Η Ελένη Αράπη, δημιουργός της ποιητικής συλλογής «Μικρή μεθόριος» (εκδόσεις Ιωλκός, 2021), δίνει συνέντευξη στον συγγραφέα Κωνσταντίνο Μανίκα και το culturepoint.gr.
Συνέντευξη: 10+1 Ερωτήσεις στην Ελένη Αράπη
Η Ελένη Αράπη εξέδωσε τη νέα της ποιητική συλλογή με τίτλο “Μικρή Μεθόριος”, κι ο Κωνσταντίνος Μανίκας, με αυτή την αφορμή, τη θέτει “αντιμέτωπη” με τις 10+1 Ερωτήσεις του για να γνωρίσουμε καλύτερα την ίδια και το έργο της.
Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά την ποιητική σας συλλογή «Μικρή Μεθόριος» από τις εκδόσεις Ιωλκός;
Η «Μικρή Μεθόριος» είναι η δεύτερη ποιητική μου συλλογή. Σε αυτήν συνδιαλέγομαι με τα αρχαία και νέα ερείπια, με το φυσικό τοπίο που βρίσκεται μακριά από το κέντρο, εντέλει με τη μεθόριο. Ο έρωτας, ο αντέρωτας, οι ρίζες, οι πυρήνες και η εναντίωση απέναντι σε ό,τι θεωρείται πολιτικά ορθό, αποτελούν τα νοηματικά κέντρα γύρω από τα οποία υφαίνω τον ποιητικό ιστό.
Μέσα από την αγχιβασία με τον μύθο, τα θραύσματα και τις πληγές αποσκοπώ ο ποιητικός λόγος να λειτουργήσει ως συγκολλητική ουσία και να κηρύξει τη νίκη του επί του θρυμματισμού, κάνοντας «οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου» (Ανδρέας Εμπειρίκος).
Ποια είναι η πηγή έμπνευσης αυτού του έργου;
Πηγή έμπνευσης ήταν η απώλεια κι ο πόνος. Ο ίδιος ο θάνατος αποτέλεσε την πηγή της γραφής μου. Όσο συναναστρεφόμουν μαζί του, καταβυθιζόμουν στο πένθος και συνειδητοποιούσα τη ματαιότητα, το ελάχιστο, το τίποτα της ανθρώπινης ύπαρξης, τόσο έτριζα τα δόντια κι ακόνιζα τις λέξεις. Σε αυτή την ποιητική συλλογή ουσιαστικά υμνώ τον έρωτα ως το μοναδικό μέσο που έχει η ίδια η ζωή για να κηρύξει τη νίκη της απέναντι στη βεβαιότητα του θανάτου. Αντλώ το υλικό μου τόσο από τη μυθολογία όσο και από την ίδια τη φύση, από «το κίτρινο της καστανιάς θρασίμι / που πλάι στο αιώνιο έλατο / φυτρώνει» «στο χνότο» του οποίου «νικιέται ο θάνατος».
Τι θεωρείτε ότι θα αποκομίσει, ως απόσταγμα, ο αναγνώστης;
Θαρρώ ότι αυτή τη συλλογή πρέπει να τη διαβάσει κανείς βάζοντας τα χέρια του «επί τον τύπον των ήλων», ακριβώς πάνω στις πληγές, εκεί που αιμορραγεί, εκεί που πονάει. Τότε ίσως θα νιώσει ότι ο ποιητικός λόγος αρχίζει να απλώνεται πάνω στα θραύσματα, τα σπλάχνα, τις σκουριές ως συγκολλητική ουσία κι ότι «αν δεν έχεις σκουριά / θεραπεία καμιά.». Ίσως και να συνειδητοποιήσει βέβαια ότι «δεν υπάρχει έρωτας / δίχως αποτρόπαιο βάθος // χωρίς τα θραύσματα / και ο Όλυμπος πεδιάδα.»
Είναι ο έρωτας κι η αγάπη, η απάντηση σε κάθε υπαρξιακή ερώτηση;
Ο άνθρωπος για να μπορέσει να ευτυχήσει έχει ΑΝΑΓΚΗ τον έρωτα. Ποιον έρωτα όμως; Τον έρωτα πτέρωτα, που σου γεννά φτερά, ενώ μέχρι πρότινος έσερνες τα ποδάρια. Τον έρωτα οίστρο, που σε ξυπνάει από τη νωχελική νεκροζωή σου κι αποθεώνει τη στιγμή. Τον έρωτα δημιουργό που σε κάνει να αφουγκράζεσαι «τη μουσική των αγρών / τον παρθενικό υμένα / των λέξεων» να λαχταράς «την αγριόγατα γυμνή / με τα λυμένα μαλλιά / το πέπλο / οργωμένο από δόντια // τη νυχιά που / στάζει ρετσίνι / υγραίνει το χώμα // τα ερωτικά κουφέτα που / καρφώνει η φύση / από στόμα σε στόμα». Αυτή η «ανατριχίλα» είναι η απάντηση σε κάθε υπαρξιακή ερώτηση.
