Ώρες

Το συγκρατημένο γνέψιμο της μέρας που ανηφορίζει

Η γλύκα και η πίκρα των Ωρών
ΏρεςΕλένη Παπανδρέου – Ποιήματα

«…ανάκουστος κελαηδισμός και λιποθυμισμένος.»

Διονύσιος Σολωμός

Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι, Ο Πειρασμός

Γνώρισα την ποίηση της Ελένης Παπανδρέου χάρη στο πρώτο της ποιητικό έργο, τον «Μάταιο Αύγουστο», (από τις εκδόσεις ΙΩΛΚΟΣ, που πάντοτε τις χαρακτηρίζει διακριτική ευαισθησία και καλαισθησία), συλλογή με ποιήματα αισθαντικά, πολύχρωμα, φωτεινά, στιγμές- στιγμές εκρηκτικά.

Γράφει η Ελένη Σαραντίτη

Καλοκαίρι στις φούριες του και στις μεγάλες του χάρες αντανακλούσε σε κάθε της στίχο. «ΑΝΟΙΞΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ», είχα διαβάσει με αίσθηση προσμονής και ανακούφισης:

Μόνο για μας τ’ αστέρια

τη νύχτα μαρτυρούν σε χείλη μισάνοιχτα.

Σμίγουν και χωρίζουν

και η ουράνια άμπωτη,

μια κίνηση άγρια και τρυφερή,

ταξιδεύει μες στα σωθικά μας…

…ζωντανοί και κυρίαρχοι στο φως,

πιο δυνατοί απ’ το φιλί,

μαζί ανεβαίνουμε

ένα προς ένα τα σκαλιά της νύχτας.»

Ή

Σαν ταξίδι έλα και πάρε με,

γνώρισέ με σαν νύχτα.

Γιατί άλλη νύχτα δεν υπήρξε

κι άλλο τραγούδι δεν ψιθύρισα,

παρά μονάχα τ’ όνομά σου…

Ώρες

Τώρα με το καινούργιο ποιητικό της έργο, «Ώρες» τιτλοφορούμενο, η Ελένη Παπανδρέου προχωρεί σε δρόμους άλλους, πιο δύσβατους ίσως, ανίδωτους ή και ανήκουστους για μας, πλην δρόμους στους οποίους μας θέλει συνοδοιπόρους, συντρόφους στην ερημοβασία της· μαντέψατε ίσως ότι η ποιήτρια σκοπεύει να μας αποκαλύψει τοπία ψυχής διαφορετικά. Και Ώρες πότε σκοτεινές, πότε θαμπές από δάκρυα που δεν κύλησαν παρά έμειναν να βαραίνουν τα βλέφαρα, και άλλοτε στιλπνές από της οδύνης την εμμονή. Και την ηδονή. Και αποκαμωμένες, παραδομένες επίσης. Είναι οι απεγνωσμένοι μονόλογοι, είναι και οι μνήμες που ταλανίζουν καθώς οι πληγές της καρδιάς αν και ιάσιμες είναι ακόμη χαίνουσες. Ω, ναι, εδώ «Τρέμ’ η ψυχή και ξαστοχά γλυκά τον εαυτό της» (Διονύσιος Σολωμός Οι Ελεύθεροι πολιορκημένοι Σχεδίασμα Β’):

Ένα μικρό ΑΝ κατρακυλάει στα πόδια μου.

Αν…

Αν ήταν η μέρα τούτη ένα καλοκαίρι.

Αν γλυκό και ξανθό πρωινό,

ξαπλωμένο στον ώμο ενός παλιού ναυτικού,

χαιρετούσε μια θάλασσα χρυσή,

με το σπίτι μας και την αυλή σημαδούρα

για μια χώρα θαυμάτων μυθικών…

Γλύκα ή πίκρα

Η Ελένη Παπανδρέου έγραψε ένα δράμα ποιητικό. Αυτή και ο σκηνοθέτης. Με ψυχή ασπαίρουσα όρισε τις θέσεις τις παύσεις, τους διερχόμενους. Τους στεναγμούς. Τη γλύκα ή την πίκρα των Ωρών. Την άρνηση ή την υπόσχεση του Χρόνου. Το συγκρατημένο γνέψιμο της μέρας που ανηφορίζει:

Θα είχα δει τις ώρες να περνούν.

Σαν βήματα που μετρούν τη ζωή.

Σαν βιαστικοί οργανοπαίχτες

που πότε κατεβαίνουν τις σκάλες

με το σκληρό ρυθμό της λύπης,

πότε κρυφακούν από τις χαραμάδες του δωματίου

τον τραχύ ρυθμό του φόβου…»

ΠΑΤΕΡΑΣ {Ι}

Ο πατέρας σε ένα άδειο δωμάτιο νοσοκομείου περιμένει το γιο του από το χειρουργείο. Στις ανήσυχες ώρες της αναμονής έχει έναν κόσμο στα χέρια του, στα μάτια του, στην καρδιά, μια ζωή που της μιλά βαστώντας της το χέρι, της γνωρίζει ήχους, ανάσες, «σκέψεις –φίδια πεινασμένα», το βάρος του Χρόνου. Κι εκείνη η καρέκλα του νοσοκομείου που τον περίμενε του προσφέρεται για ταξίδι. «Μοιραζόμαστε το βάρος του χρόνου που ήρθε…» Και έπειτα: «Αν φύγουν οι ώρες και οι μέρες;». O Χρόνος! Μα όχι πάντα πικρός και τραχύς:

Ώρες γλυκές.

Σαν το γάλα που έτρεξε απ’ τα στήθη μου

για να ταϊσει τον ήλιο

και να θυμίσει στο φως,

πως φως μεγαλύτερο μου χάρισε ο Θεός

κι εγώ το στράγγισα όλο.

Γλυκό και το σκίρτημα της πρώτης πνοής.

Ξεχείλισαν τα σωθικά μου ανάσες και τραγούδια…

Αλλά εδώ, στις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες σελίδες της Ελένης Παπανδρέου, στους στίχους τους μεστούς και συνάμα εύθραυστους –σαν την αγάπη και αυτοί- τίποτε δεν τελειώνει. Και οι Ώρες και η Ζωή παραμένουν κραταιές και γνέφουν περιχαρείς για ταξίδια και άλλα της ψυχής πολύτιμα- και ας κουβαλούν κάποτε οδύνη.

Οι «Ώρες» μου δώρισαν ένα σπάνιο εσωτερικό ταξίδι. H χαρά μου είναι μεγάλη και ειλικρινής.

Πηγή | Copyright: www.bookbar.gr | Ελένη Σαραντίτη

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.