Η συγγραφέας Γαβριέλλα Κασουλίδου στο «Α’ Πρόσωπο» του diastixo.gr, για το νέο της βιβλίο «Σίβυλλα Ηροφίλη» (εκδόσεις Ιωλκός, 2023).
***
Γαβριέλλα Κασουλίδου
Όταν ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο Σίβυλλα Ηροφίλη, δεν περίμενα ότι αυτό θα ξεπερνούσε τις 650 σελίδες και ότι θα χρειαζόμουν 10 χρόνια μελέτης και έρευνας για να το ολοκληρώσω. Ο λόγος είναι ότι όσο πιο βαθιά ερευνούσα τη ζωή τούτης της προφήτισσας, τόσο περισσότερο ανέκυπτε η ανάγκη για μια πιο εμπεριστατωμένη έρευνα και μελέτη. Ακόμα, μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να ακολουθήσω τα βήματά της και να επισκεφθώ κι εγώ τα μέρη όπου αυτή έζησε και προφήτεψε. Όταν προφήτευε, βρισκόταν σε μανία γιατί την κυρίευε ο θεός ο οποίος υπηρετούσε και ένθεη από αυτόν του δάνειζε τη φωνή της για τις όποιες προφητείες. Τότε χτυπιόταν και προσπαθούσε να απαλλαγεί από τον θεό που κατελάμβανε την ύπαρξή της και τα στήθια της. Τα μέρη που εγώ επισκέφθηκα ήταν τώρα πια ως επί το πλείστον χαλάσματα, μα οι ενέργειες που είχαν εκλυθεί τότε, τουλάχιστον έτσι εγώ ένιωσα, παρέμεναν μέχρι σήμερα και έδιναν ζωή στη φαντασία μου, κι έτσι μπορούσα να ζήσω κι εγώ τη μαγεία του χθες.
Σύμφωνα με τους μυθογράφους αλλά και τους ιστορικούς, όπως ο Ηρόδοτος, τούτη γεννήθηκε στην Τρωάδα πριν από τον Τρωικό πόλεμο και έζησε περίπου χίλια χρόνια, μέχρι που πέθανε στην Κύμη της Ιταλίας, μια αρχαία ελληνική αποικία. Αναφορά σε αυτή γίνεται και από τους Πατέρες της Εκκλησίας, μια και αυτή προφήτεψε και τον ερχομό του Ιησού Χριστού.
Όσο πιο βαθιά ερευνούσα τη ζωή τούτης της προφήτισσας, τόσο περισσότερο ανέκυπτε η ανάγκη για μια πιο εμπεριστατωμένη έρευνα και μελέτη.
Από τη γέννησή της παρατημένη από τη μάνα της στον ναό του Απόλλωνα Σμινθέα στην Άσσο της Τρωάδας, μεγάλωσε εκεί και στα πρώτα χρόνια της εφηβείας πήρε τον βαρύ όρκο της παρθενίας στα μαύρα νερά της Στυγός, εκεί που όλοι οι θεοί παίρνανε τους πιο βαρείς όρκους και αλίμονο στον όποιο παραβάτη. Ο όρκος τούτος ήταν υποχρεωτικός σε όλους τους ιερείς και τις ιέρειες του Απόλλωνα. Εκτός όμως από ιέρεια του θεού, ήταν και προφήτισσα, ένα χάρισμα που είχε από τη γέννησή της φέρει δώρα από τη Γαία, τη μάνα Γη, την πρώτη προφήτισσα του κόσμου.
Όλα τα χρόνια της πολύχρονης ζωής της τα πέρασε περιπλανώμενη σε όλο τον γνωστό τότε ελληνικό κόσμο, προσπαθώντας να ξανασυναντήσει τον θεό Απόλλωνα, που τον ερωτεύτηκε όταν τον πρωτοσυνάντησε και που ο όρκος που είχε δώσει την υποχρέωνε να του αρνηθεί τον έρωτα που της είχε ζητήσει. Οι περιπλανήσεις της την έφεραν σε μέρη όπως οι Δελφοί, όπου προφήτευε ανεβασμένη σε μια από τις Φαιδριάδες Πέτρες. Πήγε ακόμα στη Λιβαδειά, στο μαντείο του Τροφωνίου, στο Ταίναρο, όπου σύμφωνα με τον μύθο υπάρχει και είσοδος στον Κάτω Κόσμο, και από εκεί επισκέφθηκε το βασίλειο του Άδη με τα πλάσματά του. Πήγε στη Δήλο, στην Κλάρο, παλαιότατο μαντείο της θεάς Κυβέλης, στις Ερυθρές, στην Έφεσο, όπου υπήρχε το αρχαιότατο ξόανο της θεάς Αρτέμιδος, η οποία εκεί ήταν ένα μείγμα παρθένου και μητέρας, και όπου υπήρχαν και τα Εφέσια γράμματα. Πήγε ακόμα στη Σάμο, όπου έζησε στο σπήλαιο των Νυμφών, οι οποίες τότε αφθονούσαν στο κατάφυτο νησί – τώρα τούτο είναι ένα εκκλησάκι της Παναγιάς της Σπηλιώτισσας, λίγα μέτρα μόνο μακριά από το μοναστήρι που αναγέρθηκε αργότερα. Επισκέφθηκε με μεγάλη περιέργεια τη Θεσσαλία, η οποία εθεωρείτο η χώρα της μαγείας, έφυγε από εκεί και τα βήματά της την έφεραν στη Δωδώνη στην Ήπειρο και στο μαντείο του Διός, όπου βρισκόταν και η περίφημη ιερή φηγός και οι ιερείς που αποκαλούντο Σελλοί. Ακολουθώντας τον Αχέροντα ποταμό, επισκέφθηκε και το διάσημο μαντείο και την Αχερουσία λίμνη. Κατέληξε στην Κύμη της Ιταλίας, όπου παρέμεινε μέχρι τον θάνατό της.
Λέγεται από τους μυθογράφους ότι όταν πλησίαζε το τέλος της ζωής της, το σώμα της είχε συρρικνωθεί σε τέτοιο βαθμό από τα χρόνια που, πάντα σύμφωνα με τον μύθο, την είχανε βάλει σε μια πέτρινη υδρία, από όπου όμως ακουγότανε η φωνή της όταν προφήτευε. Κάποια χρόνια μετά τον θάνατό της ανευρέθη στον ποταμό Άνο το είδωλό της στο Τιβούρ, σημερινό Τίβολι, και τότε η Σίβυλλα Ηροφίλη ανακηρύχθηκε θεά από τους θνητούς και λατρεύτηκε.
Πηγή: diastixo.gr