Εικόνες ψυχής [Πρώτο πλάνο] | Μαρία Δάτσικα

Κριτική του ποιητή Κωνσταντίνου Γεωργίου για την ποιητική συλλογή «Εικόνες ψυχής [Πρώτο πλάνο]» (εκδόσεις Ιωλκός, 2022), της Μαρίας Δάτσικα, δημοσιευμένη στο αγαπημένο μας Fractal.

 

Η ποίηση των χρωμάτων και του φωτός
Γράφει ο Κωνσταντίνος Γεωργίου //

 

Μαρία Δάτσικα: «Εικόνες Ψυχής» [πρώτο πλάνο], Εκδόσεις Ιωλκός, Αθήνα, Οκτώβριος 2022, σελίδες 64

 

Αν υποθέσουμε ότι η ποίηση είναι ένα λεπτουργημένο συρμάτινο σκοινί, τεντωμένο και στερεωμένο καλά σε ύψος μεγάλο, το οποίο ο δημιουργός πρέπει να περπατήσει από την μια του άκρη έως την άλλη αλώβητος, με επιδεξιότητα μάλιστα ακροβάτη και θαυμαστή ισορροπία, διατηρώντας με ψυχραιμία και απόλυτη ψυχοδιανοητική συγκέντρωση τον έλεγχο στις κινήσεις του σώματός του, νομίζω ότι σε μια τέτοια περίπτωση αυτός ο κανόνας βρίσκει πλήρως την εφαρμογή του στην πρώτη ποιητική συλλογή της Μαρίας Δάτσικα “Εικόνες ψυχής [πρώτο πλάνο]” (Εκδόσεις Ιωλκός, 2022).

Πράγματι, διαβάζοντας τα ποιήματα της συλλογής, γίνεται αντιληπτό πως η ομορφιά στην ποίηση συνίσταται σε αυτήν την ισοζυγιασμένη αρμονική γραφή, που από την μια δεν σου επιτρέπει να εξαντληθείς σε τυμπανοκρουσίες πανηγυρικές και εκκωφαντικές επιτηδεύσεις και από την άλλη σου αφαιρεί και το τελευταίο επιχείρημα της ανεδαφικής σιωπηλής αναγνωστικής εκκίνησης σε μια πορεία ανώφελης ανακύλησης εφησυχασμού, λήθης και αυταπάτης. Η ποιήτρια επιλέγει, λοιπόν, να βηματίσει προσεκτικά πάνω σ’ αυτό το τεντωμένο σκοινί, κερδίζοντας από την πρώτη στιγμή την προσοχή και το ενδιαφέρον του αναγνώστη κάνοντάς τον συμμέτοχο της ποιητικής της ακροβασίας στα όρια των υπόρρητων εντυπώσεων της ψυχής.

Αυτές οι εντυπώσεις, οι τυπούμενες ένδον εικόνες, που παίρνουν σχήμα και χρώμα στην ποιητική συνείδηση προσδιορίζοντας και ερμηνεύοντας την πορεία της σε πρώτο πλάνο, εξηγούν και τον τίτλο της ποιητικής συλλογής. Πρόκειται κυρίαρχα για μια προσπάθεια νοηματοδότησης της θέσεως του ποιητικού υποκειμένου στην επικοινωνιακή συνδιαλλαγή της εσωτερικότητάς του, με βάση τις εμπειρικές υποσυνείδητες καταγραφές και τις επισυναπτόμενες υπόγειες αισθητηριακές διαδρομές, με την περιβάλλουσα εξωτερική πραγματικότητα, η οποία λειτουργεί τόσο ως ερέθισμα παραγωγής των προβαλλόμενων πηγαίων ψυχικών εντυπώσεων όσο και ως έναυσμα κινητοποίησης νοητικών και συναισθηματικών διεργασιών σε μια κατ’ επιλογήν του υποκειμένου ορισμένη κατεύθυνση, που εντέλλεται από την πνοή της ποιητικής δημιουργίας προς χάριν των προσδοκώμενων απελευθερωτικών και ιαματικών της αποτελεσμάτων. Η πορεία είναι ανοδική, αιθέρια, ηλιόφωτη στα ουράνια μεγέθη της ποιητικής μέθεξης και της πτητικής αναζήτησης άγνωστων προορισμών.

