«Περάσματα» | Αναγνωστική συντροφιά

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Περάσματα» (εκδόσεις Ιωλκός, 2022), της Ουρανίας Χρυσαφίνου.

***

Τα χελιδόνια φρόντισαν να με ξυπνήσουν και στην Αθήνα. Στο μέσο της εσωτερικής αυλής είχε ένα δένδρο, μάλλον πασχαλιά, όπου φώλιαζαν κι άλλα πουλιά στα χαμηλά κλαριά του. Τεντώθηκα ανοίγοντας τα χέρια μου και εισπνέοντας τον αέρα της Πλάκας. Δεν είχε κάτι από θάλασσα, ήταν πιο ξηρός, αλλά ευχάριστος σαν να καθάριζε τους πόρους του δέρματος και να ξυπνούσε όλες τις αισθήσεις σου.

Έπλυνα το πρόσωπό μου στο λαβομάνο και φόρεσα το φουστάνι του σάπιου μήλου. Είχα και το καπέλο για τον ήλιο και κυρίως αυτό θα φορούσα στις περιηγήσεις. Είχα πάρει μαζί μου και το καλό, καθώς και άλλα δυο παλιότερα. Τα άνετα παπούτσια μου για περπάτημα και τα καλά μου. Η ώρα ήταν εννέα και κατέβηκα ήσυχα τη σκάλα κρατώντας το καπέλο και το πουγκί μου που τα κρέμασα στην καπελιέρα του διαδρόμου. Η κυρία Μαρία ετοίμαζε τον καφέ της στην κουζίνα. Την καλημέρισα και κουβεντιάζοντας για το πώς κοιμήθηκα, έφτιαξα κι εγώ το δικό μου και καθίσαμε στο τραπέζι της κουζίνας όπως στο σπίτι μας. Ο κύριος Δημήτρης είχε φύγει πιο νωρίς για το νοσοκομείο. Είχε ετοιμάσει τυροπιτάκια και γλυκά κουλουράκια για τον καφέ. Κουβεντιάζοντας αισθάνθηκα όπως με την κυρία Θάλεια. Ήμασταν τυχεροί, που βρεθήκαμε σε τόσο καλές οικογένειες.

Πιο νωρίς από τις δέκα έκανε την εμφάνισή του ο αδελφός μου φρέσκος και ξεκούραστος. Μετά από μια σύντομη κουβέντα με την κυρία Μαρία φύγαμε για την επίσκεψη στο μνημείο που είναι αιώνιο αντικείμενο θαυμασμού από όλο τον κόσμο. Αισθανόμουν μια εσωτερική αναστάτωση που δεν μπορούσα να περιγράψω. Κατηφορίσαμε λίγο την Τριπόδων και μετά πήραμε μια πάροδο για να βγούμε πιο γρήγορα στη Λυσικράτους. Ήθελε να μου δείξει σαν αρχή από μακριά το ναό του Ολυμπίου Διός και την Πύλη του Αδριανού. Μετά θα περπατούσαμε τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου για να βρεθούμε στο δρόμο για τα Προπύλαια. Αυτά μου έλεγε και πριν βγούμε από την πάροδο, είδαμε να ανηφορίζει ένας νέος που μας κοίταζε έκπληκτος. Κόντεψε να κοπεί η ανάσα μου. Ήταν ως μια ακτίνα του ήλιου απέναντί μας να είχε σημαδέψει και διαπεράσει το στήθος μου αφήνοντας ένα εσωτερικό κάψιμο.

— Καλημέρα, Αλέξανδρε! είπε ο αδελφός μου χαρούμενα. Δεν κατάλαβα πότε ξύπνησες. Να σου συστήσω την αδελφή μου, τη Μυρτώ.
— Καλημέρα σας και χαίρω πολύ, δεσποινίς Μυρτώ, που σας συναντώ, είπε ο Αλέξανδρος και δώσαμε τα χέρια.
— Ε, όχι και δεσποινίς Μυρτώ! Μυρτώ σκέτο, έτσι δεν είναι αδελφούλα;
— Βέβαια, ψέλλισα και χαίρομαι που σας συναντώ, γιατί έχω ακούσει τόσα πολλά για σας, που στο μυαλό μου σας είχα σαν έναν άλλο άγνωστο αδελφό. Αλλά έχει δίκιο ο Ιπποκράτης να μιλάμε στον ενικό, σαν φί­λοι. Συμφωνείτε;
— Με μεγάλη χαρά, Μυρτώ, με το τόσο όμορφο όνομα, αλλά και με τη χάρη του μαζί. Δεν μπορούσα να σε φανταστώ τόσο λαμπερή.
— Είναι ο ήλιος που τον έχουμε απέναντι.
 

«Περάσματα», Ουρανία Χρυσαφίνου, εκδ. Ιωλκός, σελ. 408-410.

 

***

Περάσματα

Τα γεγονότα που συνέβησαν μετά την επικράτηση των επαναστατών ήταν καταιγιστικά. Οι Πρόξενοι των εγγυητριών δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, οι οποίοι βρίσκονταν στη Σμύρνη, έφτασαν στη Σάμο για να αντιμετωπίσουν τα νέα δεδομένα από κοντά. Η νέα Εθνοσυνέλευση συγκλήθηκε επειγόντως στις 11 Νοεμβρίου 1912, μέρα Κυριακή, στον Άγιο Σπυρίδωνα προσκαλώντας όλο τον κόσμο. Ο Σοφούλης απευθυνόμενος στους πολίτες και εκφράζοντας τους πόθους του σαμιακού λαού με πύρινο λόγο διάβασε το ψήφισμα με το οποίο κηρύχτηκε η ένωση της Σάμου με την Ελλάδα. Πέντε Πληρεξούσιοι θα παρέδιδαν το ψήφισμα στο Βασιλιά της Ελλάδας. Η προσωρινή Κυβέρνηση θα αποτελούνταν από τη Βουλή με πρόεδρο τον Σοφούλη. Τέλος, ο Μητροπολίτης ευλόγησε την εθνική σημαία, η οποία υψώθηκε στο Ηγεμονικό μέγαρο.

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.