10/11/1891: Έφυγε από τη ζωή ο Άρθουρ Ρεμπό.
«Ο ποιητής πρέπει να αιχμαλωτίζει ιλίγγους».
«Ανθολόγιο Ιδεών» (επιμ.: Ι. Ευαγγέλου, Μ. Κώνστα), εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 256.
***
O καταραμένος ποιητής Αρθούρος Ρεμπό
Ο Αλμπέρ Καμύ τον χαρακτήρισε ποιητή της εξέγερσης. Ο Αντρέ Μπρετόν τον συμπεριέλαβε στην οικογένεια των σουρεαλιστών και των μοντερνιστών. Μερικοί από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της ιστορίας όπως οι μπητ ποιητές, ο Πικάσσο, ο Χένρυ Μίλλερ, η Πάτι Σμιθ βρήκαν στο πρόσωπο και το έργο του μια από τις πιο ιδιαίτερες φωνές της τέχνης, ικανή να εκφράσει το ξημέρωμα μιας νέας εποχής. Ο Αρθούρος Ρεμπό εγκατέλειψε οριστικά την ποίηση στα 20 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του μια παρακαταθήκη τόσο αξιόλογη που προκαλεί δέος, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς πού θα έφτανε αν συνέχιζε το έργο του ως τον -ούτως ή άλλως πρόωρο- θάνατό του.
Γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου του 1854 στην αγροτική περιοχή Σαρλβίλ, στη νοτιοανατολική Γαλλία. Ο πατέρας του τους εγκατέλειψε όταν ήταν 6 χρονών και ο μικρός Αρθούρος μεγάλωσε με τις δύο αδερφές και τον αδελφό του υπό την επίβλεψη μιας αυταρχικής και αυστηρής μητέρας που, όμως, έδινε βάρος στην σωστή εκπαίδευση. Σε ηλικία επτά χρονών ο Αρθούρος πήγε στο σχολείο με τον αδερφό του, πήδηξε γρήγορα τάξεις κερδίζοντας διακρίσεις και στα 12 δημοσίευσε το πρώτο ποίημα του Les Étrennes des ophelins σε τοπική εφημερίδα. Ο νεοφερμένος καθηγητής Ζωρζ Ιζαμπάρ θα γίνει μέντορας και φίλος του Ρεμπό μέχρι το τέλος και θα συμβάλει σημαντικά στην προώθηση της δουλειάς του. Τα επόμενα χρόνια ο Ρεμπό θα ταξιδέψει στο Παρίσι όπου θα συνδεθεί με την Κομμούνα, και θα ζήσει σε διάφορες άλλες γαλλικές πόλεις-σταθμούς δουλεύοντας σαν δημοσιογράφος. Επιστρέφοντας προσωρινά στη γενέτειρά του θα στείλει στον εκδότη Πωλ Ντεμενύ την «Επιστολή του προφήτη», όπου εξέθετε το ποιητικό και αισθητικό όραμά του και αναδείκνυε τον ποιητή σε ρόλο προφήτη που οφείλει να υπερβαίνει τα όρια της πραγματικότητας. Το κείμενο θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα μανιφέστα της τέχνης μέχρι και σήμερα.
Λίγο αργότερα θα επιστρέψει στο Παρίσι όπου θα συγκατοικήσει με τον ποιητή Πωλ Βερλαίν τον οποίο είχε γνωρίσει στο προηγούμενο ταξίδι του. Αν και ο Βερλαίν ήταν παντρεμένος με παιδί, οι δυο τους θα αναπτύξουν μια θυελλώδη ερωτική σχέση που θα σκανδαλίσει τους κύκλους διανόησης της εποχής και θα αποτελέσει, κατά πολλούς, τροχοπέδη στην κοινωνική ανέλιξη του νεαρού Ρεμπό. Εκείνη την περίοδο ήταν 16 χρονών και ο Βερλαίν 11 χρόνια μεγαλύτερός του. Θα εγκατασταθούν για ένα διάστημα στο Λονδίνο, θα χωρίσουν με παρότρυνση του Βερλαίν που προσπαθεί να σώσει το γάμο του και θα ξαναενωθούν στις Βρυξέλλες, όπου σε μια διαφωνία, ο μεθυσμένος Βερλαίν θα τον πυροβολήσει, τραυματίζοντάς τον στον αριστερό καρπό. Εκείνη την περίοδο, ο Ρεμπό δουλεύει πάνω στα κείμενα των δύο κορυφαίων ποιητικών συλλογών του: «Εκλάμψεις» (Les Illuminations) και «Μια εποχή στην Κόλαση». Μετά τη σύντομη νοσηλεία που ακολούθησε το συμβάν, ο Ρεμπό εγκαθίσταται στο πατρικό του. Εκεί ολοκληρώνει τη δεύτερη συλλογή την οποία εκδίδει με χρηματοδότηση της μητέρας του.