 

ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ

Μπαλόνι
σε ανοδική πορεία.

Αφετηρία;
Η ψυχή.

Συνταξιδιώτης;
Ο Ήλιος.

Προορισμός;
Ποιος ξέρει;

 

 

ΤΟ ΦΩΣ

Το φως της ημέρας
διεισδυτικό,
αδίστακτο
τρέφει,
αποκαλύπτει,
απαλύνει,
χάνεται·
εμφανίζεται ξανά
φρέσκο,
ακούραστο,
μαχητικό,
έτοιμο
για τα σύννεφα που του χαμογελούν.

 

 

Σ’ αυτήν την ατέρμονη και αδιάκοπη πορεία του φωτός με συνταξιδιώτη τον ζωοδότη Ήλιο αποκαλύπτεται στα ποιητικά μάτια ένας άλλος κόσμος, ένας κόσμος που αναδύεται εκ των ενόντων με την λάμψη της πρωτογέννητης αειφόρας εμπνεύσεως, η οποία αναδιατάσσει τα όρια της υφιστάμενης πραγματικότητας, την εξαγνίζει και την μεταμορφώνει με την αρχή της διαπερατότητας και της διαφάνειας σε ένα καθ’ ολοκληρίαν θάμβος. Το φως συστοιχίζεται με την ηρεμία και την γαλήνη, την ενηλικίωση και την ωρίμανση, την αυτογνωσία και την συνειδητότητα. Στην διεργασία των πυρηνικών του δομών το φως εμπεριέχει φασματοσκοπικά το χρώμα και το χρώμα αποκαλύπτεται αισθητηριακά μόνον δια του φωτός. Στην αγωνιώδη διερώτηση του υποκειμένου οι απαντήσεις άμεσα ή έμμεσα ομοιώνονται με την χρωματική τους ιδιαιτερότητα και τον ανάλογο συμβολισμό. Η ποιητική ματιά παρατηρεί, διεισδύει, καταγράφει εν εκστάσει τις λεπτομέρειες των πραγμάτων, των εντός και εκτός συμβαινομένων, και διαχέεται αέρινη γύρω τους, δίπλα τους, ανάμεσά τους σαν απαλή φωτοχυσία που τα αγκαλιάζει με ζεστασιά.

 

ΑΔΡΑΞΕ

Ανασηκώθηκα
στις μύτες των ποδιών.
Έτεινα το χέρι
να πάρω ένα χρώμα.

«Ποιο θέλεις;»
με ρώτησε το Ουράνιο Τόξο.

Δίστασα.

«Θα σου δώσω και τα επτά,
ένα για κάθε μέρα»
απάντησε.

 

 

ΜΠΛΕ

Τα κύματα ζαρώνουν,
πέφτουν,
γίνονται ένα
με το άσπρο του αφρού,
με το μπλε του ουρανού.

 

 

Στην ποίηση της Μαρίας Δάτσικα οι αισθήσεις καθαγιάζονται, είναι η απαραβίαστη και αναγκαία συνθήκη της ένσαρκης ιερότητας του φωτός και της αποκάλυψης των μυστηρίων του, που δίνει ζωή, χρώμα, ανάσα, γεύση, κίνηση και ήχο στις παλλόμενες χορδές της ποιητικής της ευαισθησίας, μετουσιώνονται σε υπερμεγέθεις, συντονισμένους πανδέκτες εικόνων, εντυπώσεων της στιγμής, εξωτερικών παραστάσεων και εσωτερικών αναπαραστάσεων, που οδηγούν αφαιρετικά άλλοτε στην ενορατική έκλαμψη της σημαντικότητας «του ελάχιστου», άλλοτε στην συναισθηματική εναρμόνιση με τον παμψυχισμό του σύμπαντος κόσμου και άλλοτε στην διανοητική σύλληψη του εφήμερου, που, όσο περισσότερο καίγεται στην φωτιά του χρόνου, άλλο τόσο φωτίζει την αιωνιότητα της στιγμής ως μονάδας μέτρησης της ωραιότητας και της γλυκύτητας της ζωής.

