«Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία» | Ελένη Παπανδρέου

Κριτική της Χριστίνας Μιχαηλίδου για το βιβλίο «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία» της Ελένη Παπανδρέου, δημοσιευμένη στο περιοδικό Fractal.

***

Η γραφή είναι η ταρίχευση της μνήμης, έχει πει o διακεκριμένος συγγραφέας Ισίδωρος Ζουργός και στην περίπτωση του βιβλίου της Ελένης Παπανδρέου «Τα όνειρα της καμήλας και άλλες ιστορίες για τη Συρία», εκδόσεις Ιωλκός, η ρήση αυτή είναι απόλυτα ταιριαστή, αφού μέσα από τις πενήντα ασπρόμαυρες φωτογραφίες και τα έξι κείμενα του βιβλίου, η συλλογική μνήμη ενός ολόκληρου λαού και της ιστορίας του ζωντανεύει και δηλώνει παρούσα.

Το ταξίδι της συγγραφέως στη Συρία το 2008 γίνεται η αφορμή για αυτήν την κατάθεση ψυχής που παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τον έμπειρο φωτογραφικό φακό και τη βαθυστόχαστη πένα της. Σκηνές από τον ιστορικό, αρχαιολογικό χώρο στη Παλμύρα, εικόνες από την έρημο, στιγμιότυπα από την παλαιά αγορά στο Χαλέπι, τοπία οικεία, άνθρωποι ανυποψίαστοι για αυτό που θα ακολουθήσει, βιώνουν με φυσικό τρόπο την καθημερινότητα τους, χαμογελούν, εργάζονται, συνομιλούν, μοιράζονται το φαγητό τους, επικοινωνούν, αποθησαυρίζουν στιγμές ειρήνης.

Η Παπανδρέου επιλέγει σαν όχημα τo «παραμύθιον» με την αρχαία ελληνική έννοια του όρου, που σημαίνει παρηγορία και ανακούφιση, για να οικοδομήσει τα γερά θεμέλια της μνήμης. Αλληγορικά παραμύθια ζυμωμένα με φροντίδα, ευαισθησία, κατανόηση και αγάπη δημιουργούν ένα φυλαχτό παρηγοριάς για τα μελλούμενα δεινά. Το κάθε ένα από αυτά δεν αποτελεί μία αυτοτελής ιστορία, αλλά μοιάζει το τέλος του ενός να είναι η συνέχεια του άλλου, δημιουργώντας ένα καραβάνι εικόνων και λέξεων που συνεπαίρνει τον αναγνώστη και το ακολουθεί μαγεμένος. Στη διάρκεια αυτού του οδοιπορικού, οι ήρωες και οι ηρωίδες, αν και αποκτούν υπερφυσικές δυνάμεις, ίπτανται στον ουρανό, συνομιλούν με τους νεκρούς τους, ταυτόχρονα αντικρίζουν κατάματα το πεπρωμένο τους, υποφέρουν, βιώνοντας τα πάθη ενός κοινού θνητού.

Το βιβλίο περιλαμβάνει ιστορίες που ο λόγος τους ρέει σαν ζωντανή, προφορική αφήγηση, περιγράφοντας τη διαδρομή των ονείρων από την κοιλιά της καμήλας μέχρι το άπειρο, εκεί όπου ανήκουν.

«Τα λυπήθηκε ο ήλιος. Δεν υπάρχουν παιδικά όνειρα χωρίς χαρά, σκέφτηκε. Ένα νανούρισμα έστειλε στην έρημο, έγινε αεράκι κι ανακατεύτηκε γλυκά με τις πρώτες αχτίδες. Ξάπλωσαν πάνω στο αγέρι τα όνειρα, ξεδίπλωσαν χρυσά πανιά, μια σκάλα φτιάξανε στον ουρανό. Άστραψαν στον ήλιο τρενάκια, αρλεκίνοι, μπαλόνια και γλειφιτζούρια. Πήραν αγκαλιά όλα τα χαμένα φιλιά. Αντιλάλησαν τρεχαλητά. Μετάξι έγινε το γέλιο των μανάδων κι έντυσε στα λευκά τις καρδιές των παιδιών. Αναθάρρησαν οι καρδιές κι άνοιξαν να χωρέσουν ολάκερη τη γη» (ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΤΗΣ ΚΑΜΗΛΑΣ, σελ. 23).

