Από αίμα σε αίμα | Αλέξανδρος Μαράκης-Μπούρκας

Ποιήματα από τη συλλογή του Αλέξανδρου Μαράκη-Μπούρκα, «Από αίμα σε αίμα» (εκδόσεις Ιωλκός, 2021), παρουσιάζονται στον ιστότοπο «Έννεπε Μούσα».

 

*

Σε θυμάμαι…

Σε θυμάμαι σαν φως που αγγίζει τον ουρανό.
Όλες οι ηλιαχτίδες σου κινούνται αναλλοίωτες στο σύμπαν.
Ένα χαμόγελο που αγγίζει όλο τον κόσμο.
Μια ενέργεια που καταπίνει όλη την κίνηση του γαλαξία.
Τα μαλλιά σου ανεμίζονται πελώρια γύρω από τα μάτια μου.
Είσαι γυναίκα, είσαι όνειρο, είσαι μάνα.
Ένας χαμένος έρωτας, ένα ταξίδι στην ανάμνησή σου.
Μια αγκαλιά που χαράχθηκε.
Μη φεύγεις μακριά μου, σε αγαπάω.
Απλά δεν είχα λόγια να το πω.
Δεν είχα σώμα.
Όλα αναλώνονται γύρω μου, όλα γερνάνε απότομα.
Πάρε με από τη μοναξιά.
Είσαι εδώ και ταξιδεύεις…
Έρχομαι σε λίγο.

Σαν σύννεφο

Σαν σύννεφο σκορπίστηκες σε μέρη
που δε χωράει ανθρώπου νους.
Είναι τόσο μακρινή η πατρίδα σου
που δεν μπορώ ούτε να την αισθανθώ καλά καλά.
Όσο περνάει ο καιρός, ξεχνάω τα λόγια μας,
τις υποσχέσεις μας, τις ελπίδες…
Ξεχνάω πως οι στιγμές μαζί σου
ήταν το νόημα μιας αληθινής ζωής.
Μιας ζωής που δίνεται χωρίς να περιμένει.
Που αγαπάει χωρίς λογική.
Που θυσιάζεται για το καλό… για το καλό ενός παιδιού.
Ο κόσμος μας εδώ καταρρέει μέρα με τη μέρα.
Καταρρέει η ανθρωπιά, η οικειότητα, το φως.

Σαν σύννεφο απομακρύνεσαι σε κόσμους
που δεν μπορώ να αισθανθώ τον παλμό τους.
Πώς αγκαλιάζονται στον κόσμο σου;
Πώς τηρούνται οι υποσχέσεις;
Πώς αγαπιούνται οι ψυχές;
Πώς μπορούν οι γήινες υπάρξεις που έχουμε εγκλωβιστεί
να νιώσουν, έστω ένα ψεγάδι, από τον κόσμο σας.

Σαν σύννεφο σκορπίστηκα κι εγώ από την εικόνα σου
για να μην πονώ.
Πως κάποτε είχα παραδείσους μπροστά στα μάτια μου
και χάθηκαν χωρίς να τους γευτώ.
Οι άνθρωποι δεν αντέχουμε κόσμους σαν και το δικό σου.
Δώσε μου ένα δείγμα από τον κόσμο σου
να τον μοιραστώ με τους ανθρώπους
κι ας με συγχωρέσουν για το φόβο
να μοιραστώ μαζί τους κομμάτια της ψυχής μου
κρυμμένα μέχρι κι από τον ίδιο μου τον εαυτό…

Όπως μοιράζει αγάπη η μάνα στο μονάκριβο παιδί της,
όπως αγαπάμε έναν άνθρωπο
που ξέρουμε ότι θα φύγει από κοντά μας·
έτσι θα έπρεπε να αγαπάμε τους ανθρώπους μας…
Είδα τη χωρίς όρια αγάπη σου.
Γι’ αυτή θα ήθελα να πω,
αλλά δεν ξέρω αν θα τη θυμάμαι στο χρόνο που κυλάει.
Δεν ξέρω αν θα τολμήσω να τη μοιραστώ.

 

Το πέταγμα

Θα ήθελα η ψυχή μου
να αιωρείται στις πιο ψηλές βουνοκορφές,
εκεί όπου ο αέρας θα έχει πάρει τη μορφή
από μια ουσία που δε γνωρίζουμε εμείς οι άνθρωποι.

Είναι τόσο διαφορετική η αίσθηση πληρότητας που νιώθω.
Το πέταγμα σε νησίδες που δεν υπάρχει κόσμος
να σε βλέπει, να σε επικρίνει, να σε παρατηρεί…
Νιώθω ελεύθερος
σε ένα διάστημα από πρίγκιπες και νεράιδες.
Κτίζω μια φωλιά εκεί στον ωκεανό
και ακούω άγνωστες φωνές.

