Ποιητής, πια!
Γράφει η Γλυκερία Μπασδέκη
Για την ποιητική συλλογή του Νίκου Παπάνα, «Πρώτη δημοτικού και άλλα», Ιωλκός 2019
Στην Πρώτη Δημοτικού και άλλα, ο Νίκος Παπάνας επιστρέφει συχνά στη γενέθλια χώρα του για να καταγράψει στον κατακερματισμένο πλέον χρόνο τόπους, τοπία, πρόσωπα που εμμονικά τον διασχίζουν ακόμα.
Η συλλογή, αν και την διατρέχουν ρομαντικές εξάρσεις, έχει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά της γεωγραφίας του λυρισμού (της ποιητικής μορφής που θέλει να δώσει όσο γίνεται περισσότερη ελευθερία στο ποιητικό Εγώ), ενός όρου που αν και ακούγεται ελαφρώς ξεπερασμένος δεν είναι ─ αντίθετα αντιστέκεται στη φθορά του επανεφευρίσκοντας τον εαυτό του.
Στην Πρώτη Δημοτικού το ποιητικό υποκείμενο κατασκευάζει ένα επικοινωνιακό κενό, μια ουτοπική γέφυρα σύνδεσης με τον (επί της ουσίας) ανύπαρκτο, αόρατο, μη ονοματισμένο συνομιλητή-αποδέκτη κι από εκεί, από το φαντασιακό του βάθρο (και βάραθρο) μιλά με τον εαυτό του, τσεκάροντας που και που την «επιτυχία» της επικοινωνίας με ρητορικές ερωτήσεις επιβεβαίωσης που στερούνται όμως ερωτηματικού και επιστρέφουν ανεπίδοτες στον παραλήπτη τους:
Μήπως θα βρούμε κάτι σαν αιωνιότητα
Φιλί με τη διάρκεια τ’ ουρανού
Αγκάλιασμα που δεν κυοφορεί την πλήξη
Βότσαλο που θα στίλβει αδιάκοπα έξω απ’ το νερό (…)
Η πληθωρικότητα του λυρικού ποιήματος είναι εμφανής. Ο λυρισμός του Παπάνα είναι αποτελεσματικός καθώς εξισορροπεί το πληθωρικό συναίσθημα με τον λιτό λόγο ,αποφεύγοντας σαν τον θάνατο τη ρητορεία, αισθητική αποτυχία και ηθικό ολίσθημα για τις ευαίσθητες ισορροπίες του λυρισμού .
Ο Παπάνας χειρίζεται με σύνεση τα μέσα του. Μουσικότητα, Υποκειμενισμός, ρυθμός, ιδιαίτερη και στυλιζαρισμένη γλώσσα και ενίοτε προφορικότητα με αντιλυρικές λέξεις, υπαινιγμός, μεταφορικές εικόνες ή μάλλον έντονη εικονοποιεία που λειτουργεί ως μεταφορά. Τη συλλογή διατρέχει η «συμβολική όραση» του ποιητή, η συμβολική εικόνα που παρουσιάζει κάτι μη αντιληπτό μέσω των αισθήσεων, κάτι που «βλέπει» μόνον ο ποιητής ως υπαρκτό. ‘Όπως κάθε λυρικός που σέβεται την πρόθεσή του, δημιουργεί μια σκηνική χώρα όπου κατοικεί η μελαγχολία, η ευγενής θλίψη (η θλίψη δηλαδή που παραμένει εσωστρεφής χωρίς να γκρινιάζει ή να επαιτεί) ,το ανεκπλήρωτο ,η νοσταλγία ,κυρίως όσον αφορά το δεύτερο συνθετικό της, το άλγος.
Αστική ουτοπία
Στην αστική ουτοπία του Νίκου Παπάνα το σώμα με τη βιολογική του έννοια απουσιάζει, η επιθυμία από-υλοποιείται και ο έρωτας παραμένει δειλός και ανέτοιμος να θριαμβεύσει.
Ο Παπάνας επίμονα προσπαθεί να οριοθετήσει το χάος του χωροχρόνου του, πότε με λήψεις κοντινές και πότε με μακρινές. Πανταχού παρούσα, όμως, μια μόνιμη αίσθηση ματαίωσης, σχεδόν μεσοπολεμική.
Υπάρχει, λοιπόν, στο λυρισμό του ισχυρό το στοιχείο της ψυχικής φόρτισης το οποία μεταφέρεται στον αναγνώστη γλωσσικά μεταλλαγμένο σε ιδεαλιστικές σφαίρες:
Έν’ αστέρι πεσμένο,
μια πληγωμένη σιωπή,
ένα ερείπιο.
Κι αχ πώς ν’ ανυψωθώ
ξάστερος, διάφανος
μέσα στο βλέμμα σου.
Να πλέξω ένα στεφάνι φως.