Ιστορίες που γεννιούνται στα έγκατα της γης, όπως της μικρής πέτρας και φτάνουν ως τον ουρανό διαπερνώντας την ανθρώπινη διάσταση πέρα από γεωγραφικό τόπο και παρόντα χρόνο.

«Από το χώμα βγήκα γυμνή και βρεγμένη. Ο πρώτος άνθρωπος που είδα, έφτυσε τις χούφτες του κι έπιασε σχοινιά και καλέμια. Μαζεύτηκαν και άλλοι. Μ’ έσχισαν και με τράβηξαν έξω. Δεν είχα αίμα να τρέξει. Έναν ήχο έβγαλα μονάχα, πέτρα που σχίζεται στα δύο και στα τέσσερα. Με σχοινιά μ’ έδεσαν και σηκώθηκα στον αέρα. Πουλιά πετούσαν γύρω μου και βογκούσαν τα ζώα που μ’ έσερναν. Πρώτη φορά ένιωσα βαριά. Όλο μου το κορμί πονούσε. Δεν ήταν οι σφήνες και οι λεπίδες που μ’ έκοψαν, ήταν τα κομμάτια μου που έλειπαν. Λύπη έτρεχε από τις πληγές. Δεν ήμουν πια γη» (ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΚΟΛΟΝΑΣ, σελ. 33).

Ιστορίες σμιλεμένες με όλα τα συστατικά του παραμυθιού, τη μαγεία, το υπερφυσικό, την εγγύτητα, την απλότητα.

«Τα παραμύθια αγαπούσαν τους ήρωες τους. Γεννήθηκαν από την ίδια μήτρα μέσα σ’ έναν στρόβιλο από αστερόσκονη και γέλια. Κανείς δεν μπορούσε να πει ποιος φτιάχτηκε πρώτος. Σίγουρα, όμως, τα παραμύθια χωρούσαν όλες τις ιδιοτροπίες των ηρώων, που σπάνια αρκούνταν στο τέλος της δικής τους ιστορίας, διεκδικώντας συνεχώς μια καινούργια αρχή» (ΖΩΗ ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ, σελ.55).

Και άλλες με μία λύπη υφέρπουσα να διαπερνά τις γραμμές και τα λόγια, να γίνεται στίχος και τραγούδι παρηγοριάς.

«Μόλις όλοι είχαν κοιμηθεί, εκείνη άπλωνε τα μακριά της δάχτυλα στον θολωμένο αγέρα και μάζευε δίχτυα με λόγια και σκέψεις από το πουθενά φερμένα. Κάποια έπεφταν στη γη και μάτωνε η μέρα, κάποια γίνονταν ευχές. Τα μάζευε η μητέρα, τα έπλενε, τα έπλεκε και ζέσταινε το σπίτι» (Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΛΕΥΚΟ ΦΟΡΕΜΑ, σελ. 79).

Ιστορίες από «ζάχαρη και μέλι» όπως αυτές που ταΐζει η μοίρα τους ήρωες της για να αντέξουν τα δεινά τους.

«Όσο μεγάλωνε ο Αχμάντ, τόσο ο Μάχντη ζύγιαζε μέσα του τις απουσίες. Τι κι αν τα κλαδιά ανέβαιναν ψηλά, οι ρίζες τον πονούσαν. Του έλειπαν τα ονόματα. Ήθελε μαζί τους να μοιραστεί τον γιό του. Έψαχνε έναν δρόμο επιστροφής σε όλα όσα είχε αγαπήσει. Ήταν κλειστός ο δρόμος, όπως κλειστή ήταν και η πόρτα του σπιτιού τους. Ποτέ δεν είχαν σκεφτεί να την ανοίξουν. Ήταν ο δικός τους τρόπος να οχυρώνονται από τη φρίκη του πάνω κόσμου» (Η ΘΥΣΙΑ ,σελ. 99).

