθ. Μαρτίνου είναι αρχιτέκτων και εικαστικός.
Γεννήθηκα στην Αθήνα, στην γειτονιά της Ακρόπολης. Η Προπυλαίων ήταν χωματόδρομος και το παιχνίδι μας ανεμπόδιστο. Το θέατρο του Διονύσου, η σπηλιά από πάνω με το αγίασμα, τα Προπύλαια, αλλά και ο Παρθενώνας· το ίδιο ελεύθερα και ανοιχτά κι αυτά, τότε τόποι παιχνιδιού, χωρίς διαχωριστικές γραμμές. Χαϊδεύαμε τα ζεστά μάρμαρα, ο Άτλας του προσκηνίου, με το μεγάλο κεφάλι ήτανε η «τούκα» στο κρυφτό και στο κυνηγητό. Στο σπίτι δεν είχα αφήσει τοίχο χωρίς σχέδια και σκίτσα, και οι γονείς μου, όχι, δεν τα έσβηναν… Όσο ψήλωνα εγώ, ανέβαινε και η ζώνη σχεδίων. Όταν έβρεχε, καθόμουν μέσα και διάβαζα με τις ώρες «Κλασσικά Eικονογραφημένα», «Ελληνόπουλο – ο Θησαυρός των Παιδιών», «Μικρός Ήρως», Ιούλιο Βερν, «Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου» (όλα τα λήμματα με την σειρά). Στην Πλάκα, δίπλα στο σχολείο, το Τμήμα Μεταγωγών, κάθε μέρα τα καμιόνια άδειαζαν πολιτικούς κρατούμενους. Τα καλοκαίρια, σύσσωμη η γειτονιά σκαρφαλωμένη σε φορτηγά Τζέημς εξορμούσε στα πέριξ. Τραγούδι στην διαπασών σ’ όλο τον δρόμο· «Κορόιδο Μουσολίνι», «Γιούπι γιάγια», «Κι όλο κλαίνε τα καβουράκια». Αν βρίσκαμε κάτω κομμάτι ψωμί, το σταυρώναμε και το βάζαμε κάπου ψηλά.