16/11/1914: Η πεζογράφος Γαλάτεια Καζαντζάκη (σύζυγος του Ν. Καζαντζάκη και αδελφή της Έλλης Αλεξίου) παρουσιάζει το έργο του Κ. Π. Καβάφη με εκτενή αρθρογραφία της στον ημερήσιο Τύπο.
Από τις εκδόσεις Ιωλκός κυκλοφορεί η επίτομη έκδοση «Κ.Π. Καβάφης, Ποιήματα» στη σειρά «Αιώνια Ποίηση».
***
Κ. Π. Καβάφης: Ο άνθρωπος των αιώνων!
Ο μεγάλος Αλεξανδρινός, ο ποιητής που ταξίδεψε στον χρόνο και μας έμαθε ιστορία. Σήμερα τα γενέθλια, σήμερα ο θάνατος του. Σήμερα και πάντα θα έρχεται σε μας.
Σαν να το ξέρε ότι το όνομα του θα γινόταν χίλια κομμάτια. Πως θα ταξίδευε σε μέρη ηλιόλουστα, σκιερά, σε τόπους ιερούς, ανίερους, πυρακτωμένους και ανθεκτικούς στο πέρασμα των αιώνων. Σαν να το ξέρε ότι το ταξίδι δεν τελειώνει και ένας προορισμός δεν αρκεί. Σαν να ξερε ότι το όνομα είναι η προίκα μας και δεν πρέπει να το αφήσουμε μόνο απέναντι στην ευτέλεια των καιρών. Εν μέσω αγαλμάτων, ηρώων, ένδοξων, άδοξων, βαρβάρων, κεριών που δεν σβήνουν και ημερών που έσβηναν απότομα για να καρφωθούν στο τραχύ πρόσωπο του χρόνου, το όνομα σφυρηλατήθηκε, ενδύθηκε βελούδο, μετάξι και ξεφτισμένη χλαμύδα, άκαμπτο και δυνατό, σαν πλοίο που φτιάχτηκε μόνο για να ταξιδεύει, όχι να δένει. Το όνομα που απέκτησε δική του ταυτότητα και πρόσθεσε ιδιότητες, το όνομα που έγινε σημάδι αναγνώρισης. Το όνομα έγινε σημείο εξήγησης και ελέγχου ιστοριών και ιστορικών στιγμών, παθών, στάσεων του χρόνου, εξήγησης των βημάτων των Ευμενίδων, του κάλλους και της άφυλης ομορφιάς… το όνομα που μπήκε μπροστά από το δέος και έγινε παγκόσμιο, ενώνοντας γλώσσες, σκέψεις, κουλτούρες… Όπως και να το πεις, όπως και να το γράψεις θα είναι ταπεινό και μεγάλο, ζωντανό για πάντα, σαν κερί αναμμένο, του μέλλοντος οι μέρες… Κ. Π. Καβάφης, ο άνθρωπος των αιώνων!
