Πόλεμος του Βιετνάμ | B-52 | Βομβαρδισμός του Ανόι

26/12/1972: Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Βιετνάμ, 120 αμερικανικά Boeing B-52 βομβαρδίζουν το Ανόι.

***

Το Βιετνάμ, τόπος ενός από τους τόσους εμφυλίους πολέμους που ο Ψυχρός Πόλεμος προκάλεσε πέρα από κάθε αναλογία. Από στρατιωτική άποψη, ο πόλεμος δεν ήταν αδύνατο να κερδηθεί, αλλά από πολιτική άποψη ήταν ήδη χαμένος πριν αναλάβει καθήκοντα ο Νίξον, λόγω της μείωσης της λαϊκής υποστήριξης. Ο Νίξον ήξερε ότι έπρεπε τερματίσει τον πόλεμο. Από νωρίς, αυτό ήταν το κλειδί της εκστρατείας του για την επανεκλογή του, το 1972. Αλλά δεν ήθελε να τον τερματίσει με τους όρους των Βορειοβιετναμέζων.

Υιοθέτησε λοιπόν μια πολύπλοκη πολιτική καρότου και μαστίγιου. Το καρότο ήταν οι μειώσεις του αριθμού των Αμερικανών στρατιωτών που βρίσκονταν στο Νότιο Βιετνάμ. Το μαστίγιο ήταν οι στρατηγικοί βομβαρδισμοί σε μια κλίμακα που τελικά έφτασε το σύνολο των προσπαθειών όλων των αεροπορικών δυνάμεων του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Δυστυχώς, όσο περισσότερα καρότα πρόσφερε ο Νίξον, τόσο οι Βορειοβιετναμέζοι πείθονταν ότι άξιζε να κρατήσουν, ανεξάρτητα από τα τόσα εκρηκτικά μαστίγια που έριχνε πάνω τους. Ήταν καιρός ν’ αλλάξει η τακτική του Ψυχρού Πολέμου. Να εγκαταλειφθεί η στρατηγική του πολέμου δι’ αντιπροσώπων, υπέρ της διπλωματίας των Μεγάλων Δυνάμεων.

Κατά τη διάρκεια της Άνοιξης και του Καλοκαιριού του 1969, οι Αμερικανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι έβλεπαν την ιδεολογική και πολιτική διαίρεση μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας να κλιμακώνεται σε μάχες στα σύνορα της Μαντζουρίας – απόδειξη ότι αυτή η περιοχή παρέμενε το ίδιο επιρρεπής σε στρατηγικούς σεισμούς όπως πάντα. Υπήρχε πραγματική πιθανότητα να επιτεθεί η Σοβιετική Ένωση στις εγκαταστάσεις πυρηνικών όπλων της Κίνας. Αλλά για το Νίξον και το σύμβουλό του επί θεμάτων Εθνικής Ασφάλειας, τον ιστορικό του Χάρβαρντ Χένρι Κίσινγκερ, αυτό δεν ήταν κρίση αλλά ευκαιρία. Ο Κίσινγκερ δεν είχε αποδεχτεί ποτέ εντελώς την ιδέα ότι, μετά το 1945, ο κόσμος είχε διαιρεθεί σε δύο αμοιβαία ανταγωνιστικά μπλοκ. Στην πραγματικότητα, πίστευε, ο 20ός αιώνας δεν ήταν καθόλου διαφορετικός από το 19ο, παρόλη την πολωμένη πολιτική ρητορική του. Κάποιοι άλλοι μπορεί να έβλεπαν τον Ψυχρό Πόλεμο σαν ένα χονδροειδές «παιχνίδι κότας». Για τον Κίσινγκερ ήταν περισσότερο κάτι σαν κλασικό διπλωματικό σκάκι.

Όπως ακριβώς ο Μπίσμαρκ είχε επιδιώξει να αυξήσει τη γερμανική ισχύ βάζοντας τις άλλες δυνάμεις να βγάλουν η μία την άλλη από τη μέση, έτσι και ο Κίσινγκερ επιδίωκε τώρα να βελτιώσει τη θέση της Αμερικής εκμεταλλευόμενος το σινορωσικό ανταγωνισμό. «Η μεγαλύτερη αντιπαλότητα που μπορεί να υπάρχει σήμερα στον κόσμο», δήλωνε το Σεπτέμβριο του 1970, «είναι μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Κίνας». Η απομάκρυνση της Γιουγκοσλαβίας, της Ρουμανίας και της Αλβανίας, από την αγκαλιά της Μόσχας ήταν άλλο πράγμα: Καμιά τους δε μετρούσε για μεγάλη δύναμη και, όσο οι δικτάτορές τους επέμεναν στην αρχή του μονοκομματικού κράτους και της κατευθυνόμενης οικονομίας, οι Σοβιετικοί μπορούσαν να σηκώνουν αδιάφορα τους ώμους. Η Κίνα, με τον τεράστιο πληθυσμό της, ήταν διαφορετική περίπτωση. Δεν ήταν τόσο ότι ο Κίσινγκερ περίμενε από τους Κινέζους να βγάλουν με εγγύηση τους Αμερικανούς από το Βιετνάμ. Περισσότερο πίστευε ότι ένα άνοιγμα στο Πεκίνο θα ανάγκαζε τους Σοβιετικούς να ακούσουν τις αμερικανικές προτάσεις για μια συμφωνία Περιορισμού των Στρατηγικών Όπλων.

Το σύνθημα του Κίσινγκερ ήταν «détente» (ύφεση): Μείωση της έντασης μεταξύ των υπερδυνάμεων με σκοπό το σταμάτημα της όλο και επαχθέστερης κούρσας των πυρηνικών όπλων. Τώρα και οι δύο πλευρές είχαν αρκετά όπλα για να εξοντώσουν πολλές φορές η μία τον πληθυσμό της άλλης.

Niall Ferguson, «Ο πόλεμος στον κόσμο», εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 955-957.

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.