Η γυάλινη σημαδούρα

Τοπο-γραφία

10,00 8,00

978-960-426-928-0

10,00 8,00

Σε απόθεμα

Διαθέσιμο επίσης στους παρακάτω ιστότοπους:

Ένας τόπος, ένας φυσικός τόπος, δεν ταυτίζεται με το τοπίο. Το τοπίο είναι μια μερικότητα του τόπου, μια επιφάνεια καρτ-ποστάλ. Το κοιτάς «απέξω», το κρίνεις και το αξιολογείς με κριτήρια «αντικειμενικά» (αισθητικά, οικονομικά, ιστορικά κ.ά.). Όταν –και εφόσον– πάνω σ’ αυτήν την αντι/κείμενη επιφάνεια, πάνω σ’ αυτήν την οθόνη, εγγραφούν ή αναζωπυρωθούν βιώματα, μνήμες, προβολές, τότε και μόνον τότε το τοπίο (ή το «περιβάλλον») μετουσιώνεται σε τόπο.

Οι τόποι είναι ζωντανές οντότητες, που κατοικούν πνεύματα, μικροί θεοί (δαίμονες αρχαιοελληνικά). Τα πνεύματα, λοιπόν, των Τόπων αρθρώνουν και νοηματοδοτούν το χώρο μέσ’ από γλώσσες άλλης τάξεως, φτιαγμένες από χρώματα, μυρωδιές, χειρονομίες, ψιθύρους «ιδανικών φωνών», γλώσσες που μοιάζουν να λειτουργούν σαν επουλωτικοί μηχανισμοί τραυμάτων ακόμα ανοιχτών.

Τα τοπία και οι χώροι που έχουν έτσι μεταμορφωθεί (ή σωστότερα: μετουσιωθεί) σε Τόπους, μην υπακούοντας πια σε καρτεσιανούς νόμους, δε μετριούνται σε τετραγωνικά και κυβικά, ούτε αποτυπώνονται σε, συμβατικά τουλάχιστον, αρχιτεκτονικά σχέδια.

Η αφήγηση εντός των σελίδων του βιβλίου, σαν είδος σημειώσεων ημερολογίου, τυχαίνει να έχει ως αφορμή, ως «μεταβατικό αντικείμενο σήμανσης», μια απολύτως πραγματική σημαδούρα. Για μια ακόμα φορά οι ίδιες οι λέξεις σαν οι κατ’ εξοχήν «δαίμονες» των τόπων και όχι μόνο, παίζουν το δικό τους αμφίσημο παιχνίδι.

Η Σοφία Αθ. Μαρτίνου είναι αρχιτέκτων και εικαστικός.

Γεννήθηκα στην Αθήνα, στην γειτονιά της Ακρόπολης. Η Προπυλαίων ήταν χωματόδρομος και το παιχνίδι μας ανεμπόδιστο. Το θέατρο του Διονύσου, η σπηλιά από πάνω με το αγίασμα, τα Προπύλαια, αλλά και ο Παρθενώνας· το ίδιο ελεύθερα και ανοιχτά κι αυτά, τότε τόποι παιχνιδιού, χωρίς διαχωριστικές γραμμές. Χαϊδεύαμε τα ζεστά μάρμαρα, ο Άτλας του προσκηνίου, με το μεγάλο κεφάλι ήτανε η «τούκα» στο κρυφτό και στο κυνηγητό. Στο σπίτι δεν είχα αφήσει τοίχο χωρίς σχέδια και σκίτσα, και οι γονείς μου, όχι, δεν τα έσβηναν… Όσο ψήλωνα εγώ, ανέβαινε και η ζώνη σχεδίων. Όταν έβρεχε, καθόμουν μέσα και διάβαζα με τις ώρες «Κλασσικά Eικονογραφημένα», «Ελληνόπουλο – ο Θησαυρός των Παιδιών», «Μικρός Ήρως», Ιούλιο Βερν, «Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου» (όλα τα λήμματα με την σειρά). Στην Πλάκα, δίπλα στο σχολείο, το Τμήμα Μεταγωγών, κάθε μέρα τα καμιόνια άδειαζαν πολιτικούς κρατούμενους. Τα καλοκαίρια, σύσσωμη η γειτονιά σκαρφαλωμένη σε φορτηγά Τζέημς εξορμούσε στα πέριξ. Τραγούδι στην διαπασών σ’ όλο τον δρόμο· «Κορόιδο Μουσολίνι», «Γιούπι γιάγια», «Κι όλο κλαίνε τα καβουράκια». Αν βρίσκαμε κάτω κομμάτι ψωμί, το σταυρώναμε και το βάζαμε κάπου ψηλά.

Βάρος 250 g
Διαστάσεις 17 × 24 cm
Αριθμός Σελίδων

Εξώφυλλο

Άλλοι συντελεστές

,

Θέμα

,

Μήνας έκδοσης

Δεκέμβριος

Έτος Έκδοσης