Ποιητής
Η λέξη “ποιητής” είναι γραμμένη στον τάφο του. Τίτλος τιμής που κατακτήθηκε σε δρόμους κοινούς, γνωστούς, περπατημένους από τους ανθρώπους όλου του κόσμου. Η πολυπολιτισμικότητα ήταν πηγή έμπνευσης, ήταν η καθημερινότητα του, ήταν το κοινά αποδεκτό περιβάλλον την εποχή που έζησε ο Αλεξανδρινός. Το άλλο κομμάτι της ποίησης του ο έρωτας, ο έρωτας για το ίδιο φύλο. Δίχως όρια κι αυτό, μια και μια τόσο τολμηρή και θαρραλέα επιλογή αναπότρεπτα σπάει τα όποια στεγανά, αφήνει πίσω στερεότυπα και κοινωνικές, ηθικές, συμβάσεις. Τρίτος πυλώνας η Ιστορία. Η μελέτη και η υπενθύμιση της στο παρόν -ποιητικώ τω τρόπω- του έδωσαν θέση ταξιδευτή ανά την υφήλιο. Για τον Καβάφη οι άνθρωποι και η θέση τους στον κόσμο και την Ιστορία είχε σημασία. Για να ερμηνεύσει το σήμερα, χανόταν στο χθες και προετοίμαζε το μετά, το μέλλον. Ευθύς, γεμάτος αυτοπεποίθηση λόγος, δεν εντυπωσίαζε με το μέγεθος του καλλιτεχνήματος, αλλά με τη γυμνή αλήθεια που παρουσίαζε. Ο Καβάφης ήθελε να μείνει στη μνήμη και την καρδιά των ανθρώπων ως ποιητής-αγγελιαφόρος, ιστορικός! Σαν αυτός που άκουσε τα μηνύματα του καιρού του, τη βοή του κόσμου και τον ασίγαστο ψίθυρο της Ιστορίας και τα μετέφερε με προσοχή, κόπο και μεγάλη ευθύνη. Δεν είναι τυχαίο ότι η διαδικασία ολοκλήρωσης ήταν χρονοβόρα. Τον σεβόταν τον Χρόνο και τον έβαλε στα ποιήματα του, θεματικά και στην επιλογή τίτλων. Όπως σεβάστηκε και άντλησε από το κάλλος των νιάτων και την “αντιπαράθεση” τους με τα γηρατειά. Κι όταν έμεινε μόνος με τις σκιές του, “συνομίλησε” μέσω του φωτός. Το “Καβαφικό κράμα” μας έδωσε ομορφιά, σοφία και γνώση, φράσεις οδηγούς που εντυπώθηκαν στις συνειδήσεις μικρών και μεγάλων. Με τον Καβάφη ταξιδέψαμε και μάθαμε, ταξιδεύουμε και μαθαίνουμε. Εις το διηνεκές…
Κατ’ ουσίαν αυτοδίδακτος
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια στις 29 Απριλίου 1863. Ήταν το ένατο και τελευταίο παιδί του μεγαλέμπορου βαμβακιού Πέτρου Ι. Καβάφη, που κρατούσε από γένος φαναριώτικο με ρίζες βυζαντινές, και της μόλις δεκαπεντάχρονης στον γάμο της και επίσης Φαναριώτισσας Χαρίκλειας, το γένος Φωτιάδη. Εφτά αδέρφια του ήταν αγόρια. Το μοναδικό κορίτσι πέθανε βρέφος.
Τα πρώτα του χρόνια τα έζησε δίχως προβλήματα. Ο θάνατος του πατέρα του, το 1870, στάθηκε η απαρχή της οικονομικής παρακμής. Δύο χρόνια αργότερα η οικογένεια μετακομίζει στην Αγγλία. Κύριος σταθμός της εξαετούς παραμονής εκεί το Λίβερπουλ και κατά δεύτερο λόγο το Λονδίνο. Εκεί έμαθε καλά τα αγγλικά και εκεί εντοπίζεται η ρίζα της κάποιας διγλωσσίας που τον διέκρινε έως τον θάνατο του. Δύο από τα πρώτα ποιήματα του τα έγραψε στα αγγλικά, ενώ συνέχισε μέχρι τέλους να καταγράφει στην αγγλική του ποιητικούς σχολιασμούς του. Η οικογένεια, αφού έχασε σχεδόν όλη την περιουσία εξαιτίας του οικονομικού κραχ στην Αίγυπτο, επιστρέφει στην Αλεξάνδρεια το 1878. Ο Κωνσταντίνος σπουδάζει στο εμποροπρακτικό λύκειο “Ο Ερμής”. Οι πραγματικές σπουδές όμως γι’ αυτόν είναι τα “εξωσχολικά” διαβάσματα. Αυτοδίδακτος κατ’ ουσίαν, εκμεταλλεύεται όσα βιβλία του προσφέρουν οι δανειστικές βιβλιοθήκες της γενέτειρας του. Το 1882, η εξέγερση των Αιγυπτίων στην Αλεξάνδρεια καταπνίγεται με τον βομβαρδισμό της πόλης από τον βρετανικό στόλο. Η οικογένεια μετακινείται στην Πόλη, όπου παραμένει επί τριετία. Εκεί, το 1883, σύμφωνα με μαρτυρίες, εκδηλώνεται ο ομοερωτισμός του. Και εκεί αρχίζει να καταγίνεται με την τέχνη της ποίησης.