Το πέταγμα είναι αιώνια πεντακάθαρο και ελεύθερο
όπως η ευχή που κάνω αυτήν τη στιγμή.
Ό,τι και να γίνει να θυμάσαι πάντα αυτή την αιώνια εικόνα.
Την αιώνια ελπίδα.
Προσεύχομαι για όλους εσάς που πετάτε,
για όλους τους διαφορετικούς
που δε βρίσκετε μια θέση σε αυτόν τον τόπο…

 

Μικρός ταξιδιώτης

Ένας μικρός ταξιδιώτης είσαι και συ με χαλασμένη βάρκα.
Βάρκα είναι το παρελθόν που σε γυρνάει πίσω.
Φωνές, κραυγές και κλάματα, εικόνες δίχως μνήμη.
Θες να πετάς, θες να μεθάς, μα τα πανιά μεθύσαν.

Ένας μικρός ταξιδιώτης είσαι και συ που η καρδιά του πλέει.
Πλέει μέσα στα χώματα, πλέει μέσα στη μοίρα.
Κοιτάς, ζητάς, ρωτάς να βρεις μιαν άγνωστη πατρίδα.
Πατρίδα δίχως όνομα, πατρίδα δίχως λύπη,
πατρίδα που ο θάνατος δεν ξέρει να αγαπά.

Πάρε τα κύματα αγκαλιά, πάρε κι ένα δοξάρι,
παίξε με μια θάλασσα, κάνε την έναν ήχο,
γίνε ένας ακατάλυτος, αιώνιος ταξιδιώτης,
άσε τη βάρκα να πονά και δώσε σου γαλήνη.

Ένα αρχαίο σκοτάδι

Ένα αρχαίο σκοτάδι ξεπροβάλλει τις νύχτες που χαμογελάς.
Ένα σκοτάδι προερχόμενο από παλιές ζωές,
από βασανισμένες ψυχές που ακολουθούν τη μοίρα σου.
Δεν ξέρεις από πού προέρχεται η σκιά
που χτυπάει επίμονα το παράθυρο της ανάπαυσής σου.
Είναι οι δαίμονές σου, τα αιώνια γιατί, η απουσία…

Ένα αρχαίο σκοτάδι ξεπροβάλλει τις νύχτες
που αναζητάς μια διαφυγή,
τις στιγμές που η λύτρωσή σου είναι κοντά.
Παραμονεύει εκεί.
Στις πιο κρυφές στοές σου.

Αν έρχεται ακόμα κρυφά τις νύχτες που κοιμάσαι,
άκουσε αυτά τα λόγια:
«Κανείς θεός, ούτε αδερφός ούτε η μάνα η ίδια
δε θα σε απαλλάξει παρά μόνο η ίδια σου η ψυχή,
που έμεινε ατόφια».
Ατόφια από την αρρώστια μιας εποχής,
από ό,τι μαύρο είδε.
Μόνο αυτή είναι η σωτηρία σου.
Η αιώνια γαλήνη.

 

Το χάος του καλλιτέχνη

Μέσα σε ένα χάος από κύματα και εικόνες χάνεσαι,
ω καλλιτέχνη.
Βυθίζεσαι σε σκοτάδια, σε πελάγη, σε παραδείσους,
σε ένα μοναχικό δρόμο που δεν έχει επιστροφή.
Πετάς σε βυθισμένα σύμπαντα, σε χαμένα ηλιοτρόπια.
Η φωνή σου ακούγεται παντού.
Είσαι μόνος, ολομόναχος, αλλά δεν είσαι κιόλας.
Η τέχνη πάντα θα συντροφεύει τη μοναχική ύπαρξή σου.
Ένας αιώνιος ασκητής καλείσαι να γίνεις,
να εκφράζεις ό,τι δεν είναι πραγματικά δικό σου.
Η τέχνη για τους άλλους.

Στο μοναχικό δρόμο που διάλεξες
δε θα σε καταλαβαίνουν πάντα,
θα σε ξεχνάνε εύκολα
και θα σε θυμούνται με την ίδια ευκολία…
Αλλά μη δίνεις σημασία.
Κράτα την τέχνη σου σαν διαμαντένιο στέμμα.
Ακολούθησέ την και θα σε ακολουθεί κι αυτή.
Μη φοβάσαι να τη δείχνεις γιατί θα φοβηθεί κι αυτή.
Είναι ο άλλος σου εαυτός.
Ο μόνος και αληθινός…

 