Για ένα μικρό διάστημα περιπλανιέται σε ευρωπαϊκές πόλεις δουλεύοντας ως δάσκαλος και μελετώντας ξένες γλώσσες. Στη Στουτγάρδη θα συναντήσει για τελευταία φορά τον Βερλαίν και θα του παραδώσει τα ποιήματα που περιέχονται στις Εκλάμψεις. Αυτή θα είναι και η τελευταία του επαφή με τον κόσμο της λογοτεχνίας. Στρέφεται στις χειρωνακτικές εργασίες και απασχολείται περιστασιακά ως λιμενεργάτης. Τον Μάιο του 1875 ο Ρεμπό ήρθε σε επαφή με έναν στρατολόγο του ολλανδικού αποικιακού στρατού και με βασικό κίνητρο τις οικονομικές απολαβές, δήλωσε συμμετοχή. Άρχισε να εκπαιδεύεται σε ένα λιμάνι με μισθοφόρους στρατιώτες. Για τα επόμενα χρόνια περιπλανιέται στις Ευρωπαϊκές χώρες. Εργάστηκε, μάλιστα, και στην Κύπρο σαν επικεφαλής λατομείου. Το 1880 θα μεταφερθεί στην Αφρική και θα εγκατασταθεί στο Άντεν της Υεμένης. Το 1888, μετά από διάφορες περιπέτειες, ο Ρεμπό είχε εξελιχθεί σε κορυφαίο επιχειρηματία και έμπορο της περιοχής και επίκεντρο του ξένου εμπορίου στην περιοχή της Νότιας Αβησσυνίας. Εκείνη την εποχή, το έργο του αρχίζει να κυκλοφορεί και να ανεβαίνει στην εκτίμηση των λογοτεχνικών κύκλων της Γαλλίας.
Με κάτι που ξεκίνησε σαν πρήξιμο στο δεξί του γόνατο, ο Ρεμπό μεταφέρθηκε το Μάιο του 1891 στη Μασσαλία όπου διαγνώστηκε ένα είδος καρκίνου στα οστά. Οι γιατροί ακρωτηρίασαν το δεξί του πόδι και λίγο αργότερα παρέλυσε και το αριστερό του χέρι. Πέθανε το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου σε ηλικία 37 ετών. Στον τάφο του στη Σαρλβίλ αναγράφηκε «Προσευχηθείτε γι’ αυτόν». Οι ιδέες και ο τρόπος γραφής του θεωρήθηκαν εξαιρετικά πρωτοποριακές και μοντέρνες, αφού έσπαγαν τις νόρμες της ομοιοκαταληξίας και άνοιγαν δρόμους για το συμβολισμό και το σουρεαλισμό. Ο ιδιόρρυθμος, απρόσιτος ποιητής με τα γαλάζια ψυχρά μάτια έκρυβε μέσα του ένα σπάνιο ταλέντο, μια οργιώδη φαντασία ένα απόλυτα ελεύθερο πνεύμα που ξεπερνούσε τα όρια αυτού του κόσμου. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι όταν έγραψε το Μεθυσμένο Καράβι, ένα από τα σημαντικότερα ποιήματά του, σε ηλικία 16 ετών, δεν είχε δει ποτέ του θάλασσα!
Πηγή | Copyright: Popaganda