 

ΣΤΑΓΟΝΑ

Σταγόνα νερού
κρέμεται,
μεγαλώνει,
διστάζει,
πέφτει·
κάνοντας θόρυβο
στην πεμπτουσία
της ψυχής της.

 

 

ΠΡΟΣΜΟΝΗ

Τιτίβισμα πουλιού
πολλά υποσχόμενο
έρχεται και φεύγει
χωρίς να σε ρωτήσει.
Μένεις με την προσμονή
της επόμενης μελωδίας.

 

 

ΕΦΗΜΕΡΟ

Δείκτες ρολογιού
συνεπείς,
ακούραστοι,
αδίστακτοι·
παίρνουν μαζί τους
κάθε στιγμή
με ακρίβεια δευτερολέπτου.

 

Το μικρό, αυτό που οι περισσότεροι εξ ημών θεωρούν ασήμαντο ή αυτό που από αμέλεια, απροσεξία ή ακόμα και αδιαφορία, περνά για τους πολλούς απαρατήρητο, στα μάτια της ποιήτριας μεγεθύνεται, παίρνει εξωκοσμικές διαστάσεις, μετασχηματίζεται σε έννοια και ουσία, σε λέξη και στοχασμό, σε νόημα και ιδέα, που ανυψώνει τον ανθρώπινο βίο στην αχρονική του πληρότητα και στην αγήρατη ευδαιμονία. Στην ζωή αυτών των μικρών, ασήμαντων κατά την κοινή ομολογία πραγμάτων, η Δάτσικα επιμένει και αφουγκράζεται ερασμίως τους μυστικούς εκείνους παλμούς που εγχρονίζονται στην συνείδησή της και πιστοποιούν ότι το θαύμα δεν είναι κάτι απόκοσμο και υπερουράνιο, αλλά συντελείται δίπλα μας, μέσα μας κάθε μέρα, άπτεται και οράται ως βιωμένη εμπειρία ομορφιάς και αγαπητικής συναλληλίας, εσωτερικεύεται ως υπέρτατο βίωμα μυσταγωγίας που οι αισθητικές του αναφορές είναι απόρροια της λατρείας της φύσης και των αξιών της μέσα στην διαύγεια του φωτός. Ως εκ τούτου και οι φυσικές αξίες στην νοητή τους προέκταση αντιστοιχούν με τις ηθικές αξίες. Η φύση έτσι καθίσταται στο επίπεδο των αισθήσεων το αγώγιμο σώμα της παρθενικότητας του ανθρώπου ως αναπόσπαστου, οργανικού στοιχείου της, υπενθυμίζοντας την εδεμική του καταγωγή.

Γι’ αυτό και την ποιήτρια την απασχολεί η ηθική στάση του ατόμου, όταν αυτή η τάξη διασαλεύεται, και ο λόγος της γίνεται καυστικός. Η ποιητική συνείδηση εξεγείρεται όχι μόνο απέναντι σε όλους εκείνους τους απρόσωπους εξουσιαστικούς μηχανισμούς και τις χειραγωγικές μεθοδεύσεις τους, με τις οποίες χαλκεύουν ανεπαίσθητα τα δεσμά του σύγχρονου ανθρώπου και τον καθιστούν έρμαιο της μάζας και των ευτελών της επιλογών, της τυποποίησης, της ψυχικής απερήμωσης, της πνευματικής νάρκης και του ηδονικού ναρκισσισμού, αλλά και απέναντι στον ενδοτισμό των ανθρώπων που τόσο εύκολα απεμπολούν την ελευθερία, την αξιοπρέπειά τους, καθώς η οσφυοκαμπτική τους αντίληψη ισοπεδώνει όλα εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του προσώπου με αποτέλεσμα την παραμόρφωσή τους και την εγκατάλειψή τους σε έναν αποστεωμένο κόσμο ειδώλων.