Ιστορίες βουβές όπως η σιωπή, όπως ο θάνατος.

«Βρέθηκε σε μία πόλη άδεια. Οι θόρυβοι, οι φωνές, οι μυρωδιές ήταν όλα εδώ, αλλά χωρίς την ουσία τους. Οι σκιές είχαν επιστρέψει πιο σίγουρες από ποτέ για το κακό στην πόλη. Με σώματα υδαρή και σκοτεινά είχαν καταλάβει ανθρώπους και κτίρια. Κι ενώ παντού υπήρχε μια επίφαση κανονικότητας, ο θάνατος έχοντας αφαιρέσει όλα τα προσωπεία του, επιβεβαίωνε την αδιαφιλονίκητη κυριαρχία του» (ΣΚΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ σελ.117).

Η αόρατη κλωστή που διαπερνά και τα έξι κείμενα του βιβλίου είναι η έντονη παρουσία της μητρικής φιγούρας, άλλοτε με το πρόσωπο της μάνας, της γιαγιάς, της γυναίκας, όπου γεμάτη θαλπωρή και μία τεράστια αγκαλιά, είναι έτοιμη ανά τους αιώνες να νανουρίσει, να ανδρώσει, να κανακέψει, ακόμα και μέσα από την απουσία της. Παρούσα και η Μητέρα- Φύση έτοιμη να παρηγορήσει, να κρατήσει ζωντανό το μίτο της μνήμης μέχρι να βρουν τον δρόμο της επιστροφής οι βασανισμένοι.

Η μεγαλειώδης γραφή της Παπανδρέου, ούσα ποιήτρια, μεταμορφώνει τα κείμενα σε πεζόμορφα ποιήματα, με μουσικότητα, προφορικότητα, χαρίζοντας άπλετη ελευθερία στον αναγνώστη να φανταστεί, να ταξιδέψει, να συμπάσχει, να οραματιστεί το μέλλον των λαών χωρίς τη βαρβαρότητα του πολέμου. Ο λόγος της κεντημένος με στοχαστικότητα, αβίαστος, με καλοδουλεμένες μεταφορές και ευφάνταστες παρομοιώσεις, προσδίδει στα κείμενα τη ζωντάνια και την αμεσότητα ενός αξιέπαινου έργου.

Πεζόμορφα ποιήματα; Παραμύθια για μεγάλους; Διηγήματα; Λεύκωμα; Όποιον χαρακτηρισμό κι αν δώσει ο αναγνώστης στο βιβλίο «Τα όνειρα της καμήλας» είναι βέβαιο ότι θα ενθουσιασθεί από την υψηλή αισθητική του, τη λογοτεχνική του αρτιότητα και παράλληλα θα παρακινηθεί να αναζητήσει τη δική του αλήθεια, το προσωπικό του βιώμα, γιατί άλλωστε όπως γράφει και η συγγραφέας στην εισαγωγή: «Οι τόποι που συναντήσαμε είναι μικρές επιστροφές σε έναν ακριβό όσο και αλλοτινό εαυτό. Ταξιδεύουμε συχνά εκεί, μέσα από φωτογραφίες και αναμνήσεις, αναζητώντας την επίγευση μιας προσωπικής αλήθειας. Στα τοπία κοιμούνται οι εικόνες που ονειρευτήκαμε και τα πρόσωπα κουβαλούν τους ψιθύρους μας. Όλα μαζί γίνονται μια περίεργη σημειολογία από ένα άνοιγμα μυστικό σ’ έναν απόκρυφο, δικό μας κόσμο. Πάντα συναντάμε αυτό που είμαστε».

Πηγή | Copyright: Fractal | Χριστίνα Μιχαηλίδου 

Κλείσιμο
Κλείσιμο
Καλάθι (0)

Κανένα προϊόν στο καλάθι σας. Κανένα προϊόν στο καλάθι σας.