Σε πρώτο πληθυντικό | Banner

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ – Κωνσταντίνος Γεωργίου: «Σε Πρώτο Πληθυντικό»

του Σταύρου Κοσμά Σταυρίδη

 

«Μα πόση ομορφιά μπορεί να κρύβεται/ μέσα στο φθαρτό σώμα ενός ανθρώπου;/ Μα πόση αθανασία μπορεί να φωλεύει/ μέσα στη διάφανη ψυχή ενός προσώπου;// Το μελωδικό θρόισμα των φύλλων της καρδιάς σου/ μυστικός ψίθυρος στο αυτί του θεού./ Το γαληνό αντιφέγγισμα των ματιών σου/ γλυκό τραγούδι στον καθρέφτη της ζωής./ Η γεύση της μοναδικότητας μιας στιγμής/ δρόμος πλατύς για την αιωνιότητα.» (σελ.22).

Ο τίτλος, αρχικά, δίνει την εντύπωση ότι αναφέρεται στον λυρισμό του «εμείς», ή τον πληθυντικό της μετριοφροσύνης. Ωστόσο από τα πρώτα ποιήματα, αντιλαμβανόμαστε ότι εδώ η φράση αυτή δεν έχει την καθιερωμένη ευγενική αναφορά, αν και η σεμνότητα του ποιητή είναι διάχυτη αφού σε τόνους χαμηλούς εστιάζεται στα μικρά και προσωρινά του κόσμου για να αναζητήσει μέσα τους το άπειρο και την αιωνιότητα.

Από μια πλειάδα ποιημάτων, ειδικότερα από αυτά που περιέχονται στις πρώτες σαράντα σελίδες του βιβλίου, διαπιστώνουμε ότι ο Κ.Γ. με την βαθυστόχαστη και άκρως συναισθηματική ποίησή του, έρχεται να καταθέσει μια προσωπική άποψη και πρόταση προς τον μοναχικό, καθηλωμένο στις υλικές επιδιώξεις άνθρωπο της εποχής μας. Προτείνει μια πνευματική ανάταση, που η έλλειψή της ήδη έχει επισημανθεί και η αναζήτησή της επιδιώκεται με διάφορες μεθόδους που διαδίδονται ραγδαία αν και πρόκειται για πανάρχαιες πρακτικές. Μεταξύ αυτών είναι ο (υπερβατικός) διαλογισμός, η γιόγκα, οι βουδιστικές μάντρα, οι ύμνοι και οι προσευχές που στοχεύουν στην επικοινωνία με την «παγκόσμια συνείδηση», την κατ΄ άλλους «ψυχή του σύμπαντος», τον «Νου» του Αναξαγόρα, την «Ενιαία Ψυχή» του Πλωτίνου και τις αντίστοιχες συλλήψεις των μεγάλων φιλοσόφων του «Γερμανικού Ιδεαλισμού» (βλ, G. W. F. Hegel: Φαινομενολογία του Πνεύματος: «το αληθές είναι το όλον»).

Ο ποιητής Κ.Γ. πιστεύει ότι μπορούμε να έχουμε λυτρωτικά αποτελέσματα, να συλλάβουμε την πεμπτουσία του κόσμου και να βιώσουμε το θαύμα της ύπαρξης με βοηθό την ποίηση, ως βίωμα και τρόπο θέασης της πραγματικότητας. Ήδη στην ψυχοθεραπεία έχει βεβαιωθεί η θεραπευτική δράση της ποίησης στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης.