 

ΔΡΟΜΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΙΩΝ

Παρέλαση παπουτσιών
γυαλισμένων μα φθαρμένων και αδιάφορων.
Όλα για τον ίδιο προορισμό,
με βήματα γοργά και σταθερά.
Κάποια φεύγουν απ’ την ευθεία,
περιπλανώνται σε πράσινα μονοπάτια.
Μα σε κάθε γωνιά παραμονεύουν
πρόθυμοι λουστραδόροι.

 

 

ΛΕΞΗ ΤΡΙΣΥΛΛΑΒΗ

Αν-θρω-πά-κος.
Κάποιοι πορεύονται με τις τρεις συλλαβές
και κάποιοι με τις τέσσερις
κουβαλώντας στην πλάτη τους
αυτό το βάρος της τέταρτης συλλαβής
που λυγίζει τον κορμό τους και τους παραμορφώνει.
Περιφέρονται…
κάνοντας κύκλους σαν κουρδισμένα παιχνίδια
που από πάντα λάτρευαν την επανάληψη.
Χωρίς κανέναν προορισμό
μόνο ένα ξεκούρδισμα θα τα σώσει…

 

Οι σύντομες και κοφτές ρηματικές διατυπώσεις, ενίοτε σωρευτικά μονολεκτικές, σε συνδυασμό με την ευθύτητα και την δραστικότητα των επιθέτων, αποτελούν δομικά υλικά της αρχιτεκτονικής των ποιητικών σχημάτων που επιλέγει με ευρηματικότητα η Δάτσικα, επικεντρώνοντας όχι μόνο στην εκφραστική λιτότητα και απλότητα, η οποία απαλλάσσει τον ποιητικό λόγο από το βάρος των πολλών περιττών γλωσσικών φτιασιδωμάτων, κάνοντάς τον περισσότερο στοχευμένα καίριο, ευκίνητο και ευλύγιστο, αλλά και στην ενίσχυση της νοηματικής αυτοτέλειας, η οποία εκπληρώνεται εν πολλοίς δια της απογύμνωσης των λέξεων και της αποσύνδεσής τους από ρηχούς συναισθηματισμούς και εξάρσεις, τονίζοντας φυσικά τους υψηλής περιεκτικότητας λεκτικούς δομικούς αρμούς του ποιητικού αναπτύγματος με αποτέλεσμα την θωράκιση της ποιητικής στατικότητας και τον δυναμικό επικοινωνιακό προσανατολισμό στην μετάδοση της ψυχικής και αισθητικής συγκίνησης.

 

ΑΝΤΑΜΩΣΗ

Δυο ψυχές
ανταμώνουν,
πλησιάζουν,
κοιτάζονται,
χαμογελούν
όταν αντικατοπτρίζεται
στα μάτια τους
ο ανεμοστρόβιλος
που χάνεται στο βάθος…

 

Λόγος τόσο δηλωτικός και βεβαιωτικός, τόσο περιγραφικός και άμεσος, αποφθεγματικός και αντικειμενικός στην εκδήλωσή του, που πραγματικά εντυπωσιάζει και αγγίζει τον αναγνώστη με την ζωηρότητα των εικόνων και την υπόρρητη συναισθηματική ένταση των λέξεων. Έρωτας… Η βαθιά αγαπητική σχέση της αλληλοπεριχώρησης του Εγώ και του Εσύ στο εδώ, το τώρα και το πάντα, στο πεδίο της σφοδρής επιθυμίας και της μεγαθυμίας της ελευθέρας προαιρέσεως της εκούσιας υποταγής στην κοινωνία της συνομολογίας και της συνομοθυμίας. Η ποιήτρια τον εξυμνεί ως θυελλώδη δύναμη της κατά φύσιν εγκόσμιας και υπερκόσμιας τάξης πραγμάτων που ανεμοπαίρνει τις ψυχές των ανθρώπων μέσα στον όλεθρο του βάθους και του πάθους, αλλά συνάμα και της συνεπακόλουθης γαληνεμένης ερήμωσης του φωτός που σιγηλά και τρυφερά πλανιέται στα ήσυχα έσοπτρα της κόρης των ματιών.