Ονειρεύομαι ξύπνιος

Ονειρεύομαι ξύπνιος παραμυθένιους κόσμους.
Οι άνθρωποι είναι πιο δοτικοί από ποτέ,
δε σκέφτονται άλλο, δεν αναλύουν, δεν προσπαθούν.
Απλά υπάρχουν με όλη τη σημασία της λέξης.
Ονειρεύομαι ξύπνιος το μεγαλείο του σύμπαντος,
το μεγαλείο μιας ολότητας
που αιωρείται σε ένα συμπαντικό αριστούργημα.
Ονειρεύομαι μόνος μου, ονειρεύομαι μαζί σου.
Ονειρευόμαστε όλοι, ο καθένας με το δικό του τρόπο.
Αλλάζουν τα σχήματα, η φύση,
τα πρόσωπα δεν είναι ίδια γύρω σου,
οι ανάσες είναι πιο μεγάλες, πιο βαθιές…
Ονειρεύομαι ξύπνιος τα όνειρά μου,
τα όνειρά σου,
τα όνειρά μας
και αφήνομαι στη θεία αυτή αρμονία…
Ονειρεύομαι ξύπνιος για ό,τι δε λέγεται.
Μπορείς να το κάνεις μαζί μου;
Μπορείτε να το κάνετε όλοι;

 

Χορός σκιών

Όταν νυχτώνει,
σκιές έρχονται και με ζητάνε σε χορό.
Σκιές που μόλις χθες θυμάμαι ήταν φως.
Το βράδυ δεν τις αναγνωρίζεις…
Απλά ονειρεύεσαι ότι είναι κάτι άλλο.
Χορός με φτερά αγγέλου.

Ξημέρωσε.
Η σκληρή πραγματικότητα γελάει μαζί μου.
Γελάει που την αμφισβητώ.
Ο χορός ακουμπισμένος στο πάτωμα δεν αναπνέει πια.
Όλα είναι μια εκπνοή.
Κι εγώ δε θέλω να τα δω.
Φαντάζομαι εισπνοές.
Φαντάζομαι φεγγάρια.

«Από αίμα σε αίμα», Αλέξανδρος Μαράκης-Μπούρκας.

*

Ανέκδοτα ποιήματα

 

Επαναλαμβανόμενα

Επαναλαμβανόμενα τα λάθη.
Οι εμπιστοσύνες…
Μεγάλη η ανάγκη να πιστέψεις σε μια αλήθεια ανύπαρκτη.
Ανύπαρκτες οι ανιδιοτέλειες…
Αγάπες από ρίζα πατρική ζητάς…
Τίποτα δεν είναι ίδιο…
Παντού υπάρχει ένα συμφέρον να καραδοκεί το χαμόγελο που αντικρίζεις τον κόσμο…
Επαναλαμβανόμενα τα λάθη…
Ακόμα και η συγγένεια στην αγάπη θα προδώσει…
Επιμονή σε κόσμους που είναι σε μια σφαίρα μιας διάστασης μετέωρης…
Επαναλαμβανόμενα τα λάθη μέχρι να αδειάσεις…
Αυτοκαταστροφή, δόσιμο σε λίγους…
Τίποτα δεν θα είναι ίδιο χωρίς τα μάτια που ήθελες να είναι αληθινά…
Τίποτα μην πιστεύεις πια…
Μια βαλίτσα περιμένει να σπάσει η επανάληψη…
Να γίνει η μεταμόρφωση…
Οριστική…
Για μια και μόνη αλήθεια…
Την δική σου

 
Ένας άνεμος γεννήθηκε

Ένας άνεμος γεννήθηκε μέσα από
ένα σώμα τρυφερό
Ένα γέλιο ανοιξιάτικο,
σημαδεμένο από αρρώστια..
Ένας άνεμος γεννήθηκε μια μέρα.
Διαφορετικός, ακαθόριστος…
Κοίταζε την θάλασσα, τα λουλούδια, τον κόσμο όλον…
Πετούσε μοναχός του
Δεν είχε σώμα
Δεν είχε φύλο
Δεν είχε πατρίδα
Δεν είχε μάνα
Απλά πετούσε δίνοντας απλόχερα, ασταμάτητα
και συνέχιζε να δωρίζει κάθε κύτταρο της σπάνιας ψυχής του…
Ο κόσμος δεν του έδινε τόσα όχι γιατί δεν ήθελε ή δεν τον αγάπαγε…
Δεν γνώριζαν πως να τον προσεγγίσουν
Δεν τον καταλάβαιναν πραγματικά οπότε αυτός συνέχιζε να φυσάει μόνος του…
Ώσπου χάθηκε, εξαφανίστηκε, σώπασε, αγαλλίασε..
Κατάλαβε την ομορφιά του να δίνεις χωρίς να περιμένεις
Την ελευθερία..
Έγινε ένα με το σύμπαν
Έγινε άγγελος…

 

Πηγή: Έννεπε Μούσα

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.