Αυστηρός κριτής του εαυτού και του έργου του
Το 1885 εγκαταλείπει την αγγλική προστασία που είχε αποκτήσει ο πατέρας του το 1850 και επιστρέφει στην ελληνική υπηκοότητα. “Είμαι και γω Ελληνικός. Προσοχή, όχι Έλλην, ούτε Ελληνίζων, αλλά Ελληνικός”, έλεγε. Ο Παντελής Μπουκάλας στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης της “Καθημερινής” “Έλληνες Ποιητές. Κ.Π.Καβάφης”, επισημαίνει: “Εικάζω, αυθαιρέτως, ότι το Έλλην το συνέδεε με το αίμα, την καταγωγή. Το δε Ελληνικός με το πνεύμα και τη στάση”. […] Ο Κωνσταντίνος υποαπασχολείται ως δημοσιογράφος και κατόπιν ως μεσίτης στο Χρηματιστήριο Βάμβακος. Στα χρόνια 1889-1892 υπηρετεί ως άμισθος γραμματέας στην Υπηρεσία Αρδεύσεων, εξαρτώμενη από το Υπουργείο Δημοσίων Έργων, όπου και προσλαμβάνεται το 1892 ως έκτακτος έμμισθος υπάλληλος. Το 1922 αποσύρεται από την υπαλληλική ζωή, χωρίς να προκύπτει ότι συνταξιοδοτήθηκε. Το πόσο επηρέαζε ο βιοπορισμός την τέχνη του το είχε συνειδητοποιήσει νωρίς. Σημείωνε αυτοβιογραφούμενος το 1905: “Ένας νέος ποιητής μ’ επισκέφθηκε. Ήταν πολύ πτωχός, εζούσε από την φιλολογική του εργασία, και με φαίνονταν κάπως σαν να λυπούνταν βλέποντας το καλό σπίτι που κατοικούσα, τον δούλο μου που τον έφερε ένα καλά σερβιτό τσάι, τα ρούχα μου τα καμωμένα σε καλό ράπτη. Είπε: Τι φρικτό πράγμα να έχη κανείς να παλεύη να βγάζη τα προς το ζην, να κυνηγάς συνδρομητάς για περιοδικό σου, αγοραστάς για βιβλίο σου. […]
Ο Καβάφης ήταν αυστηρός κριτής του εαυτού και του έργου του. Η ποίηση ήταν δοκιμασία, γι’ αυτό και η κυοφορία κάθε ποιήματος ήταν εξαντλητική διαδικασία. Δεν είναι τυχαίο ότι στη διάρκεια του έτους σπάνια ολοκλήρωνε πάνω από δύο ποιήματα! Όντας λεπτολόγος αποκήρυξε ουκ ολίγα ποιήματα, ενώ εφάρμοζε την πρακτικής της αυτοέκδοσης. Τύπωνε τα ποιήματα του σε μονόφυλλα και ύστερα σε τεύχη και συλλογές. Ολιγογράφος, αλλά όπως τόνιζε ο Γρηγόριος Ξενόπουλος “… το ποίημα αυτό είναι πολλάκις θαυμάσια μικρογραφία. Κλείνει μέσα του κόσμον ολόκληρον”. Στην ποίηση του Αλεξανδρινού δεν θα δούμε ομοιοκαταληξία, έμμετρες στροφές. Ο ίδιος έλεγε ότι η “ρίμα είναι δεσμός, αλλά είναι και ευκολία. Η ρίμα φέρνει κάποτε και μίαν ιδέαν”. Ο Καβάφης, σύμφωνα με τον Σεφέρη, είναι ένα όριο όπου η ποίηση απογυμνώνεται προσεγγίζοντας την πρόζα. Είναι -πάντα κατά τον Σεφέρη- ο περισσότερο αντί ”ποιητικός” ή α-”ποιητικός”.