Ο έρωτας είναι η ουσιαστική γέννηση του ανθρώπου, η κατανόηση της ζωής και της ύπαρξης, η είσοδος στην ομορφιά και η έξοδος στην αιωνιότητα, η επιστροφή στην μητρική ζεστή αγκαλιά του χαμόγελου του παιδιού, που κάνει τα πρώτα του βήματα στον κόσμο με την γνώση της αγάπης στα χέρια και την αθωότητα της καρδιάς στο βλέμμα. Η ποιήτρια με τον συγκλονιστικό της στίχο «Γεννήθηκα για σένα» αφενός δικαιολογεί την αιτία και τον σκοπό της γενέσεως, που δεν είναι άλλος παρά η καθολική ολοκλήρωση του έλλογου υποκειμένου στην ύψιστη κορυφή της βιοψυχοπνευματικής του εξέλιξης, μόνον και αποκλειστικά χάριν της παρουσίας ενός άλλου πόλου μαγνητικού στην προέκταση του πεδίου της που την ορίζει και την προικοδοτεί, και αφετέρου αφιερώνει την συνείδησή της με πίστη και βεβαιότητα στην απεραντοσύνη της αγάπης με την τρυφερότητα και την ζεστασιά του ερωτικού σκιρτήματος που την κατευθύνει στην εσωτερική της πληρότητα και αρμονία με την ενηλικίωση των αξεθώριαστων παιδικών της ονείρων.

 

ΓΙΑ ΣΕΝΑ

Γεννήθηκα για σένα.

Το πρώτο μου κλάμα
ήταν ίδιο μ’ αυτό
όταν σ’ αποχωρίστηκα.
Φοβήθηκα το ξένο
χάνοντας τη ζέστη
της μητρικής αγκαλιάς
που φάνταζε αιωνιότητα.

Το πρώτο μου χαμόγελο
ήταν ίδιο μ’ αυτό
όταν σε γνώρισα
κι όταν ύστερα από καιρό
σ’ ονειρεύτηκα.

Τα πρώτα μου βήματα
ήταν ίδια μ’ αυτά
τα πρώτα, δειλά βήματα μαζί σου.
Ασταθή κι έπειτα ήρεμα, γαλήνια,
καρφωμένα στη γη.

Έρωτας και αγάπη δηλαδή,
αγάπη…
χωρίς α- στερητικό.

 

Αγάπη, λοιπόν, χωρίς α- στερητικό, αγάπη που αγκαλιάζει και τρέφει σαν παιδικό χάδι στου ορίζοντα την άκρη τα χρωματιστά όνειρα της ποιήτριας με το πρώτο φως της αυγής ν’ απλώνει στο πέλαγο. Από κάπου μακριά ακούγεται η μελωδία του Μάνου Χατζιδάκι: «Το πέλαγο είναι βαθύ/ Κι η αγάπη είναι μεγάλη/ Έχω έναν πόνο στην ψυχή/ Και ποιος θα μου τον βγάλει/, Το πέλαγο είναι γλυκό/ Χάδι μαζί και δάκρυ/ Και με κυλάει αφρίζοντας/ Στου ορίζοντα την άκρη/, Το πέλαγο είναι παιδί/ Τρέχει και δεν το φτάνω/ Παιδί και στην αγάπη του/ Που σαν παιδί το χάνω».

Στην αυλή της αγάπης ένα μικρό κορίτσι τρέχει, συνομιλεί με τους μίσχους των λουλουδιών, φορά τα γιορτινά τους φορέματα, κοντοστέκεται, ανασηκώνει τις μύτες των ποδιών της κι αγκαλιάζει τον ήλιο.

 

ΟΙ ΤΟΥΛΙΠΕΣ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ

Η αγάπη μας
είναι μια αυλή με χρωματιστές τουλίπες
– πράσινες, κόκκινες, κίτρινες τουλίπες.
Μα, αυτές οι τουλίπες
έχουν κάτι το ξεχωριστό·
γεννιούνται με τους κεραυνούς,
ανθίζουν με το θόρυβο της βροντής
και χρωματίζονται από το φως της αστραπής.
Είναι πράγματι
λουλούδια της άνοιξης·
μιας εποχής μετά το χειμώνα.

 

Πηγή: Fractal

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.