Ο Κ.Γ. αποκαλεί την ποίηση «…αλεξικέραυνο της θλίψης και του πόνου,/ χαρούμενο τίναγμα του ελάχιστου στην ουράνια θάλασσα του άχρονου ατελεύτητου…» (σελ.11). Προτείνει λοιπόν την ψυχική ανάταση μέσω της ποίησης, η οποία απελευθερώνει από τα δεσμά του ΕΓΩ. Έτσι το αντικαθιστά με το ΕΜΕΙΣ σε μια σύνδεση με όλη την ανθρωπότητα και εκείθεν με το ΠΑΝ. Εξ ου και ο τίτλος της συλλογής. Προσωποποιώντας την ποίηση την θεωρεί σαν μια μορφή υπερβατικής οντότητας που εξαγνίζει τον εσωτερικό άνθρωπο, τον απαλλάσσει από την υπαρξιακή του μοναξιά και τον επαναφέρει στην πρωταρχική του αυθεντικότητα. Εντούτοις, η ποίηση δεν είναι μια διασκεδαστική απασχόληση. Είναι επώδυνη, θα λέγαμε όπως ο τοκετός. Για τον ποιητή μας είναι διαδικασία σταύρωσης του εγώ μέσα στην ταπείνωση της αναγνώρισης της αληθινής μας φύσης. Σταύρωση με καρφιά και πίδακες αίματος:

ΠΟΙΗΤΙΚΟΝ ΠΑΘΟΣ: Καρφιά αιχμηρά/ οι λέξεις/ μπήγονται δυνατά/ με το χτύπημα του σφυριού,/ κατάσαρκα στο σώμα το Ποιητικόν,/ το άχραντον./ Πίδακες το αίμα/επί τας κεφαλάς/ ημών,/ ξέπνοες οι φλέβες./ Όσον μεγαλυτέραν/ η ωδίνη/τόσον βαθείαν/ η λύτρωσης./…./(σελ.9).

Άρα απαιτείται θυσία, του ατομισμού, της ιδιοτέλειας, του ίδιου του εγώ, για να επιτευχθεί η διάλυση μέσα στον αχανή ωκεανό του ΕΙΝΑΙ.

Στη συνέχεια ο ποιητής τολμά να δείξει τι είδους ποίηση είναι αυτή που συντελεί σ’ αυτό το θαύμα. Όλα του τα ποιήματα πάλλονται από συγκίνηση, την οποίαν υποβάλλει και στον αναγνώστη. Με ταπεινότητα στρέφεται προς τα μικρά και, εκ πρώτης όψεως, ασήμαντα του κόσμου και τους δίνει αξία, αναδεικνύοντας την παρουσία τους ως αναπόσπαστο μέρος όλου.

Η ανωτέρω διάχυση του εγώ στο ΟΛΟΝ το απαλλάσσει από τις ψευδαισθήσεις και το φέρνει σε επαφή με την υπαρξιακή πραγματικότητα και την αμάραντη ομορφιά της δημιουργίας: «Θεέ μου, πώς είναι δυνατόν να υπάρχεις και να αντέχεις γύρω σου τόση ομορφιά;/ Θεέ μου, κι αν είναι τόσο όμορφη η ζωή, εσύ γιατί στέκεσαι τόσο ψηλά;.-» (σελ. 54).

Το επιγραμματικό και πυκνότατο αυτό ποίημα δείχνει την τέχνη του ολοκληρωμένου ποιητή ο οποίας διεισδύει στο μυαλό μας και ξεσηκώνει τη σκέψη μας σε νοητικές περιπέτειες. Αυθόρμητα ο νους μας τίθεται σε κίνηση και προχωράει σε ένα τρίτο ερώτημα: Έτσι είναι; Όντως κρατάει αποστάσεις ο Θεός από τη ζωή; Δεν συμμετέχει; ….Και τα ερωτήματα δεν τελειώνουν.

Επειδή οι έννοιες «αλήθεια» και «ομορφιά» πολλάκις ταυτίζονται, (Βλ. John Keats “…Beauty is truth, truth is beauty…”, Ode on a Grecian Urn), η ποίηση, ως επαφή με την πεμπτουσία της ομορφιάς, διαθέτει και μια ερωτική διάσταση. Χωρίς τον έρωτα δεν μπορεί κανείς ούτε να την κατανοήσει ούτε να την απολαύσει. Για το λόγο αυτό το ερωτικό στοιχείο αφθονεί στην ποίηση αυτή, την οποίαν θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε και ως αυτοαναφορική, αφού η πηγή και ο στόχος της ταυτίζονται. Είναι ομορφιά και αναζητεί την ομορφιά. «Με ένα κομμάτι λάσπη λέξεων στα χέρια/ δίνω σχήμα και χρώμα καλοκαιριού στην μάζα σου/ χαϊδεύοντας ηδονικά τις καλλίγραμμες καμπύλες του σώματός σου/ μέχρι να μου μιλήσεις./…/», (σελ. 23: ΤΟ ΕΝ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΝ).