Παγκόσμια απήχηση
Το καβαφικό έργο μπορεί να γίνεται απτά αντιληπτό στις περιοχές της ιστορικής συνείδησης, του έρωτα, της μοναξιάς, της δικής του ιερουργίας, όμως θα δεις και την πολιτική διάσταση, κυρίως στο ποίημα “27 Ιουνίου 1906, 2μ.μ.”. Το έργο του είναι καμωμένο με τη λαϊκή σοφία των δημοτικών ασμάτων για τα οποία έγραψε αρκετά κείμενα. Μάλιστα, τις βιβλιοκρισίες του για τις συλλογές δημοτικών τις κατέτασσε στα τρία πεζά του. Σεβόταν απεριόριστα τον λόγο που τραγουδήθηκε και διαβάστηκε σε αυτά τα άσματα και σε ανθολογία δημοτικών τραγουδιών που συνέταξε για τον Εκπαιδευτικό Όμιλο Αιγύπτου, έγραψε: “Η γλώσσα μας όλο και αλλάζει. Παίρνει τύπους απ’ την αρχαία, πλήθος λέξεις, και σε καινούργιους ξένους όρους δίδει την ιθαγένεια. Στα δημοτικά άσματα βλέπει το παιδί τι ήταν η γλώσσα πριν η επιρροή του νέου πολιτισμού έλθει επάνω της κ’ επιβάλλει τες απαιτήσεις της. Βέβαια, δεν θα σκλαβωθεί σ’ αυτήν την παλαιοτέρα μορφή της γλώσσας, μήτε θα την πάρει για απόλυτον υπόδειγμα ύφους. Αλλά θα ξέρει από πού ξεκίνησεν η σημερινή λαλιά. Και γνωρίζοντας το, θα χρησιμοποιεί ενίοτε -θα του έρθει φυσικά, δεν θα είναι ανάγκη να το επιβάλει στον εαυτό του- κάτι από την φρασιολογία των ασμάτων, κάτι απ’ το λεκτικό των”.
Η ποίηση του όσο έγκυρη κι αν είναι, δεν στέκει απόμακρη και “άγια”. Εμφανίζεται πρόσφορη τόσο στην παρώδηση της, όσο και στη χρήση της ως πηγής εμπνεύσεως, ακριβώς εξαιτίας της ιδιοτυπίας της, της πρόδηλα ξεχωριστής ταυτότητας της. Ούτε γλωσσικά ούτε θεματολογικά υπήρξε ουδέτερη, συνήθης ή “παραδοσιακή”. Κι αν η γλωσσική της ιδιομορφία διευκολύνει όσους Έλληνες επιθυμούν να την παρωδήσουν ή να τη μιμηθούν, οι αλλόγλωσσοι θα επιλέξουν ως πεδίο “αναπαράστασης” της τον ομοερωτισμό της ή/και την περιπλάνηση της στην ιστορία, βυζαντινή και ελληνιστική. Τον Απρίλιο του 1919 το καβαφικό έργο προβάλλεται για πρώτη φορά εκτός Ελλάδας και Αιγύπτου από τον Άγγλο μυθιστοριογράφο Έντουαρντ Μόργκαρν Φόρστερ, ο οποίος δημοσιεύει στο λονδρέζικο περιοδικό “The Athenaeum” το δοκίμιο “Η ποίηση του Κ.Π.Καβάφη”. Για την απήχηση της ποίησης του, ο Νάσος Βαγενάς σημειώνει ότι “δεν υπάρχει άλλος ποιητής στον αιώνα μας (20ο) που η ποίηση του να έχει εμπνεύσει τόσος ξένους ποιητές. Μαζί με τον Αργεντινό Μπόρχες και τον Πορτογάλο Πεσσόα είναι ένας από τους τρεις ποιητές της λογοτεχνικής περιφέρειας που, παρότι δεν βρίσκονται εν ζωή, έχουν σήμερα παγκόσμια απήχηση και αποτελούν σημεία αναφοράς για την καλλιτεχνική ιδιοτυπία τους”. Το 1932 διαπιστώνεται ότι πάσχει από καρκίνο στον λάρυγγα. Πεθαίνει 29 Απριλίου 1933, ημέρα των γενεθλίων του.
