19/4/1824: Φεύγει από τη ζωή στο Μεσολόγγι ο Βρετανός ποιητής και σημαντικός φιλέλληνας, Λόρδος Βύρων.
***
Ρομαντική φωνή. Ο Βύρων, γεννημένος στο Λονδίνο, έχει πολυσυζητηθεί σαν άνδρας και υποεκτιμηθεί σαν ποιητής. Η φήμη του Βύρωνα στην Ευρώπη υπήρξε πάντα μεγαλύτερη από τη φήμη του στην Αγγλία. Αριστοκρατικής καταγωγής, κατά τη διάρκεια της εφηβείας του είχε εκ δώσει αδύνατους λυρικούς στίχους και αποτυχημένη σάτιρα. Εν τούτοις έγινε ένας θρύλος – ο ωραίος κυνικός με το κουτσό πόδι, ο άνθρωπος που διέσχισε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο (όπως ο Λέανδρος στην αρχαιότητα), ο μεγάλος εραστής, ο διεφθαρμένος και αθεϊστής, ο ταξιδιώτης, ο ήρωας που τελικά έχασε τη ζωή του για το Σκοπό της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Η ποίησή του είναι κυρίως εγωκεντρική – είναι ο ήρωας του «Τσάιλντ Χάρολντ» (Childe Harold) (αυτοβιογραφικά στοιχεία), του σημαντικού αντι-θρησκευτικού δράματος «Κάιν» (Cain), του «Κουρσάρου» (The Corsair) και της «Πολιορκίας της Κορίνθου» (The Siege of Corinth, ποιήματα σε μορφή διήγησης).
Εξόριστος από την Αγγλία εξ αιτίας του σκανδάλου της ιδιωτικής του ζωής, σε πιο προχωρημένη ηλικία χλεύαζε τους νόμους και τις συμβατικότητες της χώρας του και ανέπτυξε ένα πνεύμα σάτιρας (τον συγγενεύει με τον Πόουπ), το οποίο φανερώθηκε στο αριστούργημά του «Δον Ζουάν» (Don Juan), το οποίο δεν είναι ένα ρομαντικό ποίημα γιατί υπάρχει πάρα πολλή κοινωνική κριτική σ’ αυτό· παρά ταύτα η ρομαντική φωνή αναπηδά.Κλασικές αναφορές, μακρηγορία στα αγαπητά του θέματα (σεξουαλικές συνήθειες και η υποκρισία που τις περιβάλλει).
Ο αγώνας του για την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα των αδυνάτων (η ομιλία του στη Βουλή των Λόρδων ενάντια στη θανατική ποινή των εργατών του Νότιγχαμ), ίσως τον είχε καταστήσει ένα μεγάλο εθνικό ηγέτη, αλλά το «ρομαντικό» στοιχείο εντός του απαιτούσε τη διερεύνηση και εκμετάλλευση των αισθήσεων και όχι τις απαιτήσεις και τους κόπους της πολιτικής. Ο Βύρων, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον από τους Άγγλους Ρομαντικούς, έδινε σημασία στη δικιά του προσωπικότητα. Ήταν περήφανος για το όνομά του, τη δύναμη που ασκούσε πάνω σε όσους συναντούσε και σχεδόν συνειδητοποιημένα, αποφάσισε να ζήσει τη ζωή του έτσι ώστε να γίνει θρύλος. Ένιωθε την τρομερή διαφορά ανάμεσα στο τι ήταν η ζωή και τι θα μπορούσε να είναι.
Στην επιδίωξή του να αποφύγει τη μετριότητα της ζωής, έψαξε για νέες ευαισθησίες, νέες εμπειρίες των αισθήσεων, πάθη, και δε δίστασε να αμαρτήσει. Η νοσηρότητά του κρατούσε πάντα ζωντανή μπροστά του την ύπαρξη ενός ηθικού κόσμου και το ένιωθε βαθύτερα, επειδή εγνώριζε ότι αμάρτανε αψηφώντας τον. Εντούτοις, το τελευταίο επεισόδιο στην Ελλάδα, όπου πέθανε στο Μεσολόγγι, έδειξε ότι είχε αρχηγικές ικανότητες και θάρρος. Ίσως, το πνεύμα του και ο χαρακτήρας του να είχαν εξελιχθεί καλύτερα σε κάποιον άλλο κόσμο παρά στη βαριά Γεωργιανή κοινωνία όπου μεγάλωσε.
Ελένη Β. Πίππα, «Παγκόσμια Ποίηση» (Τόμος Γ’), εκδόσεις Ιωλκός, σελ. 220-221.