Πώς κρίνετε τη σύγχρονη ελληνική ποίηση; Υπάρχει μεγάλος όγκος εκδόσεων. Συμβαδίζει όμως με την ποιότητα;
Η σημερινή εποχή είναι μια μεταιχμιακή εποχή, είμαστε στο μεταξύ. Μεταξύ ειρήνης και πολέμου, ελευθερίας κι εγκλεισμού, δημοκρατίας κι ολοκληρωτισμού, αγάπης και βίας, ζωής και θανάτου. Σαν να ακροβατούμε πάνω ακριβώς στην αλλαγή της σελίδας. Αυτή η ακροβασία, αυτή η ανάγκη για υπεράσπιση όχι μόνο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μα και της ίδιας της ζωής θα γεννήσει νέες φωνές. Ήδη ακούγονται. Ήδη πληθαίνουν. Είμαι αισιόδοξη. Οι νέοι αρχίζουν και διαβάζουν, πειραματίζονται, γράφουν. Το βλέπω στους μαθητές μου. Οφείλουμε να τους εμπνεύσουμε, να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο, να τους αφήσουμε ελεύθερους να γεννήσουν τα δικά τους φτερά. Οι εκδοτικοί ας επιλέξουν το καλύτερο πέταγμα.
Πιστεύετε στη μοίρα ή στην τύχη;
Πιστεύω στην ανθρώπινη δράση. Ό,τι δεν δρα, σαπίζει. Φαντάσου ότι ο άνθρωπος με το που γεννιέται, βουτάει σε μια άγνωστη θάλασσα. Ας πούμε ότι είμαστε ένα μικρό καραβάκι. Το τι καιρό θα αντιμετωπίσουμε, κανείς δεν το γνωρίζει. Όμως είμαστε υπεύθυνοι για τη ρότα που θα χαράξουμε και για το πόσο θα φροντίσουμε το σκαρί μας ώστε να το δυναμώσουμε για να μην το διαλύσει ο πρώτος άνεμος. Είμαστε υπεύθυνοι για το αν τελικά θα φέρουμε εις πέρας την αρχική μας πρόβλεψη, όνειρο, ρότα. Καμία μοίρα και καμία τύχη δεν φταίει για την απραξία μας.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με την συγγραφή και γιατί επιλέξατε την ποίηση ως μέσο έκφρασης;
Το ερέθισμα ήταν πάλι ο πόνος. Στα δύσκολα, όταν οι άνεμοι δυναμώνουν και σχίζονται τα πανιά, μοναδικό μου καταφύγιο οι λέξεις. Εξευμενίζω την άγρια θάλασσα, τους κακούς δαίμονες, πότε τραγουδώντας σαν τη Σειρήνα και πότε απειλώντας σαν τη Μέδουσα που θέλει να πετρώσει τον πόνο, να μην την αγγίξει πλέον ξανά.
Τώρα γιατί επέλεξα την ποίηση, θαρρώ ότι την ποίηση δεν την επιλέγεις, μα αυτή έρχεται και σε βρίσκει, όπως λέει κι ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος. Εξάλλου ποιητική είναι και η ίδια μου η σκέψη. Σκέφτομαι πάντα με εικόνες. Αν μπορούσα θα γινόμουν ζωγράφος ή σκηνοθέτης. Τελευταία βέβαια φλερτάρω και με το διήγημα. Αυτή η θάλασσα δεν ξέρουμε τι καιρό θα φέρει, μα όπως είπα και πριν, η ρότα δικιά μας.
Η έμπνευση ή η σκληρή δουλειά, παίζει το σημαντικότερο ρόλο, στη συγγραφή ενός βιβλίου;
Η σκληρή δουλειά και η εντιμότητα στη γραφή. Θα πρέπει να έχουμε να πούμε κάτι σημαντικό, κάτι αιχμηρό, που να μας ματώνει και να τολμήσουμε να το ξεστομίσουμε. Θα πρέπει στο γεφύρι που πάμε να χτίσουμε, όπως λέει κι ο Γιάννης Παλαβός, να θυσιάσουμε κάτι αγαπημένο μας, μύχιο, ένα θραύσμα, μια πληγή, ανοιχτή οπωσδήποτε. Όλα τα άλλα με σκληρή, επίμονη και επίπονη δουλειά πιστεύω ότι μπορούν να επιτευχθούν. Απαραίτητο φυσικά είναι και το ταλέντο, να μπορείς να αγγίζεις τους αναγνώστες αλλά και η αντοχή, να είσαι έτοιμη να ποδοπατηθείς, αν το γεφύρι σου δεν είναι αρκετά ειλικρινές.
Ένας μήνας «καραντίνα». Ποια είναι τα πέντε βιβλία που θα θέλατε μαζί σας;
Οπωσδήποτε την «Οδύσσεια» του Ομήρου, καθότι λατρεύω τα ταξίδια και γνωρίζω ότι τα εμπόδια γεννούν τα πολυμήχανα μυαλά. Το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Νίτσε, γιατί μετά απ’ αυτό αναρωτιέμαι συνέχεια τι θέλω κι αγγίζω τα μολύβια. Τα «Εις εαυτόν» του Μάρκου Αυρήλιου, το δικό μου Ευαγγέλιο. Τέλος, αν και θα μπορούσα να γράψω ολόκληρες λίστες, τα ποιήματα της Joyce Mansour σε μετάφραση Κακναβάτου, για να μην ξεχνώ ότι «κάτω απ’ τις στάχτες / το σπέρμα ακόμα αχνίζει» και του Παπαδίτσα αφού «η ανατρίχιλα κρύβεται στο πάτημα του ελάτου»
Διαλέγετε παρέα για ολιγοήμερη απόδραση. Ποιους λογοτέχνες, ανεξαρτήτως ιστορικής περιόδου δράσης, θα συμπεριλαμβάνατε;
Έναν και μόνο, τον Νίτσε. Για να τον αποκαθηλώσω.
Χρειάζεται περισσότερος ρομαντισμός ή ρεαλισμός στη ζωή μας;
Όσο πιο βαθιά έχουμε γειωμένα τα πόδια μας στη γη, τόσο πιο ελεύθερα πετάγματα κάνουμε.
Πηγή: Culturepoint.gr