Πέτυχε αυτό που ήθελε
Το όνομα και μόνο προκαλεί αμηχανία στον αναγνώστη. Η πρόσληψη του καβαφικού έργου δεν είναι εύκολη, διότι αρνούμαστε να καταλάβουμε και να δεχτούμε τον άνθρωπο Καβάφη. Δεν υπάρχει δημιουργός που να μένει εκτός συστάσεων όταν προσφέρει το όποιο έργο του. Στην περίπτωση όμως του Αλεξανδρινού είναι ο ομοερωτισμός του που καθιστά δύσκολη την προσέγγιση και την ένωση των δύο κομματιών. Η ομοφυλοφιλία του, για πολλά χρόνια, δυσκόλευε κοινό και ειδικούς στον να καλύψουν την έκταση του ποιητικού corpus. Μάλιστα, στο “Έτος Καβάφη” (2013) υπήρξε, παρασκηνιακά, προβληματισμός για το αν πρέπει να υπογραμμίζεται αυτή η πλευρά του χαρακτήρα, της προσωπικότητας του. Ακόμη και σήμερα η διάσταση αυτή δεν γίνεται τόσο εύκολα αποδεκτή. Ναι, δεν αποθαρρύνει, ούτε αλλοιώνει την εκάστοτε ερμηνευτική απόπειρα, όμως η αίσθηση του ιδιαίτερου, του ξεχωριστού υπάρχει ακόμη. Ο Ντάνιελ Μέντελσον -μελετητής του έργου του Καβάφη- σε συνέντευξη του στον Χρήστο Παρίδη, για την εφημερίδα “Lifo”, δήλωνε σχετικά μ’ αυτό: “… δεν θα έπρεπε μία και μόνο πλευρά της δουλειάς ενός μεγάλου καλλιτέχνη να προβάλλεται και να αποκτά διαστάσεις φετίχ εις βάρος άλλων συνιστωσών του, ακριβώς επειδή η μεγάλη τέχνη προέρχεται από την ισορροπία, τον συγκερασμό στοιχειών” […] “Όσον αφορά, τώρα, το κατά πόσο οι στρέιτ αναγνώστες “ξεχνούν” την ομοφυλοφιλία του Καβάφη, το ζητούμενο της λογοτεχνίας και της τέχνης είναι να επιτρέψει στο άτομο να υπερβεί τα όρια της ταυτότητας του”.
Ο Καβάφης πέτυχε αυτό που ήθελε. Να γίνει ποιητής-ιστορικός. Να μην υποκριθεί κάτι άλλο απ’ αυτό που ήταν, να μην χαθεί μέσα στη συνήθεια, την πολλή συνάφεια του κόσμου… Δεν ευτέλισε τον βίο του, δεν τον μίκρυνε, δεν τον λέρωσε… Ο Καβάφης βρήκε την ομορφιά εκεί που ήθελε, την Ιστορία εκεί που ήθελε και έφτιαξε το δικό του, μοναδικό φιλοσοφικό υπόβαθρο. Τον Έρωτα τον αντιμετώπισε με σεβασμό, σαν κάτι αρχέγονο, γοητευτικό, μοναδικά αληθινό. Η αξιοπρέπεια του Καβάφη παροιμιώδης, η επιθυμία έντονη, άσβεστη και η ψύχραιμη ματιά καθαρή σαν κρύσταλλο. Ό,τι μας έμαθε και ό,τι μας έδωσε, ανεπαισθήτως μας βοήθησε να βγούμε από τα τείχη της ζωής μας.
Πηγή | Copyright: Gazzetta | Αλέξανδρος Στεργιόπουλος