Να σ’ αγαπήσω
Επίγευση ματαιότητας
Στην Πρώτη Δημοτικού οι δυαδικές αντιθέσεις είναι έντονες, σχεδόν όλο το ποιητικό σώμα δομείται πάνω στις βιωμένες αυτές, δημιουργώντας μια διπολική ποίηση, μια διπολική πραγματικότητα, καμιά φορά τόσο φορτισμένη όσο και η χρήση του όρου στην ψυχιατρική. Το ναι και το όχι, το δημόσιο και το ιδιωτικό, η λογική και το συναίσθημα, η γνώση και η άγνοια, ο ομιλητής κι ο ακροατής (ο δυνατός κι ο αδύναμος), η επιθυμία και η απόρριψη, η τάξη και το χάος και κυρίως ο εαυτός και ο άλλος είναι μερικές από τις αντιθετικές δυάδες που σαν ακούσια ή εκούσια επιλογή αφήνουν πάντα μια επίγευση ματαιότητας.
Από τη μία άνοιξη, ανοιχτός ουρανός/από την άλλη πληγές και σύννεφα.
Το πρόσωπό μου/το πρόσωπό σου
Το βλέμμα μου/το βλέμμα σου
Άφθαρτη παρουσία/καθημερινή φθορά
η ψυχή μου/ η ψυχή σου
Άφθαρτη παρουσία/καθημερινή φθορά
Σάρκα /αλάβαστρο
Αιμάτινο φιλί/άγγιγμα του κρίνου
Μελωδία μελών/ χάδια των λέξεων
Λογική / Παρόρμηση
Ακόμα κι ο τίτλος Ταπεινή ωδή στην ποίηση είναι αντιθετικός ως τον επιθετικό προσδιορισμό που επιλέγει. Το ποίημα που κλείνει τη συλλογή μας δίνει το στίγμα αυτού του διχασμού Διχαλωτή χελιδονιών ουρά /Διαιωνίζεις το διχασμό μου , με το χελιδόνι (που ξαναβλέπουμε Στον Πρίγκιπα του Ντουίνο) να λειτουργεί σαν δίπολο λογικής και παρόρμησης.
Ο Παπάνας περνώντας μέσα απ’ τον καθρέφτη κι ανταλλάσοντας τη φαντασιακή πληρότητα με τον Λόγο του Πατέρα (τον λόγο δηλαδή της εξουσίας ),πληρώνει τα κόμιστρα . Μεγαλώνει κι ασφυκτιά μέσα στα συγγράμματα, προσδοκώντας τη βροχή που θα βρέξει τα μοκασίνια, που θα τα χαλάσει, θα τα βγάλει από την φανταστική τους τάξη και θα τα παραδώσει λασπωμένα πειστήρια μιας ερωτικής μάχης.
Προπαντός ψυχραιμία
Μακράν του λυρισμού.
Προσφυγή στα συγγράμματα.
Αλλά να σου το αναπόδραστο
-λέξη σοφή
Με τον ήχο της Δρέσδης.
Των σημάντρων πορσελάνινη έκπληξη.
Το λεξικό μου ανθίζει
Στο ατελείωτο κελάρυσμα της γραφομηχανής.
Κανείς δε θα εμποδίσει τη βροχή
Να καμαρώσει τα καινούρια
Μοκασίνια της.
Τι θέλει ο ποιητής της Πρώτης Δημοτικού; Θέλει να ξαναγυρίσει στο σχολείο του ανήλικου χρυσάνθεμου .
Άλλα τόσα έχω να μάθω για να σ’ αποκτήσω
Στο σχολείο του ανήλικου χρυσάνθεμου
Μάλλον να ξεμάθει, πρέπει. Έμαθε αρκετά και μάλλον δεν τον ωφέλησαν- όλα κατέληξαν σε μια βομβαρδισμένη Δρέσδη. Αναζητά την Πρώτη Δημοτικού, την συμβολική εκείνη περιοχή, του Λόγου της Μητέρας, τον ανεπίσημο και απελευθερωτικό μητρικό Λόγο που συμβολικά ταυτίζεται με την ποιητική δημιουργία.
Ο ποιητής της Πρώτης Δημοτικού αποφασίζει να επιστρέψει στο γενέθλιο τόπο της μητέρας-γλώσσας. Η ανταλλαγή της αρχής της απόλαυσης με την αρχή της ταυτότητας «Εις το Όνομα του Πατρός», στο συμβολικό εκείνο πεδίο του κυρίαρχου Λόγου όπως τον αναγνωρίζει ο νόμος και η γλωσσική τάξη ,έλαβε τέλος.
Τα κορίτσια του τελευταίου του ποιήματος (Σκέψεις για την 25η Μαρτίου) παρελαύνουν με την πεποίθηση της τέλειας γνώσης ενώ ο ίδιος θριαμβευτικά επιστρέφει στην Πρώτη Δημοτικού….Ποιητής πια. !
Πηγή: Fractal