Σπάνια συναντάμε, τόσο όμορφους και συνάμα βαθυστόχαστους ύμνους για την ποίηση, για την θεϊκή τέχνη που οι μεγάλοι και πρώτοι διδάξαντες, αρχαίοι πρόγονοί μας, πίστευαν ότι την υπαγορεύουν θεϊκές οντότητες, οι μούσες, τις οποίες επικαλούνταν για την εύνοια και την συγκατάθεσή τους.

Εντούτοις ο ποιητής μας, αγωνίζεται ολομόναχος μέσα στο σκοτάδι για να φτάσει τον τόπο της νοσταλγίας του: «Και κείνες τις δύσκολες ώρες της νύχτας/ εμείς εξακολουθούμε ν’ ανεβαίνουμε στη σκαλωσιά/ για να φτάσουμε τον ουρανό…». Η λέξη «σκαλωσιά» υποδηλώνει την μεγάλη προσπάθεια και τον κόπο που απαιτεί το δημιουργικό του έργο.

Η ποίηση όμως δεν παραβλέπει ούτε τα άψυχα αντικείμενα. Έχουν κι αυτά τη σημασία τους. Συμμετέχουν στο αιώνιο γίγνεσθαι, επομένως έχουν τη θέση τους μέσα στην αιωνιότητα. Αυτό είναι το θέμα ενός άλλου θαυμάσιου, εμπνευσμένου ποιήματος «ΠΕΤΡΕΣ» στις σελίδες 74-75.

Κλείνοντας θα αναφέρουμε την εικονοπλαστική του δεινότητα. Εικόνες τολμηρές, πρωτότυπες, ακόμη και έννοιες που προσωποποιούνται, εκλύουν έντονα συναισθήματα, συναρπάζουν και διεγείρουν τη σκέψη και τη φαντασία μας.«…ο χώρος ανοίγει τα χέρια του διάπλατα έτοιμος να μας αγκαλιάσει./ Ο χρόνος κουβαλώντας με δυσκολία το σακατεμένο του πόδι/ κάθεται για λίγο αναπαυτικά στην γέρικη πολυθρόνα/ μπροστά στο τζάκι για να ξαποστάσει./…./»

Εν κατακλείδι, η ποίηση του Κωνσταντίνου Γεωργίου έχει γνήσια έμπνευση, είναι ειλικρινής, πυκνή σε νοήματα, πρωτότυπη σε ιδέες και μας αιφνιδιάζει, με εκπληκτικές εναλλαγές τολμηρών οπτικών και ακουστικών εικόνων, καθώς η γλώσσα εναρμονίζεται με το θέμα και αναδύει ρυθμούς και μουσικότητα με ένα πλούσιο, κατάλληλα επιλεγμένο λεξιλόγιο. Συνδυάζει εξαιρετικές αισθητικές πραγματώσεις με τολμηρές διανοητικές συλλήψεις, σε τόνους γλυκούς, λυρικούς, συχνά πονεμένους, που μας αγγίζουν. Διεισδύει στα βάθη της ύπαρξης για να ανακαλύψει λυτρωτικές αλήθειες, και μας παρασύρει σε περιπέτειες έξω από το τέλμα της επιφανειακής, υλιστικής ζωής, που μας καθηλώνει σε τετριμμένα καθημερινά προβλήματα. Είναι μια σημαντική κατάθεση στο κενό που άφησε η απουσία των μεγάλων ποιητών του δεύτερου ημίσεως του 20ου αιώνα, που είχε ως συνέπεια την στροφή του κοινού προς τους στίχους των τραγουδιών, προκειμένου να δροσιστεί από τα νάματα της Ποίησης.

Σ.Κ.Σ.

 

Πηγή | Copyright: AgrinioVoice | Σταύρος Κοσμά Σταυρίδης

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.